«Επίσκεψη στη γιαγιά και τον παππού», Φίλος, Ιούλιος 2024, 30-31.
Επίσκεψη στη γιαγιά και τον παππού
Ο Ερνέστο ήθελε να πει αυτά που έμαθε στην Προκαταρκτική.
Αυτή η ιστορία συνέβη στην Ινδονησία.
Ο Ερνέστο έβαλε άλλο ένα πουκάμισο στην τσάντα του. Κοίταξε γύρω στο δωμάτιο. Τι άλλο έπρεπε να πάρει; Είδε το Βιβλίο του Μόρμον επάνω σε ένα τραπέζι. Δεν μπορούσε να το ξεχάσει αυτό!
Ήταν θερινές διακοπές. Η οικογένεια του Ερνέστο επρόκειτο να επισκεφθεί τη γιαγιά και τον παππού. Ήταν τόσο ενθουσιασμένος που έβλεπε τους παππούδες του.
Όταν έφθασε ο Ερνέστο και η οικογένειά του, ο παππούς τον αγκάλιασε σφιχτά. «Είμαι τόσο χαρούμενος που είσαι εδώ!»
«Μας έλειψες!» Η γιαγιά χαμογέλασε και αγκάλιασε και εκείνη τον Ερνέστο.
«Περίμενα και περίμενα τη σημερινή ημέρα. Μας αρέσει να σας επισκεπτόμαστε» είπε ο Ερνέστο.
«Ας πάμε μέσα» είπε ο παππούς. «Η γιαγιά θα φτιάξει όλα τα αγαπημένα σου φαγητά».
Ο Ερνέστο μπήκε μέσα στο σπίτι με τη γιαγιά και τον παππού. Ήταν τόσο ενθουσιασμένος να περάσει χρόνο μαζί τους.
Το επόμενο πρωί, ο Ερνέστο ξύπνησε από τη μυρωδιά του ρυζιού που μαγειρευόταν. Βρήκε τη μαμά και τη γιαγιά απασχολημένες στην κουζίνα. Τις φίλησε και τις δύο στο μάγουλο. Κατόπιν έτρεξε έξω στην αυλή.
Ο μπαμπάς και ο παππούς κάθονταν και μιλούσαν έξω, πίνοντας από φλιτζάνια.
«Καλημέρα. Θέλεις λίγο τσάι;» Ο παππούς άπλωσε χέρι του με το ποτήρι προς τον Ερνέστο.
Ο Ερνέστο κοίταξε το φλιτζάνι με το τσάι και μετά τον παππού. Ήθελε να αναφέρει ό,τι είχε μάθει στην Προκαταρκτική. «Όχι, ευχαριστώ, παππού» είπε. «Έμαθα στην εκκλησία μου ότι το τσάι, ο καφές και ο καπνός δεν είναι καλά για το σώμα μας. Θέλω να ακολουθήσω αυτό που θέλει ο Ιησούς να κάνω».
Ο μπαμπάς χαμογέλασε. «Η οικογένειά μας υπακούει στον Λόγο Σοφίας, αλλά ο παππούς πιστεύει διαφορετικά και αυτό είναι εντάξει».
«Σε ευχαριστώ που αναφέρεις αυτά που πιστεύεις» είπε ο παππούς στον Ερνέστο. «Είσαι καλό αγόρι. Μπορείς να έχεις ζεστό νερό όπως ο μπαμπάς σου». Ο παππούς έβαλε στον Ερνέστο ένα φλιτζάνι νερό από τον βραστήρα.
Ο Ερνέστο ήπιε μια γουλιά. Ένιωσε ευτυχισμένος μέσα του που επέλεξε το σωστό.
Στο γεύμα, ο Ερνέστο έφαγε τα αγαπημένα του φαγητά. Η γιαγιά έκανε nasi goreng, ένα πιάτο με ρύζι, αβγά, κρέας και λαχανικά. Ήταν τόσο νόστιμο. Και στον Ερνέστο άρεσε να μιλά στη γιαγιά και τον παππού, ενώ έτρωγαν.
Το απόγευμα, η οικογένεια έπαιξε κρυφτό μαζί. Ακόμα και ο παππούς και η γιαγιά έπαιξαν!
«Σε βλέπω πίσω από εκείνο το δένδρο, Ερνέστο!» φώναξε ο μπαμπάς, τρέχοντας προς το μέρος του. Ο Ερνέστο γελούσε καθώς προσπαθούσε να ξεφύγει. Το παιγνίδι με την οικογένειά του ήταν διασκεδαστικό.
Εκείνο το βράδυ, όλοι κάθισαν γύρω από τον παππού καθώς έλεγε κάποιες ιστορίες. Όταν τελείωσε ο παππούς, ο Ερνέστο θυμήθηκε ότι δεν είχαν διαβάσει τις γραφές.
Ο Ερνέστο πετάχτηκε πάνω. «Έρχομαι αμέσως».
Έτρεξε και πήρε το Βιβλίο του Μόρμον. Όταν επέστρεψε, ρώτησε: «Μπορούμε να διαβάσουμε;»
«Χαίρομαι που το θυμήθηκες». Η μαμά πήρε το βιβλίο από τον Ερνέστο και πήγε στο αγαπημένο της εδάφιο. Το διάβασε δυνατά. Κατόπιν όλοι γονάτισαν.
«Θα θέλατε να προσευχηθείτε μαζί μας;» ρώτησε ο Ερνέστο τους παππούδες του.
«Ναι, αυτό θα ήταν ωραίο» είπε η γιαγιά. Γονάτισε δίπλα στον παππού.
Ο μπαμπάς είπε την προσευχή. Ευχαρίστησε τον Επουράνιο Πατέρα που πέρασαν χρόνο ως οικογένεια.
Μετά την προσευχή, ο παππούς αγκάλιασε τον Ερνέστο. «Είναι καλό που προσεύχεται η οικογένειά σου» είπε. «Χαίρομαι που θέλεις να είσαι κοντά στον Θεό. Θα βοηθήσει την οικογένειά σου να παραμείνει δυνατή».
Ο Ερνέστο ένιωσε ζεστασιά και γαλήνη μέσα του. Του άρεσε να αναφέρει τα πιστεύω του –κάτι που αγαπούσε– στη γιαγιά και τον παππού – ανθρώπους που αγαπούσε.