Η ζωή και η διακονία του Χάουαρντ Χάντερ
Στις 6 Ιουνίου 1994, την επομένη που ξεχωρίστηκε ο Χάουαρντ Χάντερ ως Πρόεδρος της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, έκανε δύο προσκλήσεις. Μιλώντας με ένα ύφος ευγενικής ενθάρρυνσης, είπε:
«Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να προσκαλέσω όλα τα μέλη της Εκκλησίας να ζουν με διαρκώς αυξανόμενη προσοχή προς τη ζωή και το παράδειγμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, ειδικά προς την αγάπη, την ελπίδα και τη συμπόνια που έδειξε. Προσεύχομαι ώστε να φέρεται ο ένας στον άλλον με περισσότερη καλοσύνη, περισσότερη αβρότητα, περισσότερη ταπεινοφροσύνη, υπομονή και συγχώρηση»1.
Η ενθάρρυνση των ανθρώπων να ακολουθούν το παράδειγμα του Σωτήρα, ήταν το επίκεντρο των διδασκαλιών του Προέδρου Χάντερ επί δεκαετίες. «Παρακαλώ, να θυμάστε ένα πράγμα» είχε πει μερικά χρόνια νωρίτερα. «Αν η ζωή και η πίστη μας επικεντρώνονται στον Ιησού Χριστό και στο αποκατεστημένο Ευαγγέλιό του, τίποτα δεν μπορεί ποτέ να είναι μόνιμα λανθασμένο. Από την άλλη πλευρά, εάν η ζωή μας δεν επικεντρώνεται στον Σωτήρα και στις διδασκαλίες του, καμία επιτυχία δεν μπορεί ποτέ να είναι μόνιμα σωστή»2.
Η δεύτερη πρόσκληση του Προέδρου Χάντερ ήταν προς τα μέλη της Εκκλησίας να συμμετέχουν πληρέστερα στις ευλογίες του ναού:
«Προσκαλώ, επίσης, τα μέλη της Εκκλησίας να καθιερώσουν τον ναό του Κυρίου ως το μέγα σύμβολο της ιδιότητάς τους ως μέλη και το ουράνιο μέρος για τις ιερότατες διαθήκες τους. Θα ήταν η βαθύτερη επιθυμία της καρδιάς μου κάθε μέλος της Εκκλησίας να είναι άξιο του ναού. Θα ήλπιζα κάθε ενήλικο μέλος να ήταν άξιο για –και να φέρει– ένα ισχύον εγκριτικό ναού, έστω και αν η εγγύτητα σε έναν ναό δεν επιτρέπει άμεση ή συχνή χρήση του.
»Ας είμαστε ένας λαός που παρευρίσκεται και αγαπάει τους ναούς. Ας σπεύδουμε στον ναό όσο συχνά το επιτρέπουν ο χρόνος, τα μέσα και οι προσωπικές μας συνθήκες. Ας πηγαίνουμε όχι μόνο για τους νεκρούς συγγενείς μας, αλλά ας πηγαίνουμε επίσης για την προσωπική ευλογία της λατρείας στο ναό, για την αγιότητα και ασφάλεια που παρέχεται μέσα σε αυτούς τους καθαγιασμένους και αφιερωμένους τοίχους. Ο ναός είναι ένα μέρος ομορφιάς, είναι ένα μέρος αποκάλυψης, είναι ένα μέρος ειρήνης. Είναι ο οίκος του Κυρίου. Είναι άγιος για τον Κύριο. Θα πρέπει να είναι άγιος για μας»3.
Ο Πρόεδρος Χάντερ εξακολούθησε να τονίζει αυτές τις δύο προσκλήσεις σε όλη την υπηρέτησή του ως Πρόεδρος της Εκκλησίας. Αν και η θητεία του ως Προέδρου διήρκεσε μόνον εννέα μήνες, οι προσκλήσεις αυτές ενέπνευσαν τα μέλη της Εκκλησίας ανά τον κόσμο να είναι περισσότερο σαν τον Χριστό και να επιζητούν τις ευλογίες του ναού με μεγαλύτερη προσήλωση.
Απαρχές
Στα μέσα της δεκαετίας του 1800, οι πρόγονοι του Χάουαρντ Χάντερ σε τέσσερις διαφορετικές χώρες προσχώρησαν στην Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Από την πλευρά της μητέρας του, οι πρόγονοι αυτοί κατάγονταν από τη Δανία και τη Νορβηγία. Μετά τη μετανάστευση από τις πατρίδες τους, ήταν από τους πρώτους αποίκους του Μάουντ Πλέζαντ της Γιούτας. Μία απόγονος αυτών των ατρόμητων πρωτοπόρων, η Νέλλη Ράσμουσσεν, θα γινόταν η μητέρα ενός προφήτη.
Από την πλευρά του πατέρα του, ο Χάουαρντ είχε προγόνους με βαθιές ρίζες στη Σκωτία και τη Νέα Αγγλία. Εκείνοι οι οποίοι προσχώρησαν στην Εκκλησία θυσίασαν πολλά, όμως οι περισσότεροι από αυτούς σταμάτησαν να είναι μέλη ύστερα από μερικά χρόνια. Η γέννηση του Τζων Ουίλλιαμ (Γουίλ) Χάντερ το 1879, σημείωσε την αρχή της τρίτης γενιάς στη σειρά κατιόντων των Χάντερ που δεν ήταν πλέον συνδεδεμένη με την Εκκλησία. Και όμως, ο Γουίλ Χάντερ θα γινόταν ο πατέρας ενός προφήτη.
Όταν ο Γουίλ Χάντερ ήταν 8 χρονών, η οικογένειά του μετακόμισε στο Μπόιζι του Άινταχο. Περίπου 16 χρόνια αργότερα, ο Γουίλ συνάντησε τη Νέλλη Ράσμουσσεν, όταν εκείνη ήρθε στο Μπόιζι να μείνει με τη θεία και τον θείο της. Ο Γουίλ σύντομα άρχισε να φλερτάρει τη Νέλλη και μετά από δύο χρόνια τής έκανε πρόταση γάμου. Η Νέλλη δίσταζε στην αρχή, όμως ο Γουίλ επέμεινε και τελικά εκείνη δέχθηκε την πρότασή του. Το ζευγάρι παντρεύτηκε στο Μάουντ Πλέζαντ της Γιούτας και επέστρεψαν στο Μπόιζι για να φτιάξουν το σπιτικό τους. Το πρώτο παιδί τους, ο Χάουαρντ Ουίλλιαμ Χάντερ, γεννήθηκε στο Μπόιζι στις 14 Νοεμβρίου 1907. Το μοναδικό άλλο παιδί τους, μία κόρη που ονόμασαν Ντόροθυ, γεννήθηκε το 1909.
Οικοδομώντας ένα θεμέλιο ζωής
Κατά την εποχή της γέννησης του Χάουαρντ, η Εκκλησία είχε μόνον ένα μικρό κλάδο στο Μπόιζι. Η μητέρα του Χάουαρντ ήταν ενεργό μέλος του κλάδου και ανέθρεψε τα παιδιά της στο Ευαγγέλιο. Για εκείνη, ο Χάουαρντ είπε: «Ήταν πάντοτε πιστή. …Υπηρέτησε ως πρόεδρος της Προκαταρκτικής και [των Νέων Γυναικών]. Θυμάμαι να πηγαίνω στην εκκλησία με τη μητέρα, μερικές φορές πριν από την προγραμματισμένη ώρα για τις συγκεντρώσεις και μετά να μένουμε εκεί ώστε να μπορέσει να ολοκληρώσει την εργασία της»4. Μολονότι ο πατέρας του Χάουαρντ δεν ήταν μέλος της Εκκλησίας, δεν είχε αντίρρηση για τη συμμετοχή της οικογένειας και κάποιες φορές παρευρισκόταν στη συγκέντρωση μεταλήψεως μαζί τους.
Εκτός του ότι καθοδηγούσε τα παιδιά της στη δραστηριότητα στην Εκκλησία, η Νέλλη Χάντερ τα βοηθούσε να οικοδομήσουν ένα δυνατό θρησκευτικό θεμέλιο στο σπίτι. «Ήταν μία μητέρα που αναλάμβανε να μας διδάξει το Ευαγγέλιο», θυμόταν ο Χάουαρντ. «Στα γόνατά της μάθαμε να προσευχόμαστε. …Έλαβα μία μαρτυρία σαν μικρό αγόρι στα γόνατα της μητέρας μου»5.
Ο κλάδος Μπόιζι έγινε τομέας το 1913, λίγες ημέρες πριν από τα έκτα γενέθλια του Χάουαρντ. Δύο χρόνια αργότερα, όταν ο Χάουαρντ ήταν οκτώ χρονών, ανυπομονούσε να βαπτισθεί. «Με είχε ενθουσιάσει αυτή η δυνατότητα» είπε. Όμως ο πατέρας του δεν έδινε την άδεια. Ο Χάουαρντ θυμόταν: «Ο πατέρας… πίστευε ότι θα έπρεπε να περιμένω μέχρι να καταλάβω ποια πορεία ήθελα στη ζωή. Ήθελα να βαπτισθώ, αν και ο καιρός ήρθε και πέρασε χωρίς εκείνη την ευλογία»6.
Επειδή ο Χάουαρντ δεν είχε βαπτισθεί, δεν μπορούσε να χειροτονηθεί διάκονος όταν έκλεισε τα 12. «Μέχρι τότε όλοι οι φίλοι μου είχαν χειροτονηθεί διάκονοι» είπε. «Επειδή δεν ήμουν επίσημα μέλος της Εκκλησίας, δεν μπορούσα να κάνω πολλά από εκείνα που έκαναν αυτοί»7. Ο Χάουαρντ στενοχωριόταν ιδιαιτέρως διότι δεν μπορούσε να προσφέρει τη μετάληψη: «Καθόμουν στις συγκεντρώσεις μεταλήψεως με τα άλλα αγόρια. Όταν ήταν η ώρα να διανείμουν τη μετάληψη, γλιστρούσα χαμηλά κάτω στο κάθισμά μου. Αισθανόμουν τόσο παραμελημένος»8.
Ο Χάουαρντ προσέγγισε ξανά τον πατέρα του, τη φορά αυτή μαζί με τη 10χρονη αδελφή του, Ντόροθυ: «Αρχίσαμε να καλοπιάνουμε τον πατέρα μας να μας επιτρέψει να βαπτισθούμε. Επίσης, προσευχόμασταν να πει το ναι. Χαρήκαμε αφάνταστα όταν τελικά έδωσε τη συγκατάθεσή του»9. Σχεδόν πέντε μήνες αφότου έκλεισε τα 12 ο Χάουαρντ, ο ίδιος και η Ντόροθυ βαπτίσθηκαν σε μία δημόσια πισίνα. Λίγο αργότερα, ο Χάουαρντ χειροτονήθηκε διάκονος και διένειμε τη μετάληψη για πρώτη φορά. «Ήμουν τρομαγμένος, αλλά με είχε συναρπάσει που είχα αυτό το προνόμιο» θυμόταν10. Μεταξύ των άλλων καθηκόντων του, ο Χάουαρντ τρομπάριζε τους φυσητήρες για το όργανο και άναβε τη φωτιά για να ζεσταθεί η κυρίως εκκλησία τα κρύα πρωινά της Κυριακής. «Ένας ολόκληρος νέος κόσμος άνοιξε στα μάτια μου καθώς έμαθα τις ευθύνες να είναι κάποιος μέλος της Εκκλησίας και να φέρει την ιεροσύνη» είπε11.
Ως νέος άνδρας, ο Χάουαρντ προσχώρησε στην ομάδα προσκόπων του τομέα του και εργάστηκε σκληρά για να κερδίσει το ανώτατο βραβείο – Αετός Πρόσκοπος. Πλησιάζοντας στον στόχο του, πήρε μέρος σε έναν φιλικό αγώνα. «Υπήρχαν δύο από εμάς που προσπαθούσαν να γίνουν ο πρώτος Αετός Πρόσκοπος στο Μπόιζι» θυμόταν12. Ο άλλος νέος άνδρας τελείωσε πρώτος τα απαιτούμενα, όμως ο Χάουαρντ έδειχνε ικανοποιημένος να είναι ο δεύτερος που θα κέρδιζε το βραβείο13.
Ο Χάουαρντ έμαθε νωρίς στη ζωή του να είναι εργατικός. Βοηθούσε χήρες και άλλους γείτονες, πουλούσε εφημερίδες και εργάστηκε στο αγρόκτημα του θείου του. Μεγαλώνοντας, συμπεριέλαβε στις δουλειές του να μεταφέρει τους σάκους με τα μπαστούνια του γκολφ σε παιχνίδια γκολφ, να παραδίδει τηλεγραφήματα και να εργάζεται σε ψιλικατζίδικο με τμήμα φαρμάκων επίσης, να εργάζεται σε εφημερίδα, σε ξενοδοχείο, σε πολυκατάστημα και σε κατάστημα έργων τέχνης.
Η Ντόροθυ Χάντερ είπε ότι ο αδελφός της είχε «μια προσωπική παρακίνηση να επιτύχει» και έναν «λαμπρό νου»14. Αυτά τα στοιχεία χαρακτήρα τα συμπλήρωναν τα προτερήματα της συμπόνιας και της γενναιοδωρίας. Θυμούμενη τη στοργική συμπεριφορά του, η Ντόροθυ είπε: «Ο Χάουαρντ πάντοτε ήθελε να κάνει το καλό και να είναι καλός. Ένας υπέροχος αδελφός που με φρόντιζε. Ήταν καλός με τη μητέρα και τον πατέρα μας»15.
Η συμπόνια του Χάουαρντ εκτεινόταν, επίσης, στα ζώα. «Κάθε άστεγη γάτα μπορεί να βρει καταφύγιο στο σπίτι μας, ακόμα κι αν υπάρχουν αντιρρήσεις στην οικογένεια» έλεγε16. Μια φορά κάποια γειτονόπουλα βασάνιζαν ένα γατάκι πετώντας το σε ένα αρδευτικό χαντάκι κοντά στο σπίτι των Χάντερ. Μόλις έβγαινε σερνόμενο, τα αγόρια το έριχναν πίσω ξανά. Σύντομα ο Χάουαρντ έφτασε εκεί και έσωσε το γατάκι. «Κειτόταν εκεί σχεδόν πεθαμένο» αφηγείται η Ντόροθυ «και το έφερε σπίτι»17.
«Δεν θα ζήσει» είπε η μητέρα του.
«Μητέρα, πρέπει να προσπαθήσουμε» επέμεινε ο Χάουαρντ18.
Η Ντόροθυ είπε ότι «το τύλιξαν σε μία κουβέρτα και το έβαλαν κοντά στον ζεστό φούρνο και το περιέθαλψαν» και με τη φροντίδα αυτή το γατάκι ανένηψε και έζησε με την οικογένεια για πολλά χρόνια.
Ο Χάουαρντ χειροτονήθηκε διδάσκαλος το 1923, λίγο πριν τη δημιουργία του Δεύτερου Τομέα Μπόιζι. Με την ανάγκη να υπάρξει άλλος χώρος συγκεντρώσεων και αναμένοντας μελλοντική ανάπτυξη, οι τοπικοί ηγέτες της Εκκλησίας πρότειναν την οικοδόμηση ενός οικήματος πασσάλου. Ζητήθηκε από τους αγίους στο Μπόιζι να συνεισφέρουν 20.000 δολάρια για την κατασκευή του κτηρίου19. Σε μία συγκέντρωση όπου οι ηγέτες έκαναν έκκληση για εισφορές, ο νεαρός Χάουαρντ Χάντερ ήταν το πρώτο άτομο που σήκωσε το χέρι του και δεσμεύθηκε για εισφορά. Το ποσόν για το οποίο δεσμεύθηκε –25 δολάρια– ήταν ένα μεγάλο ποσό το 1923, ειδικά για έναν 15χρονο. «Εργάστηκα και εξοικονόμησα χρήματα, ώστε να μπορέσω να πληρώσω στο ακέραιο όσα είχα υποσχεθεί» είπε αργότερα20. Το Tαμπερνάκλ περατώθηκε το 1925 και ο Πρόεδρος Χήμπερ Γκραντ ήρθε να το αφιερώσει εκείνον τον Δεκέμβριο21.
Από νεαρή ηλικία ο Χάουαρντ έδειξε μια κλίση στη μουσική και ως έφηβος έμαθε να παίζει αρκετά μουσικά όργανα. Σε ηλικία 16 ετών, σχημάτισε το δικό του μουσικό συγκρότημα το οποίο ονόμασε Hunter’s Croonaders. Αυτό το συγκρότημα έπαιζε συχνά σε χορούς, δεξιώσεις και άλλες εκδηλώσεις στην περιοχή του Μπόιζι.
Όταν ο Χάουαρντ ήταν 19 ετών, του προτάθηκε ένα συμβόλαιο να παίξει σε ένα κρουαζιερόπλοιο το οποίο πήγαινε στην Ασία. Τους πρώτους δύο μήνες του 1927, το πενταμελές συγκρότημα του Χάουαρντ έπαιζε σε δείπνα και χορούς καθώς το πλοίο διέσχιζε τον Ειρηνικό και σταματούσε σε διάφορες πόλεις σε Ιαπωνία, Κίνα και Φιλιππίνες. Η κρουαζιέρα ήταν μία διαφωτιστική εμπειρία για τον Χάουαρντ και του επέτρεψε να μάθει για άλλους λαούς και τους πολιτισμούς τους. Μολονότι δαπάνησε τα περισσότερα χρήματα που κέρδισε σε ξεναγήσεις και αναμνηστικά, έδωσε εξήγηση: «Η μόρφωση άξιζε τα όσα ξοδέψαμε»22.
Καιρός μεγάλων αποφάσεων
Ο Χάουαρντ επέστρεψε από την κρουαζιέρα και έμαθε τα χαρούμενα νέα ότι ο πατέρας του είχε βαπτισθεί όσο εκείνος έλειπε. Την επόμενη Κυριακή, ο Χάουαρντ και ο πατέρας του παρευρέθηκαν μαζί σε συγκέντρωση ιεροσύνης για πρώτη φορά. Ένας στοργικός επίσκοπος είχε ενθαρρύνει τον Γουίλ Χάντερ να βαπτισθεί και ο Χάουαρντ είπε πως «μέσω ενός [οικογενειακού] διδασκάλου δημιουργήθηκε από μέρους του ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εκκλησία»23.
Μετά την κρουαζιέρα ο Χάουαρντ δεν ήταν βέβαιος για το μέλλον του. Έμεινε απασχολημένος με τις μουσικές δραστηριότητες και άλλες δουλειές, συμπεριλαμβανομένης της δικής του εργασίας, όμως καμία από αυτές δεν εμπεριείχε την προοπτική μιας καλής σταδιοδρομίας. Όταν η προσπάθειά του να ξεκινήσει μια καινούργια δουλειά απέτυχε τον Μάρτιο του 1928, αποφάσισε να επισκεφθεί έναν φίλο στη Νότια Καλιφόρνια. Αρχικά σχεδίαζε να μείνει μόνο για μία εβδομάδα ή δύο, όμως σύντομα αποφάσισε να μείνει και να αναζητήσει εκείνο που περιέγραψε ως «απασχόληση με ευκαιρίες»24. Στην Καλιφόρνια θα έβρισκε όχι μόνο μια σταδιοδρομία αλλά και τη σύζυγό του, μεγάλες ευκαιρίες να υπηρετήσει στην Εκκλησία και ένα σπιτικό για περισσότερες από τρεις δεκαετίες.
Οι πρώτες δουλειές του Χάουαρντ στην Καλιφόρνια ήταν να πωλεί παπούτσια και να εργάζεται σε ένα εργοστασιακό συγκρότημα συσκευασίας εσπεριδοειδών, όπου κάποιες ημέρες φόρτωνε 45 έως και 50 τόνους πορτοκάλια σε βαγόνια σιδηροδρόμου. «Δεν ήξερα ότι υπήρχαν τόσο πολλά πορτοκάλια στον κόσμο» σχολίασε χιουμοριστικά. Μία φορά είχε «μια τρομακτική ημέρα» επειδή έπρεπε να ξεχωρίσει λεμόνια ανάλογα με το χρώμα και δεν μπορούσε να διακρίνει τις κίτρινες και πράσινες αποχρώσεις, επειδή δεν έβλεπε χρώματα. «Προτού τελειώσει η ημέρα, πίστευα ότι θα πάθω νευρικό κλονισμό» θυμόταν25.
Μετά από δύο εβδομάδες στο εργοστάσιο εσπεριδοειδών, ο Χάουαρντ έκανε αίτηση για μία δουλειά σε τράπεζα στο Λος Άντζελες, η οποία τον προσέλαβε αμέσως και άρχισε να τον προωθεί γρήγορα. Εξακολούθησε, επίσης, τις μουσικές δραστηριότητές του, παίζοντας με διάφορα συγκροτήματα τα βράδια. Τον Σεπτέμβριο του 1928, έξι μήνες περίπου μετά την εγκατάσταση του Χάουαρντ στην Καλιφόρνια, η οικογένειά του επανενώθηκε, όταν μετακόμισαν εκεί οι γονείς του και η αδελφή του.
Κατά τη νεότητά του, ο Χάουαρντ παρευρισκόταν στην εκκλησία, όμως δεν είχε μελετήσει το Ευαγγέλιο εις βάθος. Στην Καλιφόρνια έδωσε πολύ περισσότερη προσοχή στη μελέτη του Ευαγγελίου. «Η πρώτη πραγματική αφύπνισή μου στο Ευαγγέλιο ήρθε σε μία τάξη του Σχολείου Κυριακής στον τομέα Άνταμς, που δίδασκε ο αδελφός Πήτερ Κλέιτον» θυμήθηκε. «Διέθετε πλούτο γνώσης και την ικανότητα να εμπνεύσει τους νέους. Μελέτησα τα μαθήματα, διάβασα τις αναθέσεις εκτός ώρας μαθήματος που μας έδωσε και συμμετείχα μιλώντας για ανατεθέντα θέματα. …Θεωρώ αυτή την περίοδο της ζωής μου ως την εποχή όπου άρχισαν να ξεδιπλώνονται οι αλήθειες του Ευαγγελίου. Είχα πάντοτε μία μαρτυρία για το Ευαγγέλιο, όμως ξαφνικά άρχισα να καταλαβαίνω»26. Για τον Χάουαρντ, οι εμπειρίες σε εκείνη την τάξη του Σχολείου Κυριακής ξεκίνησαν την αγάπη της μελέτης του Ευαγγελίου που κράτησε μια ζωή.
Ο Χάουαρντ χαιρόταν να συναναστρέφεται με άλλους νέους ενηλίκους στην περιοχή του Λος Άντζελες. Παρευρίσκονταν μαζί στην εκκλησία, μερικές φορές πήγαιναν σε δύο ή τρεις τομείς την Κυριακή και συμμετείχαν σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Μία από αυτές τις δραστηριότητες είχε διαρκή σπουδαιότητα για τον Χάουαρντ. Λίγους μήνες μετά την άφιξή του στην Καλιφόρνια, ο ίδιος και μερικοί φίλοι παρευρέθηκαν σε έναν χορό της Εκκλησίας και κατόπιν πήγαν στην παραλία στα ρηχά νερά του ωκεανού. Εκείνο το βράδυ, ο Χάουαρντ γνώρισε την Κλάρα Μέι (Κλαιρ) Τζεφς, η οποία είχε βγει ραντεβού με έναν από τους φίλους του. Ανάμεσα στον Χάουαρντ και την Κλαιρ αναπτύχθηκε γρήγορα μια αμοιβαία έλξη η οποία άνθισε και έγινε αγάπη.
Βγήκαν ραντεβού κάποιες φορές το 1928 και η σχέση τους έγινε πιο σοβαρή τον επόμενο χρόνο. «Είχε ανοιχτά καστανά μαλλιά και ήταν πολύ όμορφη» είπε αργότερα ο Χάουαρντ. «Νομίζω ότι αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο ήταν το βάθος της μαρτυρίας της»27. Ένα ανοιξιάτικο δειλινό το 1931, περίπου τρία χρόνια μετά τη γνωριμία τους, ο Χάουαρντ πήγε την Κλαιρ σε ένα μέρος με θέα τον Ειρηνικό Ωκεανό. Εκεί της έκανε πρόταση γάμου και εκείνη δέχθηκε. Ο Χάουαρντ είπε αργότερα:
«Πήγαμε με το αυτοκίνητο στο Πάλος Βέρντες και σταματήσαμε στα απότομα βράχια, από όπου μπορούσαμε να δούμε τα κύματα να κυλάνε από τον Ειρηνικό και να σπάνε στα βράχια στο φως της πανσελήνου. Μιλήσαμε για τα σχέδιά μας και πέρασα στο δάχτυλό της ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι. Πήραμε πολλές αποφάσεις εκείνο το βράδυ και κάποιες σταθερές αποφάσεις σχετικά με τη ζωή μας»28.
Εκείνες οι αποφάσεις επηρέασαν τον Χάουαρντ ώστε να πάρει μια απόφαση που θα άλλαζε τη ζωή του, τέσσερις ημέρες πριν από τον γάμο. Αφού έπαιξε με το συγκρότημά του εκείνο το βράδυ, πακετάρισε τα μουσικά όργανα και δεν έπαιξε ξανά επαγγελματικά. Το να παίζω μουσική σε χορούς και πάρτι «είχε τη γοητεία του κατά κάποια έννοια» είπε «έβγαζα αρκετά χρήματα», όμως καταλάβαινε ότι αυτό το είδος ζωής ήταν ασύμβατο με τη ζωή που ονειρευόταν για την οικογένειά του. «Αυτό άφησε ένα κενό για κάποιο πράγμα που με ευχαριστούσε, [όμως] δεν μετάνιωσα ποτέ για την απόφαση» είπε χρόνια αργότερα29. Ο γιος του, Ρίτσαρντ, παρατήρησε: «Συχνά σκέφθηκα πόσο πολλή πειθαρχία χρειάστηκε (το λέω τόλμη) για να εγκαταλείψει κάτι που βαθιά αγαπούσε, επειδή έδινε περισσότερη αξία σε κάτι άλλο»30.
Δυσκολίες και ευλογίες κατά τα πρώτα χρόνια του γάμου
Ο Χάουαρντ και η Κλαιρ παντρεύτηκαν στον Ναό της Σωλτ Λέηκ στις 10 Ιουνίου 1931 και επέστρεψαν στη Νότια Καλιφόρνια για να ξεκινήσουν τη ζωή τους μαζί. Οι συνθήκες εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες επιδεινώνονταν εξαιτίας του Μεγάλου Κραχ και τον Ιανουάριο του 1932, η τράπεζα όπου εργαζόταν ο Χάουαρντ αναγκάστηκε να κλείσει. Τα επόμενα δύο χρόνια εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, προσπαθώντας να τα φέρει βόλτα. Ο ίδιος και η Κλαιρ ήταν αποφασισμένοι να είναι ανεξάρτητοι όσο το δυνατόν περισσότερο καιρό, όμως μετά από ένα έτος αποδέχθηκαν μία πρόσκληση να ζήσουν με τους γονείς της Κλαιρ για ένα διάστημα.
Στις 20 Μαρτίου 1934, γεννήθηκε το πρώτο παιδί του Χάουαρντ και της Κλαιρ Χάντερ, ένας γιος που ονόμασαν Χάουαρντ Ουίλλιαμ Χάντερ ο νεότερος και τον φώναζαν Μπίλλυ. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού παρατήρησαν ότι ο Μπίλλυ έδειχνε ληθαργικός. Οι γιατροί τον διέγνωσαν με αναιμία και ο Χάουαρντ έδωσε δύο φορές αίμα για μεταγγίσεις, όμως η κατάσταση του Μπίλλυ δεν βελτιώθηκε. Περαιτέρω εξετάσεις αποκάλυψαν ένα σοβαρό εντερικό πρόβλημα για το οποίο οι γιατροί σύστησαν να γίνει εγχείρηση. Ο Χάουαρντ θυμόταν: «Με πήγαν στον θάλαμο, σε ένα τραπέζι δίπλα του και έδινα αίμα κατά τη διάρκεια της εγχείρησης. Μετά την εγχείρηση οι γιατροί δεν έδιναν πολλές ελπίδες»31. Τρεις ημέρες αργότερα, ο επτά μηνών Μπίλλυ πέθανε ήσυχα, με τους γονείς του δίπλα στο κρεβάτι του. «Ήμασταν τσακισμένοι από τη θλίψη και παραλυμένοι καθώς φεύγαμε από το νοσοκομείο μέσα στη νύχτα» έγραψε ο Χάουαρντ32. «Ήταν ένα μεγάλο χτύπημα για εμάς»33.
Δύο μήνες πριν γεννηθεί ο Μπίλλυ, ο Χάουαρντ είχε βρει δουλειά στην Υπηρεσία ελέγχου πλημμυρών περιφερείας του Λος Άντζελες. Η εργασία του εκεί τον έφερε σε επαφή με νομικά κείμενα και διαδικασίες δικαστηρίου και αποφάσισε να ακολουθήσει μια σταδιοδρομία δικηγόρου. Η ολοκλήρωση αυτού του στόχου απαιτούσε σταθερή απόφαση και σκληρή δουλειά επί χρόνια. Μην έχοντας κάποιο πτυχίο, ο Χάουαρντ έπρεπε να ολοκληρώσει πολλά μαθήματα για να μπορέσει να εισαχθεί στη Νομική. Πήγαινε σε βραδινές τάξεις μαθημάτων, διότι έπρεπε να συνεχίσει να εργάζεται. Ακόμα και στα χρόνια των σπουδών του στη Νομική, συνέχισε να εργάζεται με πλήρη απασχόληση. «Το να εργάζεσαι όλη την ημέρα και να πηγαίνεις στη σχολή το βράδυ και, επιπλέον, να βρίσκεις χρόνο να μελετάς δεν ήταν εύκολο» έγραψε34. «Δεν ήταν ασυνήθιστο για μένα να μελετώ αργά μέσα στη νύχτα»35. Ο Χάουαρντ διατήρησε εκείνο το αυστηρό πρόγραμμα επί πέντε χρόνια και τελικά αποφοίτησε το 1939, τρίτος στην τάξη του.
Ενόσω ο Χάουαρντ ήταν στη Νομική, γεννήθηκαν άλλοι δύο γιοι από την Κλαιρ και εκείνον – ο Τζων το 1936 και ο Ρίτσαρντ το 1938. Χάρη στη δουλειά του Χάουαρντ στην Υπηρεσία ελέγχου πλημμυρών περιφερείας, η οικογένεια μπόρεσε να αγοράσει ένα μικρό σπίτι.
Επίσκοπος του τομέα Ελ Σερίνο
Το 1940, περίπου έναν χρόνο αφότου αποφοίτησε από τη Νομική ο Χάουαρντ, κλήθηκε να υπηρετήσει ως επίσκοπος του πρόσφατα δημιουργημένου τομέα Ελ Σερίνο στην Καλιφόρνια. Έκπληκτος από αυτή την κλήση, είπε: «Πάντοτε φανταζόμουν τον επίσκοπο σαν μεγαλύτερο σε ηλικία άνθρωπο και ρώτησα πώς θα μπορούσα να είμαι ο πατέρας του τομέα στη νεαρή ηλικία των τριάντα δύο ετών». Η προεδρία πασσάλου απάντησε διαβεβαιώνοντάς τον ότι μπορούσε να είναι «αντάξιος της ανάθεσης». Μολονότι ο Χάουαρντ αισθανόταν το μεγάλο βάρος, υποσχέθηκε: «Θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ»36. Εκπλήρωσε εκείνη την υπόσχεση με μεγάλη αφοσίωση, έμπνευση και συμπόνια στη διάρκεια των έξι και πλέον ετών υπηρέτησης ως επίσκοπος.
Ξανά ο Χάουαρντ αντιμετώπισε βαριές απαιτήσεις στο πρόγραμμα και στην ενέργεια που διέθετε, όμως κατάλαβε ότι η υπηρέτησή του τον αντάμειβε με πολλές ευλογίες. «Βρέθηκα να με κατακλύζουν τεράστιες ευθύνες» είπε. «Ήταν ένα λαμπρό έργο και μια σπουδαία ευλογία»37.
Άμεση ανάγκη για τον νέο τομέα ήταν να βρεθεί ένας χώρος συγκεντρώσεων. Η επισκοπική ηγεσία ενοικίασε κάποια δωμάτια σε ένα τοπικό κτήριο και τα μέλη του τομέα άρχισαν να συγκεντρώνουν χρήματα για το δικό τους οίκημα συγκεντρώσεων. Η κατασκευή των κτηρίων της Εκκλησίας σύντομα σταμάτησε εξαιτίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όμως τα μέλη του τομέα ατένιζαν το μέλλον και εξακολουθούσαν να συγκεντρώνουν χρήματα. Για έναν από τους εράνους, γνωστόν ως «πρόγραμμα κρεμμύδι», πήγαν σε ένα εργοστάσιο όπου έφτιαχναν πίκλες για να κόβουν κρεμμύδια. Η μυρωδιά από τα κρεμμύδια δεν έφευγε από επάνω τους, κάτι που έκανε τον επίσκοπο Χάντερ να παρατηρήσει αστειευόμενος: «Μπορούσες εύκολα να καταλάβεις στη συγκέντρωση μεταλήψεως αν κάποιο άτομο είχε κόψει κρεμμύδια»38.
Άλλοι έρανοι περιελάμβαναν να τεμαχίζουν λάχανα σε ένα εργοστάσιο ξινολάχανου και συσκευασία και πώληση περισσεύματος δημητριακών για πρωινό. «Ήταν χαρούμενες ημέρες εκείνες, όταν δουλεύαμε μαζί, άνθρωποι κάθε τάξης και ικανοτήτων να στηρίζουν την επισκοπική ηγεσία για τη συγκέντρωση χρημάτων ώστε να χτιστεί μία κυρίως εκκλησία» θυμόταν ο επίσκοπος Χάντερ. «Ο τομέας μας ήταν σαν μία μεγάλη, χαρούμενη οικογένεια»39. Μετά από πολλή υπομονή και θυσίες, ο στόχος για το οίκημα συγκεντρώσεων του τομέα πραγματοποιήθηκε τελικά το 1950, σχεδόν τέσσερα χρόνια αφότου ο Χάουαρντ απαλλάχθηκε των καθηκόντων του ως επίσκοπος.
Το να είναι κάποιος επίσκοπος στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, παρουσίαζε μοναδικές δυσκολίες. Πολλά άρρενα μέλη του τομέα υπηρετούσαν στον στρατό, αφήνοντας οικογένειες χωρίς συζύγους και πατέρες στο σπίτι. Η έλλειψη ανδρών παρουσίαζε, επίσης, δυσκολίες στο να καλύπτονται οι κλήσεις της Εκκλησίας. Συνεπώς, στη διάρκεια ενός μέρους του χρόνου του ως επίσκοπος, ο Χάουαρντ υπηρετούσε επίσης και ως δάσκαλος προσκόπων. «Είχαμε μια ομάδα πέντε λαμπρών νέων ανδρών οι οποίοι δεν μπορούσαν να παραβλεφθούν» είπε. «Εργάστηκα με τα αγόρια δύο σχεδόν χρόνια και είχαν εξαίρετη πρόοδο»40.
Ο Χάουαρντ απαλλάχθηκε των καθηκόντων του ως επίσκοπος στις 10 Νοεμβρίου 1946. «Θα είμαι πάντοτε ευγνώμων για το προνόμιο αυτό και την εκπαίδευση εκείνων των ετών» είπε. Μολονότι η εμπειρία ήταν «δύσκολη από πολλές απόψεις», ο ίδιος και η Κλαιρ «ήμασταν ευγνώμονες για τις αξίες που έφερε στην οικογένειά μας»41. Εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για την υπηρέτηση του επισκόπου Χάντερ, ένα μέλος του τομέα έγραψε: «Έφερε τα μέλη του μικρού τομέα μας κοντά, σε μία ενωμένη προσπάθεια και μας δίδαξε να επιτυγχάνουμε στόχους που έδειχναν πέρα από αυτό που νομίζαμε εφικτό. Δουλέψαμε μαζί ως τομέας, προσευχηθήκαμε μαζί, παίξαμε μαζί και λατρεύσαμε μαζί»42.
Αν και ο Χάουαρντ απαλλάχθηκε το 1946, ο ξεχωριστός δεσμός του με τα μέλη του τομέα Ελ Σερίνο εξακολούθησε. Ο γιος του, Ρίτσαρντ, είπε ότι «έως το τέλος της ζωής του, παρέμεινε σε επαφή με αυτούς και ήξερε πού βρίσκονταν και ποιες ήταν οι συνθήκες της ζωής τους. Όποτε ταξίδευε σε ένα μέρος όπου [ζούσε] ένα από τα μέλη του παλαιού τομέα, επικοινωνούσε μαζί του. Η αγάπη που είχε για τα μέλη του τομέα διήρκεσε σε όλη τη ζωή του»43.
Ανατρέφοντας μια οικογένεια και οικοδομώντας μια σταδιοδρομία
Ο Χάουαρντ και η Κλαιρ Χάντερ ήταν στοργικοί γονείς που δίδαξαν στους γιους τους αξίες, υπευθυνότητα και τη σπουδαιότητα του Ευαγγελίου. Πολύ πριν η Εκκλησία ορίσει το βράδυ της Δευτέρας για οικογενειακή βραδιά, η οικογένεια Χάντερ είχε ξεχωρίσει εκείνη τη βραδιά ως χρόνο για διδασκαλία, αφήγηση ιστοριών, παιχνίδια και να πηγαίνουν όλοι μαζί κάπου. Όταν ταξίδευε η οικογένεια, πήγαιναν μερικές φορές σε ναούς, ώστε να μπορούν ο Τζων και ο Ρίτσαρντ να τελούν εξ υποκαταστάσεως βαπτίσεις για τους νεκρούς. Ο Χάουαρντ και οι γιοι του διασκέδαζαν να φτιάχνουν μακέτες τρένων, να κατασκηνώνουν και να ασχολούνται με άλλες δραστηριότητες στην ύπαιθρο μαζί.
Ο Χάουαρντ εργαζόταν με πλήρες ωράριο και συγχρόνως φοιτούσε στη Νομική όταν γεννήθηκαν ο Τζων και ο Ρίτσαρντ και κλήθηκε ως επίσκοπος όταν ήταν πολύ μικρά – σε ηλικίες τεσσάρων και δύο – επομένως, η οικοδόμηση μιας δυνατής οικογένειας απαιτούσε επιπλέον χρόνο αφοσίωσης από την Κλαιρ. Εκείνη πρόσφερε με χαρά εκείνη την αφοσίωση. «Η επιθυμία μου και η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου… ήταν να είμαι καλή σύζυγος, καλή νοικοκυρά και μια πραγματικά καλή μητέρα» είπε. «Εργαστήκαμε σκληρά για να κρατήσουμε τους γιους μας κοντά στην Εκκλησία. Τα αγόρια κι εγώ περάσαμε θαυμάσια μαζί»44. Ο Χάουαρντ συχνά επαινούσε την Κλαιρ για την επιρροή και τις θυσίες της στην ανατροφή των γιων τους.
Τα χρόνια που ανέτρεφε μία οικογένεια και υπηρετούσε σε κλήσεις ηγεσίας στην Εκκλησία, ο Χάουαρντ δημιουργούσε επίσης ένα επιτυχημένο δικηγορικό γραφείο. Εργαζόμενος κυρίως με επιχειρηματίες και πελάτες εταιρειών, έγινε ένας ιδιαίτερα σεβαστός δικηγόρος στη Νότια Καλιφόρνια. Εξελέγη για να υπηρετήσει στο διοικητικό συμβούλιο περισσοτέρων από είκοσι τεσσάρων εταιρειών.
Στο επάγγελμά του, ο Χάουαρντ ήταν γνωστός για την ακεραιότητά του, την σαφήνεια της σκέψης του, τις καθαρές επικοινωνίες του και την αίσθηση αμεροληψίας. Ήταν, επίσης, γνωστός ως «δικηγόρος του λαού» – κάποιος ο οποίος «πάντοτε έδειχνε να έχει τον χρόνο και το ενδιαφέρον να βοηθά τους ανθρώπους στα προβλήματά τους»45. Ένας δικηγόρος είπε ότι ο Χάουαρντ «νοιαζόταν περισσότερο να βλέπει ότι οι άνθρωποι είχαν τη βοήθεια που χρειάζονταν παρά για την αμοιβή του»46.
Πρόεδρος του πασσάλου Πασαντίνα της Καλιφόρνιας
Τον Φεβρουάριο του 1950, ο Πρεσβύτερος Στήβεν Ρίτσαρντς και ο Πρεσβύτερος Χάρολντ Λη της Απαρτίας των Δώδεκα, ταξίδεψαν στην Καλιφόρνια για να χωρίσουν τον γρήγορα αναπτυσσόμενο πάσσαλο Πασαντίνα. Πήραν συνέντευξη από πολλούς αδελφούς στον πάσσαλο, συμπεριλαμβανομένου του Χάουαρντ. Αφού συλλογίστηκαν προσευχόμενοι ποιον θα ήθελε ο Κύριος να υπηρετήσει ως πρόεδρος πασσάλου, τα μεσάνυχτα περίπου κάλεσαν τον Χάουαρντ και του έδωσαν την κλήση. Οι Πρεσβύτεροι Ρίτσαρντς και Λη τού είπαν να κοιμηθεί καλά και τον κάλεσαν νωρίς το άλλο πρωί με την εισήγησή του για συμβούλους. «Γύρισα σπίτι εκείνο το βράδυ, όμως δεν κοιμήθηκα» είπε ο Χάουαρντ. «Η κλήση ήταν συγκλονιστική. Η Κλαιρ κι εγώ μιλήσαμε πολλή ώρα»47.
Όταν υποστηρίχθηκε ο Πρόεδρος Χάντερ και οι σύμβουλοί του, άρχισαν να κάνουν μία εκτίμηση των αναγκών στον πάσσαλο. Υψηλή προτεραιότητα για τη νέα προεδρία πασσάλου ήταν να βοηθήσουν τα μέλη να οικοδομήσουν πνευματική δύναμη. Μία ανησυχία ήταν ότι οι οικογένειες έχαναν σε ενότητα, εν μέρει διότι απασχολούνταν σε τόσες πολλές δραστηριότητες. Όταν οι ηγέτες προσευχήθηκαν και συμβουλεύθηκαν ο ένας τον άλλο, είχαν την παρότρυνση να τονίσουν την οικογενειακή βραδιά και να κρατήσουν τα βράδια της Δευτέρας για τις οικογένειες. Όλα τα κτήρια της Εκκλησίας στον πάσσαλο ήταν κλειστά τα βράδια της Δευτέρας και «δεν γίνονταν άλλες εκδηλώσεις που θα συνέπιπταν με εκείνη την ιερή βραδιά» εξήγησε ο Πρόεδρος Χάντερ48.
Από τις αρχές της υπηρέτησής του, ο Πρόεδρος Χάντερ και άλλοι πρόεδροι πασσάλου στη Νότια Καλιφόρνια συναντιόνταν με τον Πρεσβύτερο Στήβεν Ρίτσαρντς για να συζητήσουν κάποιο πρόγραμμα σεμιναρίου για μαθητές γυμνασίου. Ο Πρόεδρος Χάντερ θυμόταν: «[Ο Πρεσβύτερος Ρίτσαρντς] εξήγησε ότι θα ήθελαν να δοκιμάσουν ένα πείραμα με τάξεις σεμιναρίου νωρίς το πρωί, σε μία περιοχή όπου ο νόμος δεν προνοούσε για χρόνο απουσίας [από το σχολείο] για θρησκευτική εκπαίδευση»49. Ο Πρόεδρος Χάντερ ορίστηκε πρόεδρος μιας επιτροπής η οποία μελετούσε το εφικτό της ιδέας. Ολοκληρώνοντας τη μελέτη, η επιτροπή σύστησε την εισαγωγή σεμιναρίου νωρίς το πρωί για μαθητές σε τρία γυμνάσια. Ως νέος, ο γιος τού Προέδρου Χάντερ, Ρίτσαρντ, συμμετείχε στο πείραμα του σεμιναρίου νωρίς το πρωί. Θυμόταν: «Αναρωτιόμασταν αν κάποιος είχε χάσει το μυαλό του για να κάνει μάθημα στις 6:00 π.μ., όμως έγινε η αγαπημένη ώρα της ημέρας μας, όπου μπορούσαμε να είμαστε μαζί ως φίλοι της Εκκλησίας και να μαθαίνουμε»50. Αυτό το πρόγραμμα σύντομα επεξετάθη σε άλλους μαθητές και ήταν το προοίμιο του προγράμματος σεμιναρίου νωρίς το πρωί για τους νέους της Εκκλησίας.
Στη γενική συνέλευση Οκτωβρίου 1951, η Πρώτη Προεδρία συναντήθηκε με τους προέδρους πασσάλου από τη Νότια Καλιφόρνια για να ανακοινώσουν την επιθυμία τους να οικοδομήσουν ένα ναό στο Λος Άντζελες. Η προοπτική να έχουν έναν ναό κοντά, έδωσε μεγάλη χαρά – και θα απαιτούσε μεγάλες θυσίες, καθώς ζητήθηκε από τα μέλη της Εκκλησίας να συνεισφέρουν 1 εκατομμύριο δολάρια για την κατασκευή του. Όταν ο Πρόεδρος Χάντερ επέστρεψε στην Καλιφόρνια, συναντήθηκε με ηγέτες πασσάλου και τομέα και είπε: «Δώστε στους ανθρώπους την ευκαιρία να λάβουν μεγάλες ευλογίες, συνεισφέροντας γενναιόδωρα για τον ναό»51. Μέσα σε έξι μήνες, τα μέλη στη Νότια Καλιφόρνια είχαν δεσμευθεί για το ποσό του 1,6 εκατομμυρίων δολαρίων για την οικοδόμηση του ναού ο οποίος αφιερώθηκε το 1956.
Εκτός από τη συνεισφορά κεφαλαίων για τον ναό και άλλα κτήρια της Εκκλησίας, τα μέλη παρείχαν εθελοντική εργασία. Όταν οικοδομήθηκαν τα οικήματα συγκεντρώσεων, ο Πρόεδρος Χάντερ δαπάνησε πολλές ώρες βοηθώντας με φτυάρι, σφυρί ή βούρτσα χρωματίσματος. Επιπλέον, τα μέλη παρείχαν εθελοντική εργασία για προγράμματα πρόνοιας της Εκκλησίας, τα οποία συμπεριλάμβαναν αγροκτήματα πουλερικών, δενδρόκηπους εσπεριδοειδών και κονσερβοποιεία. Επί οκτώ χρόνια ο Πρόεδρος Χάντερ είχε την ανάθεση να συντονίσει το έργο των 12 πασσάλων επί των προγραμμάτων αυτών και συχνά βοηθούσε ο ίδιος στο έργο. «Ποτέ δεν ζήτησε από κανέναν να κάνει κάτι ή να αναλάβει μία εργασία που δεν θα έκανε ο ίδιος» παρατήρησε ένας φίλος52. Χρόνια αργότερα, ως μέλος της Απαρτίας των Δώδεκα, ο Πρεσβύτερος Χάντερ είπε:
«Ποτέ δεν συμμετείχα σε πρόγραμμα πρόνοιας που να μην είναι διασκεδαστικό. Σκαρφάλωσα σε δέντρα και έκοψα λεμόνια, καθάρισα φρούτα, λειτούργησα λέβητες, μετέφερα κιβώτια, ξεφόρτωσα φορτηγά, καθάρισα κονσερβοποιεία και χίλια ένα ακόμα πράγματα, όμως αυτά που θυμάμαι περισσότερο είναι τα γέλια και τα τραγούδια και την καλή παρέα των ανθρώπων που εργάζονταν στην υπηρεσία του Κυρίου»53.
Τον Νοέμβριο του 1953, ο Πρόεδρος και η αδελφή Χάντερ και άλλα μέλη του πασσάλου Πασαντίνα, ταξίδεψαν στον Ναό Μέσα της Αριζόνας για να κάνουν έργο διατάξεων. Στις 14 Νοεμβρίου ήταν τα 46α γενέθλια του Προέδρου Χάντερ και πριν αρχίσει η συγκέντρωση εκείνη την ημέρα, ο πρόεδρος ναού τού ζήτησε να απευθυνθεί σε εκείνους που ήταν συγκεντρωμένοι στην κυρίως εκκλησία. Αργότερα έγραψε για την εμπειρία αυτή:
«Ενόσω μιλούσα στο εκκλησίασμα… μπήκαν στην κυρίως εκκλησία ο πατέρας και η μητέρα μου ντυμένοι στα λευκά. Δεν γνώριζα ότι ο πατέρας μου είχε προετοιμαστεί για τις ευλογίες του ναού, αν και η μητέρα αγωνιούσε γι’ αυτό για αρκετό καιρό. Είχα τόσο πολύ συγκινηθεί, ώστε δεν μπορούσα να συνεχίσω να μιλάω. Ο Πρόεδρος Πηρς [ο πρόεδρος ναού] ήρθε πλάι μου και εξήγησε τον λόγο της διακοπής. Όταν ο πατέρας και η μητέρα μου ήρθαν στον ναό εκείνο το πρωί, ζήτησαν από τον πρόεδρο να μην μου αναφέρει ότι ήταν εκεί, διότι ήθελαν να είναι η έκπληξη για τα γενέθλιά μου. Ήταν τα γενέθλια που δεν ξέχασα ποτέ, διότι εκείνη την ημέρα είχαν λάβει την προικοδότησή τους και είχα το προνόμιο να είμαι μάρτυρας της επισφράγισής τους, μετά την οποία επισφραγίστηκα σε αυτούς»54.
Περίπου τρία χρόνια αργότερα, οι αιώνιοι δεσμοί τής οικογένειας του Προέδρου Χάντερ ολοκληρώθηκαν όταν η Ντόροθυ επισφραγίστηκε στους γονείς της στον πρόσφατα αφιερωμένο Ναό Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας.
Ως πρόεδρος πασσάλου, ο Χάουαρντ ηγήθηκε με αγάπη. Μία γυναίκα η οποία υπηρετούσε σε μία κλήση πασσάλου, είπε: «Αισθανόσαστε εκτίμηση, ότι σας ήθελαν και σας χρειάζονταν. …Έκανε τους ανθρώπους υπεύθυνους όταν λάμβαναν μία κλήση, όμως αν χρειάζονταν τη γνώμη ή τη συμβουλή του, ήταν πάντοτε εκεί. Ξέραμε ότι είχαμε την απόλυτη στήριξη και το ενδιαφέρον του55. Ένας από τους συμβούλους του σημείωσε: «Επαινούσε τους ανθρώπους για τα επιτεύγματά τους και τους άφηνε να εκπληρώσουν τις μεγάλες προσδοκίες τους»56. Ένα μέλος του πασσάλου που είπε ότι ο Πρόεδρος Χάντερ ήταν ο διδάσκαλος που την είχε επηρεάσει περισσότερο, εξήγησε: «Αυτός ο άνδρας αγαπούσε τους άλλους, θέτοντάς τους ως ύψιστη προτεραιότητα, ακούγοντας για να καταλάβει και μιλώντας για τις εμπειρίες του σε άλλους»57.
Έως το φθινόπωρο του 1959, ο Χάουαρντ Χάντερ είχε προεδρεύσει του πασσάλου Πασαντένα για περισσότερα από εννέα χρόνια, προσφέροντας υπηρέτηση η οποία είχε ευλογήσει τη ζωή χιλιάδων Αγίων των Τελευταίων Ημερών στη Νότια Καλιφόρνια. Η διακονία του σκοπό είχε να επεκταθεί η ευλογία στη ζωή των μελών της Εκκλησίας ανά τον κόσμο.
Απαρτία των Δώδεκα
«Και να δώσεις μαρτυρία για το όνομά μου, …Και να στείλεις το λόγο μου στα πέρατα τής γης» (Δ&Δ 112:4).
Στις 9 Οκτωβρίου 1959, μεταξύ των συγκεντρώσεων της γενικής συνέλευσης στη Σωλτ Λέηκ Σίτυ, ο Χάουαρντ έμαθε ότι ο Πρόεδρος ΜακΚέι ήθελε να τον συναντήσει. Πήγε αμέσως στο Κτήριο Διοικήσεως της Εκκλησίας, όπου ο Πρόεδρος ΜακΚέι τον χαιρέτισε θερμά και είπε: «Πρόεδρε Χάντερ…, ο Κύριος μίλησε. Καλείσαι να είσαι ένας από τους ειδικούς μάρτυρές του και αύριο θα υποστηριχθείς ως μέλος του Συμβουλίου των Δώδεκα»58. Σχετικά με την εμπειρία εκείνη ο Χάουαρντ έγραψε:
«Δεν μπορώ να επιχειρήσω να εξηγήσω το συναίσθημα που με κατέκλυσε. Δάκρυα ήρθαν στα μάτια μου και δεν μπορούσα να μιλήσω. Ποτέ δεν ένιωσα τόση απόλυτη ταπεινοφροσύνη, όσο όταν κάθισα εκεί, παρόντος αυτού του σπουδαίου, γλυκού, καλοσυνάτου ανθρώπου – του προφήτη του Κυρίου. Μου είπε πόσο μεγάλη χαρά θα έφερνε αυτό στη ζωή μου, η θαυμάσια συναναστροφή με τους αδελφούς και πως στο εξής η ζωή και ο χρόνος μου θα αφιερώνονταν ως υπηρέτη του Κυρίου και ότι στο εξής θα ανήκα στην Εκκλησία και σε όλο τον κόσμο. …Έβαλε τα χέρια του γύρω μου και με διαβεβαίωσε ότι ο Κύριος θα με αγαπούσε και θα είχα την υποστηρικτική εμπιστοσύνη της Πρώτης Προεδρίας και του Συμβουλίου των Δώδεκα. …[Του είπα] ότι ευχαρίστως θα έδινα από τον χρόνο, τη ζωή μου και όλα όσα διέθετα στην υπηρέτηση αυτή»59.
Όταν ο Χάουαρντ έφυγε από το γραφείο του Προέδρου ΜακΚέι, πήγε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του και τηλεφώνησε στην Κλαιρ η οποία βρισκόταν στο Πρόβο, όπου είχε πάει να επισκεφθεί τον γιο τους Τζων, τη σύζυγο και το μωρό τους. Στην αρχή ο Χάουαρντ δεν μπορούσε καν να μιλήσει. Όταν τελικά είπε στην Κλαιρ για την κλήση, τους συνεπήρε μεγάλη συγκίνηση.
Την επόμενη ημέρα, στη συγκέντρωση πρωινού Σαββάτου της γενικής συνέλευσης, ο Χάουαρντ Ουίλλιαμ Χάντερ υποστηρίχθηκε ως μέλος της Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων. «Αισθάνθηκα… το βάρος του κόσμου στους ώμους μου» είπε για εκείνη την εποχή. «Καθώς προχωρούσε η συνέλευση, αισθανόμουν πολύ άβολα και αναρωτιόμουν αν ποτέ θα μπορούσα να αισθανθώ ότι αυτή ήταν η σωστή θέση για μένα»60.
Ο Πρόεδρος ΜακΚέι κάλεσε τον Πρεσβύτερο Χάντερ να μιλήσει στη συγκέντρωση απογεύματος Κυριακής στη συνέλευση. Αφού έκανε μία σύντομη επανεξέταση της ζωής του και έδωσε τη μαρτυρία του, είπε:
«Δεν απολογούμαι για τα δάκρυα που έρχονται στα μάτια μου σε αυτή την περίσταση, διότι πιστεύω ότι βλέπω φίλους, τους αδελφούς και τις αδελφές μου στην Εκκλησία, των οποίων η καρδιά χτυπά όπως και η δική μου σήμερα, με ενθουσιασμό για το Ευαγγέλιο και την υπηρέτηση στους άλλους.
»Πρόεδρε ΜακΚέι… αποδέχομαι χωρίς επιφύλαξη την κλήση που μου δώσατε και είμαι πρόθυμος να αφιερώσω τη ζωή μου και όλα όσα έχω για την υπηρέτηση αυτή. Η αδελφή Χάντερ συμπράττει με εμένα στην υπόσχεση αυτή»61.
Ο Πρεσβύτερος Χάντερ χειροτονήθηκε Απόστολος στις 15 Οκτωβρίου 1959. Σε ηλικία 51 ετών, ήταν το νεότερο μέλος των Δώδεκα, ο μέσος όρος ηλικίας των οποίων τότε ήταν σχεδόν 66 έτη.
Για τους επόμενους 18 μήνες, ο Πρεσβύτερος Χάντερ ταξίδευε τακτικά μεταξύ Καλιφόρνιας και Γιούτας καθώς ολοκλήρωνε το απαραίτητο έργο της πρακτικής του στη νομική και προετοίμαζε τη μετακόμισή του. Ένας από τους πελάτες του είπε ότι «Η Εκκλησία θα πρέπει να είχε κάνει μια πολύ ελκυστική προσφορά», ώστε να τον δελεάσει και να εγκαταλείψει μία τόσο επιτυχημένη πρακτική στην νομική. Αναφορικά με αυτό, ο Πρεσβύτερος Χάντερ έγραψε στο ημερολόγιό του:
«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν γιατί άτομα της πίστης μας ανταποκρίνονται σε κλήσεις να υπηρετήσουν ή τη δέσμευση που αναλαμβάνουμε να τα δώσουμε όλα. …Απόλαυσα ολοκληρωτικά την πρακτική στη νομική, όμως αυτή η κλήση που ήρθε σε εμένα θα επισκιάσει κατά πολύ την επιδίωξη του επαγγέλματος ή το χρηματικό κέρδος»62.
Η αποστολική διακονία του Πρεσβυτέρου Χάντερ θα διαρκούσε περισσότερο από 35 χρόνια και κατά το διάστημα εκείνο θα ταξίδευε σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου για να πραγματοποιήσει την επιφόρτισή του ως ειδικού μάρτυρα του Ιησού Χριστού (βλέπε Δ&Δ 107:23).
Η Γενεαλογική Εταιρεία της Γιούτας
«Ας… προσφέρουμε, λοιπόν…, προς τον Κύριο… ένα βιβλίο που να περιέχει τις καταγραφές των νεκρών μας, το οποίο να είναι άξιο κάθε αποδοχής» (Δ&Δ 128:24).
Το 1964, η Πρώτη Προεδρία όρισε τον Πρεσβύτερο Χάντερ να είναι πρόεδρος της Γενεαλογικής Εταιρείας της Εκκλησίας, η οποία ήταν τότε γνωστή ως η Γενεαλογική Εταιρεία της Γιούτας. Εκείνη η οργάνωση ήταν ο πρόδρομος του Τμήματος Οικογενειακής Ιστορίας της Εκκλησίας. Σκοπός της ήταν να συγκεντρώσει, να διατηρήσει και να μοιραστεί πληροφορίες γενεαλογίας με όλο τον κόσμο. Ο Πρεσβύτερος Χάντερ προήδρευσε της εταιρείας επί οκτώ έτη και κατά τη διάρκεια εκείνου του χρόνου επέβλεπε αλλαγές με μακροχρόνια οφέλη για την επίσπευση, βελτίωση και επέκταση του έργου οικογενειακής ιστορίας.
Έως το 1969, η οργάνωση είχε συγκεντρώσει «περισσότερα από 670.000 ρολά μικροφίλμ, που αντιπροσώπευαν το αντίστοιχο τριών εκατομμυρίων τόμων, 300 σελίδων έκαστος». Είχε, επίσης, συλλέξει «έξι εκατομμύρια ολοκληρωμένα αρχεία υλικού γενεαλογικού ενδιαφέροντος οικογενειακών ομάδων, ευρετήριο καρτών αρχείου για 36 εκατομμύρια άτομα και μία συλλογή περισσοτέρων από 90.000 τόμων βιβλίου»63. Κάθε εβδομάδα, περίπου 1.000 ρολά μικροφίλμ προστίθεντο από όλο τον κόσμο. Η επεξεργασία εκείνου του υλικού γενεαλογικού ενδιαφέροντος και το να γίνει προσιτό –τόσο για έρευνα, όσο και για έργο ναού– ήταν ένα τεράστιο έργο. Υπό την ηγεσία του Πρεσβυτέρου Χάντερ, η Γενεαλογική Εταιρεία άρχισε να χρησιμοποιεί τις τελευταίες τεχνολογίες των υπολογιστών για βοήθεια στο έργο. Ένας συγγραφέας παρατήρησε ότι η εταιρεία έγινε «διάσημη στον κόσμο μεταξύ των επαγγελματικών οργανώσεων για τις προοδευτικές δραστηριότητές της στην τήρηση υλικού γενεαλογικού ενδιαφέροντος»64.
Ο Πρεσβύτερος Χάντερ απηλλάγη των καθηκόντων του ως προέδρου της Γενεαλογικής Εταιρείας το 1972. Συνοψίζοντας τον αντίκτυπο που είχαν οι προσπάθειές του, ο Πρεσβύτερος Ρίτσαρντ Σκοτ είπε: «Αφιέρωσε σημαντικό μέρος της ζωής του σε εκείνο το έργο και έθεσε τα θεμέλια και την κατεύθυνση, από τα οποία η Εκκλησία δρέπει ακόμα καρπούς»65.
Το Πολιτιστικό Κέντρο Πολυνησίας
«Ακούστε σεις λαοί μακρινοί. Και σεις που βρίσκεστε επάνω στα νησιά τής θάλασσας, ακούστε όλοι μαζί» (Δ&Δ 1:1).
Το 1965, η Πρώτη Προεδρία διόρισε τον Πρεσβύτερο Χάντερ πρόεδρο και πρόεδρο διοικητικού συμβουλίου του Πολιτιστικού Κέντρου Πολυνησίας στο Λέι της Χαβάης. Εκείνη την εποχή το κέντρο ήταν ανοικτό μόνο για 15 μήνες και αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες. Η τουριστική επισκεψιμότητα ήταν μικρή και οι άνθρωποι είχαν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τους αντικειμενικούς στόχους και τα προγράμματα του κέντρου. Μία εβδομάδα μετά το διορισμό του, ο Πρεσβύτερος Χάντερ, πήγε στο Λέι και άρχισε μία προσεκτική μελέτη των δυνατοτήτων και των αναγκών του κέντρου.
Υπό την ηγεσία του Πρεσβυτέρου Χάντερ, το Πολιτιστικό Κέντρο Πολυνησίας έγινε ένας από τους δημοφιλέστερους πόλους έλξης τουριστών στη Χαβάη, ελκύοντας σχεδόν ένα εκατομμύριο επισκέπτες το 1971. Ο Πρεσβύτερος Χάντερ επέβλεψε, επίσης, μία ευρεία επέκταση του κέντρου και των προγραμμάτων του. Επίσης σημαντικό, κατά τα λεγόμενα του Πρεσβυτέρου Χάντερ, ήταν ότι το κέντρο παρείχε εργασία η οποία επέτρεψε σε «χιλιάδες φοιτητές από τον Νότιο Ειρηνικό [να] βοηθηθούν στο να λάβουν μόρφωση, οι περισσότεροι των οποίων [διαφορετικά] δεν θα μπορούσαν να φύγουν από τα νησιά τους για να πάνε σχολείο»66.
Αφού προήδρευσε του Πολιτιστικού Κέντρου Πολυνησίας επί 12 έτη, ο Πρεσβύτερος Χάντερ απηλλάγη των καθηκόντων του, το 1976. Η υπηρέτησή του ως πρόεδρος βοήθησε να εκπληρωθούν τα λόγια του Προέδρου Ντέηβιντ ΜακΚέι, ο οποίος είπε το 1955 ότι το μικρό χωριό του Λέι είχε τη δυνατότητα να γίνει «ένας παράγοντας ιεραποστόλου, επηρεάζοντας όχι χιλιάδες, όχι δεκάδες χιλιάδες, αλλά εκατομμύρια ανθρώπους οι οποίοι θα έρχονται επιζητώντας να μάθουν ποια είναι αυτή η πόλη και ποια η σημασία της»67.
Ιστορικός της Εκκλησίας
«Είναι καθήκον τού γραμματέα τού Κυρίου, τον οποίο εκείνος έχει διορίσει, να τηρεί χρονικό, και γενικό αρχείο τής εκκλησίας για όλα όσα συμβαίνουν στη Σιών» (Δ&Δ 85:1).
Τον Ιανουάριο του 1970, ο Πρόεδρος Ντέηβιντ ΜακΚέι απεβίωσε και ο Τζόζεφ Φίλντινγκ Σμιθ ξεχωρίστηκε ως νέος Πρόεδρος της Εκκλησίας. Ο Τζόζεφ Φίλντινγκ Σμιθ είχε υπηρετήσει ως Ιστορικός της Εκκλησίας τα προηγούμενα 49 χρόνια και όταν έγινε Πρόεδρος της Εκκλησίας, ο Πρεσβύτερος Χάντερ κλήθηκε να τον διαδεχθεί σε εκείνη την ανάθεση. «Ο Πρόεδρος Σμιθ υπήρξε ο ιστορικός της Εκκλησίας επί τόσα πολλά χρόνια, ώστε δεν μπορούσα καν να φανταστώ τον εαυτό μου στη θέση εκείνη» είπε68.
Ο Πρεσβύτερος Χάντερ προσέγγισε αυτή τη νέα ευθύνη με τον συνηθισμένο ζήλο του. «Η ανάθεση, όπως δίνεται από τον Κύριο μέσω αποκάλυψης είναι τρομακτικά δύσκολη – τόσο στην πραγματοποίηση του έργου της συλλογής και γραφής, όσο και στο να μπορούν να χρησιμοποιήσουν το υλικό τα μέλη της Εκκλησίας» είπε69. Το The Church News ανέφερε ότι ο Ιστορικός της Εκκλησίας ήταν «υπεύθυνος για την τήρηση όλων των αρχείων της Εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένων πρακτικών, αρχείων ναού, όλων των διατάξεων, πατριαρχικών ευλογιών και… της τρέχουσας σύνταξης της ιστορίας της Εκκλησίας»70.
Το 1972, μέλη των Δώδεκα απηλλάγησαν από μερικά από τα βαριά διοικητικά καθήκοντά τους, ώστε να μπορούν να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο στην αποστολική διακονία τους. Ως μέρος εκείνης της αλλαγής, ο Πρεσβύτερος Χάντερ απηλλάγη των καθηκόντων του ως Ιστορικός της Εκκλησίας, ωστόσο διατήρησε συμβουλευτικό ρόλο στο Τμήμα Ιστορίας της Εκκλησίας. «Αυτό με αφήνει σε μία θέση καθοδήγησης, όμως με ελαφρύνει από το επιχειρησιακό κομμάτι» έγραψε71. Εξακολούθησε τον συμβουλευτικό ρόλο του έως το 1978.
Υπηρέτηση στους Αγίους Τόπους
Ο Χάουαρντ Χάντερ ανέπτυξε μια ξεχωριστή αγάπη για τους Αγίους Τόπους όταν ταξίδεψε εκεί με την οικογένειά του το 1958 και το 1960. Κατά την υπηρέτησή του ως Απόστολος, επέστρεψε εκεί περισσότερο από είκοσι τέσσερις φορές. «Η επιθυμία του να βρεθεί εκεί όπου περπάτησε και δίδαξε ο Σωτήρας έμοιαζε αδύνατον να ικανοποιηθεί» είπε ο Πρεσβύτερος Τζέιμς Φάουστ της Απαρτίας των Δώδεκα72.
Ιδιαίτερα ενήμερος για τις εχθροπραξίες στην περιοχή, ο Πρεσβύτερος Χάντερ μετέφερε ένα μήνυμα αγάπης και ειρήνης. «Τόσο οι Ιουδαίοι, όσο και οι Άραβες είναι παιδιά του Πατέρα μας» είπε. «Είναι εξίσου τέκνα της υποσχέσεως και ως εκκλησία δεν τασσόμαστε υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς. Έχουμε αγάπη και ενδιαφέρον για την καθεμιά πλευρά. Ο σκοπός του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού, είναι να φέρει αγάπη, ενότητα και αδελφοσύνη στον ανώτατο βαθμό»73.
Μεταξύ 1972 και 1989, ο Πρεσβύτερος Χάντερ ολοκλήρωσε αναθέσεις-κλειδιά για δύο σημαντικά προγράμματα στην Ιερουσαλήμ: το Όρσον Χάιντ Μεμόριαλ Γκάρντεν και το Κέντρο Ιερουσαλήμ Πανεπιστημίου Μπρίγκαμ Γιανγκ (Π.Μ.Γ.) για Σπουδές Εγγύς Ανατολής. Νωρίς στην ιστορία της Εκκλησίας –το 1841– ο Πρεσβύτερος Όρσον Χάιντ της Απαρτίας των Δώδεκα, πρόσφερε μία προσευχή αφιερώσεως στο Όρος των Ελαιών, ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Το 1972 η Πρώτη Προεδρία ζήτησε από τον Πρεσβύτερο Χάντερ να αρχίσει να αναζητά πιθανές τοποθεσίες για την κατασκευή του μνημείου Όρσον Χάιντ στην Ιερουσαλήμ. Το 1975 η πόλη της Ιερουσαλήμ πρόσφερε τη δυνατότητα δημιουργίας αυτού που τελικά θα γινόταν το Όρσον Χάιντ Μεμόριαλ Γκάρντεν, κτισμένο στο Όρος των Ελαιών.
Τα επόμενα χρόνια, ο Πρεσβύτερος Χάντερ ταξίδεψε πολλές φορές στην Ιερουσαλήμ για να διαπραγματευθεί συμβόλαια για το μνημείο και να επιβλέψει τα σχέδια και την οικοδόμηση. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1979 και αφιερώθηκε εκείνον τον χρόνο από τον Πρόεδρο Σπένσερ Κίμπαλ. Μετά τη διεύθυνση των συγκεντρώσεων αφιερώσεως, ο Πρεσβύτερος Χάντερ εξέφρασε την πεποίθησή του ότι το μνημείο «θα έχει μεγάλο αντίκτυπο προς το καλό, στέλνοντας παντού μία θετική εικόνα της Εκκλησίας»74.
Πριν ακόμα ολοκληρωθεί το Όρσον Χάιντ Μεμόριαλ Γκάρντεν, ο Πρεσβύτερος Χάντερ αναζητούσε μία τοποθεσία όπου η Εκκλησία θα μπορούσε να κτίσει ένα κέντρο για το πρόγραμμα σπουδών εξωτερικού τού Π.Μ.Γ. Το κέντρο θα μπορούσε, επίσης, να διαθέτει έναν χώρο συγκεντρώσεων για μέλη από τον κλάδο Ιερουσαλήμ. Η επίβλεψη αυτού του έργου θα ήταν μία από τις πολυπλοκότερες, λεπτές αναθέσεις στη διακονία του Πρεσβυτέρου Χάντερ.
Οι ηγέτες της Εκκλησίας επέλεξαν μία τοποθεσία, όμως η έγκριση για τη μίσθωση της γης και των σχεδίων οικοδόμησης απαίτησε σχεδόν πέντε χρόνια, κάτι που ο Πρεσβύτερος Χάντερ περιέγραψε ως «ατελείωτο έργο»75. Μετά από εκτεταμένες συζητήσεις και διαβουλεύσεις, η ισραηλινή κυβέρνηση επέτρεψε να προχωρήσει η κατασκευή του κέντρου.
Έως τον Μάιο του 1988, η κατασκευή είχε σχεδόν ολοκληρωθεί και ήταν έτοιμη να υπογραφεί η μίσθωση. Έως τότε ο Χάουαρντ Χάντερ υπηρετούσε ως αναπληρωτής Πρόεδρος των Δώδεκα. Τον προηγούμενο χρόνο είχε υποβληθεί σε σοβαρή χειρουργική επέμβαση στη ράχη και δεν μπορούσε να περπατήσει, ωστόσο πήγε αεροπορικώς στην Ιερουσαλήμ για την υπογραφή της μίσθωσης. Ενόσω βρισκόταν εκεί, φοιτητές του Π.Μ.Γ. και μέλη του κλάδου Ιερουσαλήμ έδωσαν μία μικρή δεξίωση για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους. Μία ιστορία του κλάδου μιλά για αυτή τη συγκινητική σκηνή στην αρχή της δεξίωσης: «Σε ανάρρωση ακόμα από την επέμβαση στη ράχη του, ο Πρόεδρος Χάντερ μπήκε από την κυρία είσοδο με το αναπηρικό καροτσάκι που έσπρωχνε ο Πρόεδρος [Τζέφφρυ] Χόλαντ τού [Πανεπιστημίου Μπρίγκαμ Γιανγκ] καθώς η χορωδία τους καλωσόριζε, τραγουδώντας το “Η άγια πόλη”»76. Δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλα του Προέδρου Χάντερ.
Τον Μάιο του 1989, ο Πρόεδρος Χάντερ επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ για να αφιερώσει το κέντρο. Αυτή η προσευχή αφιερώσεως ήταν το επιστέγασμα μιας δεκαετίας εξαιρετικά έντονων προσπαθειών από τον ίδιο και άλλους και να κάνουν το Κέντρο Ιερουσαλήμ από ελπίδα, πραγματικότητα. «Ο Πρόεδρος Χάουαρντ Χάντερ… ήταν το νήμα που δεν κόπηκε ποτέ και ο στοργικός φύλακας του πύργου για το έργο αυτό, από τον καιρό που ήταν μόνο ένα όνειρο» είπε ο Πρεσβύτερος Τζέφφρυ Χόλλαντ77. Στην προσευχή αφιερώσεως, ο Πρόεδρος Χάντερ είπε:
«Αυτό το κτήριο… κατασκευάστηκε για τη στέγαση εκείνων που σε αγαπούν και επιζητούν να μάθουν για εσένα και να ακολουθήσουν στα βήματα του Υιού σου, του Σωτήρος και Λυτρωτή μας. Είναι ωραίο από κάθε άποψη και η ωραιότητά του είναι χαρακτηριστική αυτού που αντιπροσωπεύει. Ω Πατέρα, σε ευχαριστούμε για το προνόμιο να οικοδομήσουμε αυτόν τον οίκο προς εσέ, προς όφελος και μάθηση των υιών και των θυγατέρων σου»78.
Η επεκτεινόμενη Εκκλησία
«Η Σιών πρέπει να επαυξηθεί και κατά την ομορφιά και κατά την αγιότητα. Τα όριά της πρέπει να επεκταθούν, οι πάσσαλοί της πρέπει να ενισχυθούν» (Δ&Δ 82:14).
Όταν ο Χάουαρντ Χάντερ κλήθηκε ως Απόστολος το 1959, υπήρχαν περίπου 1,6 εκατομμύρια μέλη στην Εκκλησία. Κατά τις επόμενες δεκαετίες, έπαιξε ρόλο-κλειδί στην πρωτοφανή ανάπτυξη της Εκκλησίας ανά τον κόσμο. Εκατοντάδες σαββατοκύριακα ταξίδευε σε πασσάλους για να ενδυναμώσει μέλη και να καλέσει νέους ηγέτες. Συναντιόταν, επίσης, με κυβερνητικούς αξιωματούχους σε πολλά κράτη, βοηθώντας να ανοίξουν πόρτες για ιεραποστολικό έργο.
Έως το 1975, το σύνολο των μελών είχε αυξηθεί στα 3,4 εκατομμύρια περίπου και αυξανόταν ιδιαίτερα γρήγορα στη Λατινική Αμερική. Αργότερα εκείνον τον χρόνο, ανατέθηκε στον Πρεσβύτερο Χάντερ και στον Πρεσβύτερο Τόμας Φίανς να χωρίσουν 5 πασσάλους στην Πόλη του Μεξικού. Αφού συναντήθηκε με ηγέτες στην περιοχή και επανεξέτασε πληροφορίες από τους προέδρους πασσάλου, ο Πρεσβύτερος Χάντερ κατηύθυνε την οργάνωση των 15 πασσάλων από εκείνους τους 5 πασσάλους – μέσα σε ένα σαββατοκύριακο79. Τονίζοντας ξανά την κατάσταση, έγραψε: «Αμφιβάλλω αν υπήρξε ποτέ τόσο μαζική οργάνωση στην Εκκλησία και ήμασταν κουρασμένοι όταν πια επιστρέψαμε»80.
Κλαιρ, μία αφοσιωμένη σύντροφος
«Η σύζυγός μου υπήρξε μία γλυκιά και στοργική σύντροφος» είπε ο Πρεσβύτερος Χάντερ όταν κλήθηκε στην Απαρτία των Δώδεκα, το 195981. Επί πολλά έτη, η Κλαιρ συνόδευε συνήθως τον Πρεσβύτερο Χάντερ στα ταξίδια του ως Απόστολος. Ο Πρόεδρος Τόμας Μόνσον θυμόταν μια φορά όταν παρατήρησε την Κλαιρ να δείχνει την αγάπη της για τα παιδιά στην Τόνγκα: «Έπαιρνε στην αγκαλιά της εκείνα τα γλυκά μικρά παιδιά τής Τόνγκα και έβαζε από ένα στα γόνατά της καθώς τους μιλούσε… και κατόπιν εξηγούσε στους δασκάλους της Προκαταρκτικής πόσο ευλογημένοι και προνομιούχοι ήταν που είχαν την ευκαιρία να διδάσκουν τόσο πολύτιμα μικρά παιδιά. Γνώριζε την αξία μιας ανθρώπινης ψυχής»82.
Σε μία συνέντευξη το 1974, ο Πρεσβύτερος Χάντερ είπε για την Κλαιρ: «Σε όλη τη διάρκεια του γάμου μας… στεκόταν πάντα δίπλα μου με αγάπη, έγνοια για εμένα και ενθάρρυνση. …Ήταν σπουδαία στήριξη»83.
Κατά την εποχή εκείνης της συνέντευξης, η Κλαιρ είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας. Αρχικά είχε σοβαρές κεφαλαλγίες και περιστασιακά απώλεια μνήμης και αποπροσανατολισμό. Αργότερα υπέστη κάποια μικρά εγκεφαλικά που τη δυσκόλεψαν να μιλά ή να χρησιμοποιεί τα χέρια της. Όταν έφθασε στο σημείο να χρειάζεται διαρκή φροντίδα, ο Πρεσβύτερος Χάντερ ήταν αποφασισμένος να παράσχει ό,τι περισσότερο μπορούσε, εκπληρώνοντας συγχρόνως τις υποχρεώσεις του ως μέλος της Απαρτίας των Δώδεκα. Βρήκε κάποιο άτομο να μένει με την Κλαιρ την ημέρα, όμως εκείνος την φρόντιζε το βράδυ. Ο Πρεσβύτερος Χάντερ είχε και κάποια δικά του προβλήματα υγείας εκείνα τα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης μιας καρδιακής προσβολής το 1980.
Η Κλαιρ υπέστη μία εγκεφαλική αιμορραγία το 1981 και άλλη μία το 1982. Η δεύτερη την άφησε τόσο ανήμπορη, ώστε οι γιατροί επέμειναν να μπει σε κάποιο κέντρο φροντίδος, ώστε να έχει τη σωστή ιατρική περίθαλψη. Παρέμεινε στο κέντρο τους τελευταίους 18 μήνες της ζωής της. Εκείνο το διάστημα, ο Πρόεδρος Χάντερ την επισκεπτόταν τουλάχιστον μία φορά την ημέρα, εκτός και αν ταξίδευε σε αναθέσεις της Εκκλησίας. Αν και η Κλαιρ δεν τον αναγνώριζε τις περισσότερες φορές, εκείνος εξακολουθούσε να της μιλά για την αγάπη του και να βεβαιώνεται ότι ήταν άνετα. Ένας εγγονός είπε: «Ανυπομονούσε πάντα να τη δει, να είναι στο πλευρό της και να τη φροντίζει»84. Ενθυμούμενος τη φροντίδα για τη μητέρα του, ο Ρίτσαρντ Χάντερ έγραψε:
«Η μητέρα μου είχε την καλύτερη δυνατή φροντίδα στα τελευταία χρόνια της, διότι τη φρόντιζε ο μπαμπάς. Όλη η οικογένεια παρακολουθούσε με δέος και σεβασμό καθώς εκείνος είχε αναλάβει τον ρόλο να της παρέχει φροντίδα. …Θυμάμαι το βάρος της απόφασης που ανέλαβε, όταν ο γιατρός τον προειδοποίησε [πως] θα ήταν ίσως το χειρότερο που θα μπορούσε να της συμβεί, αν έμενε στο σπίτι και δεν εισαγόταν σε ειδικευμένη κλινική. Αν παρέμενε στο σπίτι, πιθανότατα εκείνος θα πέθαινε στην προσπάθειά του να την φροντίσει, εξαιτίας των δικών του σωματικών περιορισμών. Τότε εκείνη θα έμενε μόνη να φροντίσει τον εαυτό της. Η αφοσίωσή του για εκείνη είναι ένα από τα πράγματα που η οικογένειά μας θα θυμάται με τρυφερότητα»85.
Η Κλαιρ απεβίωσε στις 9 Οκτωβρίου 1983. Έχοντας παρακολουθήσει τη φροντίδα του Πρεσβύτερου Χάντερ καθώς η Κλαιρ υπέφερε περισσότερα από 10 χρόνια από την αρρώστια της, ο Πρεσβύτερος Τζέιμς Φάουστ είπε: «[Η] τρυφερότητα η οποία ήταν προφανής στην επικοινωνία τους ήταν βαθιά συγκινητική και σε άγγιζε συναισθηματικά. Ποτέ δεν έχω ξαναδεί τέτοιο παράδειγμα αφοσίωσης συζύγου προς τη σύζυγό του»86.
Πρόεδρος της Απαρτίας των Δώδεκα
Ο Πρόεδρος Σπένσερ Κίμπαλ απεβίωσε τον Νοέμβριο του 1985 και τον διαδέχθηκε ο Έζρα Ταφτ Μπένσον ως Πρόεδρος της Εκκλησίας. Ο Μάριον Ρόμνυ έγινε Πρόεδρος της Απαρτίας των Δώδεκα, επειδή ήταν το γηραιότερο μέλος της απαρτίας. Εξαιτίας της επισφαλούς υγείας του Προέδρου Ρόμνυ, ο Πρεσβύτερος Χάντερ, ο οποίος ήταν ο επόμενος σε αρχαιότητα, ξεχωρίστηκε ως Αναπληρωματικός Πρόεδρος των Δώδεκα. Έγινε Πρόεδρος των Δώδεκα τον Ιούνιο του 1988, δύο περίπου εβδομάδες μετά τον θάνατο του Προέδρου Ρόμνυ.
Ο Πρόεδρος Χάντερ υπηρέτησε ως Αναπληρωματικός Πρόεδρος της Απαρτίας των Δώδεκα επί οκτώμισι έτη. Κατά το διάστημα εκείνο, η ανά τον κόσμο διακονία των Δώδεκα εξακολούθησε να εξαπλώνεται καθώς η Εκκλησία αυξήθηκε σε αριθμό μελών, από 5,9 σε 8,7 εκατομμύρια, με τομείς ή κλάδους σε 149 έθνη και επικράτειες. «Είναι μία συναρπαστική εποχή στην ιστορία της Εκκλησίας» είπε ο Πρόεδρος Χάντερ το 1988. «Σήμερα, η πρόοδος δεν είναι αρκετά ταχεία. Θα πρέπει να τρέξουμε για να συνεχίσουμε το έργο και να το προωθήσουμε»87. Εκπληρώνοντας την ευθύνη να δώσει μαρτυρία για τον Ιησού Χριστό και να οικοδομήσει την Εκκλησία ανά τον κόσμο, ο Πρόεδρος Χάντερ καθοδηγούσε με το παράδειγμά του. Ταξίδεψε σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες και σε περισσότερα από 25 άλλα έθνη κατά την υπηρέτησή του ως Πρόεδρος των Δώδεκα.
Ο Πρόεδρος Χάντερ συνέχισε τις προσπάθειές του παρά τις πολλές αναποδιές με την υγεία του. Το 1986 υπεβλήθη σε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς και το 1987 υπεβλήθη σε εγχείρηση στη ράχη. Μολονότι υπήρξε ίαση στη ράχη του, δεν μπορούσε να περπατήσει εξαιτίας ζημιάς στα νεύρα και άλλων επιπλοκών. Εκείνο τον Οκτώβριο, καθόταν σε μια αναπηρική καρέκλα κατά την ομιλία του στη γενική συνέλευση. «Συγχωρήστε με αν παραμένω καθισμένος καθώς παρουσιάζω αυτές τις λιγοστές παρατηρήσεις» άρχισε. «Δεν είναι από δική μου επιλογή που μιλάω από αναπηρική καρέκλα. Παρατηρώ ότι οι υπόλοιποι από εσάς δείχνετε να σας ευχαριστεί που κάθεστε κατά τη συνέλευση, έτσι θα ακολουθήσω το παράδειγμά σας»88.
Αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει ξανά τα πόδια του, ο Πρόεδρος Χάντερ ξεκίνησε ένα εντατικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας. Κατά την επόμενη γενική συνέλευση, τον Απρίλιο του 1988, περπάτησε αργά προς τον άμβωνα με έναν περιπατητή. Τον Δεκέμβριο χρησιμοποίησε περιπατητή για να παρευρεθεί στην εβδομαδιαία συγκέντρωση ναού τής Πρώτης Προεδρίας και των Δώδεκα, πρώτη φορά σε περισσότερο από έναν χρόνο που δεν είχε έρθει επάνω σε αναπηρική καρέκλα. «Όταν μπήκα στην αίθουσα συμβουλίου, οι αδελφοί σηκώθηκαν και χειροκρότησαν» είπε. «Είναι η πρώτη φορά που άκουσα χειροκροτήματα μέσα στον ναό. …Οι περισσότεροι γιατροί μού έλεγαν ότι δεν θα μπορούσα ποτέ ξανά να σταθώ όρθιος ή να περπατήσω, όμως δεν είχαν λάβει υπόψη τους τη δύναμη της προσευχής»89.
Τον Απρίλιο του 1990, καθώς έκλεινε μία συγκέντρωση της Απαρτίας των Δώδεκα, ο Πρόεδρος Χάντερ ρώτησε: «Έχει κάποιος να πει κάτι που δεν είναι στην ημερήσια διάταξη;» Όταν δεν μίλησε κανείς, ανήγγειλε: «Λοιπόν…, εάν δεν έχει κανείς να πει κάτι, σκέφθηκα να σας πω ότι πρόκειται να παντρευτώ σήμερα το απόγευμα». Ένα μέλος των Δώδεκα είπε ότι η αναγγελία προκάλεσε τόση έκπληξη, ώστε «όλοι αναρωτιούνταν αν είχαν ακούσει σωστά». Ο Πρόεδρος Χάντερ εξήγησε στους αδελφούς του: «Η Ίνις Στάντον είναι μια παλιά γνώριμη από την Καλιφόρνια. Την επισκεπτόμουν επί ένα διάστημα και αποφάσισα να παντρευτώ»90. Η Ίνις υπήρξε μέλος του τομέα Ελ Σερίνο όταν ο Πρόεδρος Χάντερ ήταν επίσκοπος. Οι δρόμοι τους συναντήθηκαν αργότερα, όταν η Ίνις μετακόμισε στη Γιούτα και ήταν υπάλληλος υποδοχής στο κτήριο γραφείων της Εκκλησίας. Παντρεύτηκαν στον Ναό της Σωλτ Λέηκ, στις 12 Απριλίου 1990, από τον Πρόεδρο Γκόρντον Χίνκλι.
Είχαν περάσει σχεδόν επτά χρόνια από τον θάνατο της Κλαιρ. Η Ίνις υπήρξε πηγή μεγάλης παρηγοριάς και δύναμης για τον Πρόεδρο Χάντερ κατά την υπηρέτησή του ως Πρόεδρος της Απαρτίας των Δώδεκα και Πρόεδρος της Εκκλησίας. Τον συνόδευε στα περισσότερα ταξίδια του για να συναντηθεί με τους Αγίους σε όλο τον κόσμο.
Στις 7 Φεβρουαρίου 1993, ο Πρόεδρος Χάντερ πήγε στο Πανεπιστήμιο Μπρίγκαμ Γιανγκ να μιλήσει σε μία εστιακή συγκέντρωση όπου παρευρέθησαν 17.000 άτομα. Μόλις είχε ξεκινήσει την ομιλία του, όταν ένας άνδρας όρμησε στο βάθρο, με έναν χαρτοφύλακα στο ένα χέρι και ένα μαύρο αντικείμενο στο άλλο. «Σταμάτα τώρα!» φώναξε ο άνδρας. Απείλησε να απασφαλίσει αυτό που ισχυρίστηκε ότι ήταν βόμβα, αν ο Πρόεδρος Χάντερ δεν διάβαζε μια έτοιμη δήλωση. Ο Πρόεδρος Χάντερ αρνήθηκε και στάθηκε αποφασισμένος στον άμβωνα όση ώρα ο άνδρας τον απειλούσε. Καθώς φόβος και οχλοβοή απλώθηκαν σε όλο το κτήριο, το ακροατήριο άρχισε να τραγουδά «Σε ευχαριστούμε, Θεέ για τον Προφήτη». Μετά από μερικά λεπτά αγωνίας, δύο άνδρες του προσωπικού ασφαλείας αναχαίτισαν τον άνδρα και ο Πρόεδρος Χάντερ χαμήλωσε στο πάτωμα για ασφάλεια. Όταν αποκαταστάθηκε η τάξη, ξεκουράστηκε για λίγο και εν συνεχεία εξακολούθησε με τις παρατηρήσεις του. «Η ζωή έχει μια πλειάδα δυσκολιών» άρχισε και μετά πρόσθεσε «πράγμα που μόλις απεδείχθη»91.
Τα 20 προηγούμενα χρόνια ο Πρόεδρος Χάντερ γνώρισε πολυάριθμες δοκιμασίες, συμπεριλαμβανομένων της εξασθένησης της υγείας και του τελικού θανάτου της Κλαιρ, πολλές νοσοκομειακές περιθάλψεις για τα δικά του προβλήματα υγείας και μεγάλος πόνος και φυσική αναπηρία. Οι διδασκαλίες του όλα εκείνα τα χρόνια συχνά επικέντρωναν στην αντιξοότητα και έδινε μαρτυρία για τον Σωτήρα Ιησού Χριστό ως την πηγή ειρήνης και βοήθειας σε εποχές δοκιμασίας. Σε ένα κήρυγμα δίδαξε:
«Προφήτες και Απόστολοι της Εκκλησίας αντιμετώπισαν… προσωπικές δυσκολίες. Αναγνωρίζω ότι έχω αντιμετωπίσει κάποιες και αναμφίβολα εσείς θα αντιμετωπίσετε μερικές, τώρα και αργότερα στη ζωή σας. Όταν αυτές οι εμπειρίες μάς κάνουν ταπεινούς και μας εξευγενίζουν, μας διδάσκουν και μας ευλογούν, μπορούν να είναι δυνατά όργανα στα χέρια του Θεού για να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, να μας κάνει πιο ευγνώμονες, περισσότερο στοργικούς και σεβόμενοι τους άλλους σε στιγμές δυσκολιών τους»92.
Διδασκαλίες όπως αυτές ήταν σαν μία στοργική αγκαλιά προς εκείνους που υπέφεραν. Τα εμπνευσμένα λόγια του Προέδρου Χάουαρντ Χάντερ ενθάρρυναν πολλούς να στραφούν στον Σωτήρα όπως είχε κάνει ο ίδιος.
Πρόεδρος της Εκκλησίας
«Ο Πρόεδρος Χάντερ είναι ένας από τους πλέον στοργικούς ανθρώπους σαν τον Χριστό που έχουμε ποτέ γνωρίσει. Η πνευματική του βαθύτητα είναι τόσο βαθυστόχαστη που θα τη λέγαμε απύθμενη. Όντας υπό την καθοδηγητική επιρροή τού Κυρίου Ιησού Χριστού ως ειδικός μάρτυρας Αυτού επί τόσα πολλά χρόνια, η πνευματικότητα του Προέδρου Χάντερ εξευγενίστηκε με αξιοσημείωτο τρόπο. Είναι το θεμέλιο ολόκληρου του είναι του» (Τζέιμς Φάουστ)93.
Στις 30 Μαΐου 1994, ο Πρόεδρος Έζρα Ταφτ Μπένσον απεβίωσε μετά από παρατεταμένη ασθένεια. Έξι ημέρες αργότερα, η Απαρτία των Δώδεκα Αποστόλων συναντήθηκαν στον Ναό της Σωλτ Λέηκ για να οργανώσουν εκ νέου την Πρώτη Προεδρία. Ως αρχαιότερος Απόστολος, ο Χάουαρντ Χάντερ ξεχωρίστηκε ως Πρόεδρος της Εκκλησίας. Κάλεσε τον Γκόρντον Χίνκλι και τον Τόμας Μόνσον, οι οποίοι υπηρετούσαν ως σύμβουλοι στον Πρόεδρο Μπένσον, να είναι σύμβουλοί του.
Σε μία συνέντευξη τύπου την επόμενη ημέρα, ο Πρόεδρος Χάντερ έκανε τις πρώτες δημόσιες δηλώσεις του ως Πρόεδρος της Εκκλησίας. «Η καρδιά μας είναι γεμάτη συγκίνηση με τον θάνατο του φίλου και αδελφού μας, Έζρα Ταφτ Μπένσον» άρχισε. «Αισθάνθηκα την απώλειά του κατά ένα ιδιαίτερα προσωπικό τρόπο, υπό το φως της νέας ευθύνης που ήρθε σε εμένα μετά που απεβίωσε. Έκλαψα πολύ και αναζήτησα τον Πατέρα μου στους Ουρανούς με ειλικρινή προσευχή, με μία επιθυμία να είμαι άξιος για αυτή την υψηλή και άγια κλήση η οποία είναι τώρα δική μου.
»Η μεγαλύτερη δύναμή μου αυτές τις περασμένες ώρες και τις πρόσφατες ημέρες υπήρξε η διαρκής μαρτυρία μου ότι αυτό είναι το έργο του Θεού και όχι των ανθρώπων, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι η εξουσιοδοτημένη και ζώσα κεφαλή αυτή της εκκλησίας και Εκείνος την οδηγεί με τον λόγο και την πράξη. Δεσμεύομαι με τη ζωή μου, τη δύναμη και όλη την ψυχή μου να υπηρετώ πλήρως Εκείνον»94.
Μετά από εκφράσεις αγάπης, ο Πρόεδρος Χάντερ έκανε δύο προσκλήσεις στα μέλη της Εκκλησίας. Η πρώτη ήταν να είναι περισσότερο επιμελή στο να ακολουθούν το παράδειγμα του Ιησού Χριστού και η δεύτερη ήταν να συμμετέχουν πληρέστερα των ευλογιών του ναού (βλέπε σελίδες 1-3). Προσκάλεσε, επίσης, εκείνους οι οποίοι ήταν πληγωμένοι, μοχθούσαν ή φοβούνταν να «έρθουν πίσω [και] να μας αφήσετε να σταθούμε κοντά σας και να στεγνώσουμε τα δάκρυά σας»95.
Παρά την εύθραυστη υγεία του, ο Πρόεδρος Χάντερ ήταν αποφασισμένος να κάνει ό,τι μπορούσε για να συναντήσει και να ενδυναμώσει τους Αγίους. Δύο εβδομάδες αφότου έγινε Πρόεδρος, έδωσε τις πρώτες σπουδαίες ομιλίες του, μιλώντας σε νέους προέδρους ιεραποστολής και κατόπιν σε περισσότερους από 2.200 ιεραποστόλους. Αργότερα εκείνο τον μήνα πήγε στο Κάρθατζ και στη Ναβού του Ιλλινόι για να τιμήσει τη μνήμη της 150ής επετείου του μαρτυρικού θανάτου του Τζόζεφ και Χάιρουμ Σμιθ. «Όπου και αν πηγαίναμε, ο κόσμος συνωστιζόταν γύρω του» είπε ο Πρόεδρος Γκόρντον Χίνκλι. «Έσφιξε τα χέρια χιλιάδων, χαμογελώντας ιδιαίτερα όταν συγκεντρώνονταν γύρω του παιδιά για να τον κοιτάξουν στα μάτια και να σφίξουν το χέρι του»96.
Την 1η Οκτωβρίου 1994, στη συγκέντρωση πρωινού Σαββάτου της γενικής συνέλευσης, τα μέλη της Εκκλησίας υποστήριξαν επίσημα τον Χάουαρντ Χάντερ ως Πρόεδρο της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών και ως προφήτη, βλέποντα και αποκαλυπτή. Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Πρόεδρος Χάντερ επανέλαβε τις προσκλήσεις του προς τα μέλη της Εκκλησίας να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Σωτήρα και να «προσβλέπετε στον ναό του Κυρίου ως το μεγάλο σύμβολο της ιδιότητάς σας ως μέλη»97. Τόνισε για τους ναούς ξανά την επόμενη εβδομάδα, όταν ταξίδεψε στη Φλόριντα για να αφιερώσει τον Ναό Ορλάντο της Φλόριντας. «Το σχέδιο του Ευαγγελίου το οποίο αποκάλυψε ο Κύριος δεν είναι ολοκληρωμένο χωρίς έναν ναό» δίδαξε, «διότι εδώ χορηγούνται οι απαραίτητες διατάξεις του σχεδίου Του για τη ζωή και τη σωτηρία»98.
Τον Νοέμβριο, ο Πρόεδρος Χάντερ μίλησε σε μία δορυφορική μετάδοση, τιμώντας την 100ή επέτειο της Γενεαλογικής Εταιρείας – μία εκδήλωση η οποία είχε ξεχωριστή σημασία για εκείνον, από τότε που είχε προεδρεύσει της οργάνωσης από το 1964 έως το 1972. «Αναθυμούμαι με θαυμασμό το υπόδειγμα που δημιούργησε ο Κύριος προωθώντας το έργο ναού και οικογενειακής ιστορίας» είπε. Κατόπιν διακήρυξε: «Έχω ένα σπουδαίο μήνυμα: αυτό το έργο πρέπει να επισπευστεί»99.
Ο Πρόεδρος Χάντερ εξακολούθησε να εργάζεται εντατικά έως το τέλος του έτους. Στην πνευματική συγκέντρωση Χριστουγέννων της Πρώτης Προεδρίας, κατέθεσε μαρτυρία για τον Σωτήρα και ξανά τόνισε τη σπουδαιότητα να ακολουθήσουν το παράδειγμά Του:
«Ο Σωτήρας αφιέρωσε τη ζωή Του για να ευλογήσει άλλους ανθρώπους. …Ποτέ δεν έδωσε αναμένοντας να λάβει. Έδωσε γενναιόδωρα και στοργικά και τα δώρα Του ήταν ανεκτίμητης αξίας. Έδωσε μάτια στον τυφλό, αφτιά στον κωφό, πόδια στον χωλό, καθαρότητα στον ακάθαρτο, ακεραιότητα στον αδύναμο και πνοή στον νεκρό. Οι δωρεές Του ήταν ευκαιρία στον καταπιεσμένο, ελευθερία στον καταδυναστευόμενο, συγχώρηση στον μεταμελούμενο, ελπίδα στον απελπισμένο και φως στο σκότος. Μας έδωσε την αγάπη Του, την υπηρέτησή Του και τη ζωή Του. Και, το σημαντικότερο, έδωσε σε εμάς και όλους τους θνητούς, ανάσταση, σωτηρία και αιώνια ζωή.
»Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να δώσουμε, όπως έδωσε Εκείνος. Το να δίνει κάποιος από τον εαυτό του είναι ένα άγιο δώρο. Δίνουμε ως ανάμνηση όλων όσων έχει δώσει ο Σωτήρας»100.
Ως μέρος της ομιλίας του, προσάρμοσε, επίσης, ένα μήνυμα το οποίο είχε δημοσιευθεί σε ένα περιοδικό το ίδιο έτος που κλήθηκε ως Απόστολος:
«Αυτά τα Χριστούγεννα, επιλύστε μία διαφωνία. Αναζητήστε έναν ξεχασμένο φίλο. Διώξτε την υποψία και αντικαταστήστε την με εμπιστοσύνη. Γράψτε ένα γράμμα. Δώστε μια γλυκιά απάντηση. Ενθαρρύνετε τους νέους. Δείξτε την αφοσίωσή σας με λόγια και πράξεις. Τηρήστε μια υπόσχεση. Ξεχάστε τη μνησικακία. Συγχωρήστε έναν εχθρό. Ζητήστε συγγνώμη. Προσπαθήστε να καταλάβετε. Εξετάστε τις απαιτήσεις σας προς τους άλλους. Σκεφθείτε πρώτα κάποιον άλλον. Να είστε καλοσυνάτοι. Να είστε ευγενικοί. Γελάστε λίγο περισσότερο. Εκφράστε την ευγνωμοσύνη σας. Καλωσορίστε έναν ξένο. Δώστε χαρά στην καρδιά ενός παιδιού. Ευχαριστηθείτε την ομορφιά και το θαύμα της γης. Μιλήστε για την αγάπη σας και ύστερα μιλήστε ξανά»101.
Την επόμενη εβδομάδα ο Πρόεδρος Χάντερ ταξίδεψε στην Πόλη του Μεξικού για να οργανώσει τον 2.000ο πάσσαλο της Εκκλησίας. Δεκαεννιά χρόνια νωρίτερα, στην Πόλη του Μεξικού, είχε διευθύνει την οργάνωση 15 πασσάλων από 5 πασσάλους που ήταν, μέσα σε ένα σαββατοκύριακο. Ο Πρόεδρος Γκόρντον Χίνκλι περιέγραψε τη δημιουργία των 2.000 πασσάλων ως «έναν σημαντικό θολόλιθο στην ιστορία της Εκκλησίας»102.
Ένα βράδυ εκείνους τους μήνες, ο γιος του Προέδρου Χάντερ, Ρίτσαρντ, ήταν στο Τζόζεφ Σμιθ Μεμόριαλ Μπίλντινγκ και είδε ότι μία γυναίκα επί της υποδοχής ήταν σε αναπηρική καρέκλα. «Κατάλαβα ότι ήταν κάτι καινούργιο γι’ αυτήν» είπε. «Πήγα να της μιλήσω και είπα ότι ο πατέρας μου είχε μια αναπηρική καρέκλα ακριβώς όπως η δική της. Μου είπε ότι ο προφήτης της Εκκλησίας της, είχε κι αυτός μια αναπηρική καρέκλα σαν τη δική της. Είπε ότι αν εκείνος μπορεί να τα καταφέρει, τότε ίσως κι αυτή να μπορούσε. Αυτό της έδινε ελπίδα. Νομίζω ότι πολλοί αγαπούσαν τον μπαμπά. Ίσως ένας από τους λόγους γι’ αυτό είναι ότι μπορούσαν να καταλάβουν ότι υπέφερε, όπως και οι ίδιοι και υπέμεινε εκείνο το βάρος των βασάνων και αυτό τους έδινε ελπίδα»103.
Ξεκινώντας το έτος 1995, ο Πρόεδρος Χάντερ αφιέρωσε τον Ναό Μπάουντιφουλ της Γιούτας. Προήδρευσε σε περισσότερες από έξι συγκεντρώσεις αφιερώσεως και καταπονήθηκε τόσο πολύ, ώστε εισήχθη σε νοσοκομείο. Όταν απηλλάγη μερικές ημέρες αργότερα, η Εκκλησία εξέδωσε μία ανακοίνωση, λέγοντας ότι είχε καρκίνο του προστάτη, ο οποίος είχε κάνει μετάσταση στα οστά. Ο Πρόεδρος Χάντερ δεν έκανε άλλη δημόσια εμφάνιση κατά τις έξι τελευταίες εβδομάδες της ζωής του, αν και εξακολουθούσε να συναντά τους συμβούλους του και να διευθύνει τις εργασίες της Εκκλησίας από την κατοικία του. «Είμαι ευγνώμων διότι είχε την ευκαιρία να αφιερώσει [εκείνον τον ναό]» είπε ο Πρόεδρος Γκόρντον Χίνκλι, «κυρίως υπό το φως της προηγούμενης έκκλησής του ώστε τα μέλη της Εκκλησίας “να προσβλέπουν στον ναό του Κυρίου ως το μεγάλο σύμβολο της ιδιότητάς [τους] ως μέλη στην Εκκλησία”»104.
Ο Πρόεδρος Χάουαρντ Χάντερ απεβίωσε στις 3 Μαρτίου 1995, σε ηλικία 87 ετών. Τα τελευταία λόγια του τα οποία είπε «με πολύ ήρεμη, γλυκιά φωνή» σε εκείνους που ήταν στο προσκέφαλό του, ήταν απλώς: «Ευχαριστώ»105. Μολονότι υπήρξε Πρόεδρος της Εκκλησίας για εννέα μήνες μόνο, η επίδρασή του υπήρξε βαθιά. «Τα μέλη της Εκκλησίας ανά τον κόσμο είχαν συνδεθεί μαζί του με ξεχωριστό τρόπο, ως προφήτη τους, βλέποντα και αποκαλυπτή» είπε ο Πρεσβύτερος Τζέιμς Φάουστ. «Είχαν δει σε εκείνον την προσωποποίηση των στοιχείων χαρακτήρα του ίδιου του Σωτήρα. Είχαν ανταποκριθεί με ξεχωριστό τρόπο στα προφητικά μηνύματά του να κάνουμε τη ζωή μας περισσότερο σαν του Χριστού και να κάνουμε τους ναούς μας το κέντρο της λατρείας μας»106.
Στην κηδεία του Προέδρου Χάντερ, ο Πρόεδρος Γκόρντον Χίνκλι είπε αποτίοντας φόρο τιμής:
«Ένα μεγαλοπρεπές δένδρο στο δάσος έπεσε, αφήνοντας ένα κενό. Μία μεγάλη και ήρεμη δύναμη αναχώρησε από ανάμεσά μας.
»Πολλά έχουν ειπωθεί για τα βάσανά του. Πιστεύω ότι προχώρησε περισσότερο και ήταν εντονότερο και βαθύτερο από όσο μπορούσε πραγματικά να ξέρει ο καθένας μας. Ανέπτυξε μεγάλη αντοχή στον πόνο και δεν παραπονιόταν γι’ αυτό. Το ότι έζησε τόσο πολύ καιρό είναι ένα θαύμα από μόνο του. Τα βάσανά του παρηγόρησαν και μετρίασαν τον πόνο πολλών άλλων που υποφέρουν. Γνωρίζουν ότι εκείνος καταλάβαινε το βάρος του φορτίου τους. Τους προσέγγισε με ένα ξεχωριστό είδος αγάπης.
»Πολλά έχουν ειπωθεί για την καλοσύνη του, την έγνοια του για τους άλλους, την ευγένειά του για τους άλλους. Όλα είναι αλήθεια. Υπέταξε τον εαυτό του στο υπόδειγμα του Κυρίου τον οποίο αγαπούσε. Ήταν ένας ήρεμος και βαθυστόχαστος άνθρωπος. Όμως μπορούσε, επίσης, να υψώσει δυνατή φωνή και συνετή γνώμη …
»Ο αδελφός Χάντερ ήταν καλοσυνάτος και ευγενής. Όμως μπορούσε και να είναι δυνατός και πειστικός στις δηλώσεις του. …Είχε σπουδάσει νομικά. Ήξερε πώς να παρουσιάσει ένα θέμα. Παρουσίαζε τα επιχειρήματά του για τις ιδέες του με μεθοδικό τρόπο. Προχωρούσε από αυτό, στο συμπέρασμά του. Όταν μιλούσε, όλοι ακούγαμε. Οι προτάσεις του συνήθως επικρατούσαν. Όμως όταν δεν γίνονταν αποδεκτές, είχε την ευελιξία να αποσύρει αυτό που πρότεινε …
»Επί τριάντα έξι χρόνια τώρα, φέροντας την άγια αποστολική ιδιότητα, υπήρξε μία ηγετική και δυνατή φωνή στη διακήρυξη των διδασκαλιών του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού και στην προώθηση του έργου της Εκκλησίας. Ταξίδεψε πολύ σε όλη τη γη ως ένας αληθινός και ικανός διάκονος στην υπηρεσία του Διδασκάλου…
»Ο Χάουαρντ Χάντερ, προφήτης, βλέπων και αποκαλυπτής, είχε μία βέβαιη και ασφαλή μαρτυρία για τη ζώσα πραγματικότητα του Θεού, του Αιώνιου Πατέρα μας. Εξέφρασε με μεγάλη πεποίθηση τη μαρτυρία του για τη θειότητα του Κυρίου Ιησού Χριστού, του Λυτρωτή της ανθρωπότητας. Μίλησε με αγάπη για τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ και για όλους εκείνους οι οποίοι τον διαδέχθηκαν στη σειρά διαδοχής έως τον καιρό του Προέδρου Χάντερ…
»Είθε ο Θεός να ευλογεί τη μνήμη του για το δικό μας μεγάλο καλό»107.