Αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα
Γενική Επισκόπηση
Ο Τζόζεφ Σμιθ κατέγραψε ότι ο Θεός Πατέρας και ο Ιησούς Χριστός εμφανίστηκαν σε αυτόν σε ένα δενδρόφυτο άλσος κοντά στο σπίτι των γονέων του στη δυτική Πολιτεία της Νέας Υόρκης, όταν ήταν περίπου 14 ετών. Ανήσυχος για τις αμαρτίες του και αβέβαιος για το ποιον πνευματικό δρόμο θα έπρεπε να ακολουθήσει, ο Τζόζεφ αναζητούσε καθοδήγηση, παρευρισκόμενος σε συγκεντρώσεις, διαβάζοντας γραφές και προσευχόμενος. Ως απάντηση, έλαβε μία επουράνια θεϊκή εκδήλωση. Ο Τζόζεφ ανέφερε και κατέγραψε το Πρώτο Όραμα, όπως έγινε γνωστό, σε πολλές περιστάσεις. Έγραψε ή ανέθεσε σε γραφείς να γράψουν τέσσερεις διαφορετικές αφηγήσεις για το όραμα.
Ο Τζόζεφ Σμιθ δημοσίευσε δύο αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα στη διάρκεια της ζωής του. Η πρώτη από αυτές, γνωστή σήμερα ως Τζόζεφ Σμιθ–Ιστορία, συμπεριελήφθη στο Πολύτιμο Μαργαριτάρι ως επίσημη γραφή και έγινε με τον τρόπο αυτό η πλέον γνωστή αφήγηση. Οι δύο μη δημοσιευμένες αφηγήσεις που καταγράφηκαν στην αρχική αυτοβιογραφία του Τζόζεφ Σμιθ και σε ένα μετέπειτα ημερολόγιο, λησμονήθηκαν γενικώς, έως ότου οι ιστορικοί που εργάζονταν για την Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών τις ανακάλυψαν ξανά και τις δημοσίευσαν τη δεκαετία του 1960. Από τότε κι έπειτα, αυτά τα έγγραφα έχουν επανειλημμένως συζητηθεί σε περιοδικά της Εκκλησίας, σε έργα που έχουν εκτυπωθεί από τυπογραφεία ιδιοκτησίας της Εκκλησίας και συνεργαζόμενα με την Εκκλησία και από λογίους Αγίους των Τελευταίων Ημερών σε άλλες εκδόσεις1. Εκτός των αφηγήσεων από πρώτο χέρι, υπάρχουν επίσης πέντε περιγραφές του οράματος του Τζόζεφ Σμιθ καταγεγραμμένες από τους συγχρόνους του2.
Οι διάφορες αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα αναφέρουν την ίδια ιστορία, αν και φυσικά διαφέρουν σε έμφαση και λεπτομέρεια. Οι ιστορικοί θεωρούν αναμενόμενο ότι όταν ένα άτομο διηγείται ξανά μία εμπειρία σε πολλαπλούς χώρους και σε διαφορετικά ακροατήρια επί σειρά ετών, η κάθε αφήγηση θα τονίζει ποικίλες πτυχές της εμπειρίας και θα περιλαμβάνει μοναδικές λεπτομέρειες. Πράγματι, διαφορές παρόμοιες με εκείνες στις αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα υπάρχουν στις πολλαπλές αφηγήσεις των γραφών για το όραμα του Παύλου καθ’ οδόν προς τη Δαμασκό και στην εμπειρία των Αποστόλων στο Όρος της Μεταμορφώσεως3. Ωστόσο, παρά τις διαφορές, παραμένει μία βασική συνέπεια σε όλες τις αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα. Μερικοί λανθασμένα επιχειρηματολόγησαν ότι οποιαδήποτε απόκλιση κατά την επανάληψη της αφήγησης της ιστορίας είναι απόδειξη ότι η ιστορία έχει κατασκευαστεί. Αντιθέτως, το πλούσιο ιστορικό χρονικό μας δίνει τη δυνατότητα να μάθουμε περισσότερα για αυτό το αξιοσημείωτο γεγονός, απ’ όσα θα μπορούσαμε αν ήταν λιγότερο καλά τεκμηριωμένο.
Αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα
Κάθε αφήγηση για το Πρώτο Όραμα από τον Τζόζεφ Σμιθ και τους συγχρόνους του έχει τη δική της ιστορία και το δικό της γενικό πλαίσιο, που επηρέασαν τον τρόπο με τον οποίο το γεγονός ανακλήθηκε στη μνήμη, γνωστοποιήθηκε και καταγράφηκε. Οι αφηγήσεις αυτές συζητούνται πιο κάτω.
Αφήγηση 1832. Η πιο πρώιμη γνωστή αφήγηση για το Πρώτο Όραμα, η μοναδική αφήγηση που είναι γραμμένη από το ίδιο το χέρι του Τζόζεφ Σμιθ, βρίσκεται σε μία σύντομη αδημοσίευτη αυτοβιογραφία του Τζόζεφ Σμιθ, που εκπονήθηκε το δεύτερο ήμισυ του 1832. Στην αφήγηση ο Τζόζεφ Σμιθ περιέγραψε την επίγνωση που είχε για τις δικές του αμαρτίες και την απογοήτευσή του που δεν κατόρθωνε να βρει μία εκκλησία που να ταίριαζε με εκείνη για την οποία είχε διαβάσει στην Καινή Διαθήκη και που θα τον οδηγούσε στη λύτρωση. Τόνισε την Εξιλέωση του Ιησού Χριστού και την προσωπική λύτρωση που πρόσφερε. Έγραψε ότι «ο Κύριος» παρουσιάστηκε και τον συγχώρησε για τις αμαρτίες του. Αποτέλεσμα του οράματος ήταν να βιώσει ο Τζόζεφ χαρά και αγάπη, αν και, όπως σημείωσε, δεν μπορούσε να βρει κανέναν που να πιστέψει την αφήγησή του. Διαβάστε την αφήγηση του 1832 εδώ.
Αφήγηση 1835. Το φθινόπωρο του 1835, ο Τζόζεφ Σμιθ αφηγήθηκε εκ νέου το Πρώτο Όραμά του στον Ρόμπερτ Μάθιους, έναν επισκέπτη στο Κίρτλαντ του Οχάιο. Η εκ νέου αφήγηση που καταγράφηκε στο ημερολόγιο του Τζόζεφ από τον γραφέα του Γουόρρεν Πάρρις, τονίζει την προσπάθειά του να ανακαλύψει ποια εκκλησία ήταν σωστή, την αντίθεση που αισθάνθηκε καθώς προσευχόταν και την εμφάνιση ενός θείου ατόμου, το οποίο λίγο μετά ακολούθησε ένα άλλο. Αυτή η αφήγηση σημειώνει επίσης την εμφάνιση αγγέλων στο όραμα. Διαβάστε την αφήγηση του 1835 εδώ.
Αφήγηση 1838. Η διήγηση για το Πρώτο Όραμα, η οποία είναι περισσότερο γνωστή σήμερα στους Αγίους των Τελευταίων Ημερών είναι αυτή του 1838. Δημοσιευμένη για πρώτη φορά το 1842 στο Times and Seasons, την εφημερίδα της Εκκλησίας στη Ναβού του Ιλλινόι, η αφήγηση αποτελούσε μέρος μίας μεγαλύτερης ιστορίας, η οποία υπαγορεύθηκε από τον Τζόζεφ Σμιθ μέσα σε περιόδους έντονης αντίθεσης. Μολονότι η αφήγηση του 1832 τονίζει την πιο προσωπική ιστορία του Τζόζεφ Σμιθ ως νέου άνδρα που επιζητούσε συγχώρηση, η αφήγηση του 1838 επικεντρώνεται στο όραμα ως αρχή της «εμφάνιση[ς] και τη[ς] προ[όδου] τής Εκκλησίας». Όπως και στην αφήγηση του 1835, η κεντρική ερώτηση της διήγησης είναι ποια εκκλησία είναι η σωστή. Διαβάστε την αφήγηση του 1838 εδώ.
Αφήγηση 1842. Γραμμένη ως απάντηση στο αίτημα του εκδότη της Chicago Democrat Τζων Γουέντγουορθ για πληροφορίες σχετικά με τους Αγίους των Τελευταίων Ημερών, αυτή η αφήγηση τυπώθηκε στο Times and Seasons το 1842. (Η «Επιστολή Γουέντγουορθ» όπως είναι κοινώς γνωστή, αποτελεί επίσης την πηγή για τα Άρθρα της Πίστης)4. Η αφήγηση, προορισμένη να δημοσιευθεί για ένα κοινό μη εξοικειωμένο με τα πιστεύω των μορμόνων, είναι περιεκτική και σαφής. Όπως σε προγενέστερες αφηγήσεις, ο Τζόζεφ Σμιθ σημείωσε τη σύγχυση που ένιωσε και την εμφάνιση δύο ατόμων ως απάντηση στην προσευχή του. Την επόμενη χρονιά ο Τζόζεφ Σμιθ έστειλε αυτήν την αφήγηση με μικρές τροποποιήσεις σε έναν ιστορικό ονόματι Ίσραελ Ντάνιελ Ραπ, ο οποίος τη δημοσίευσε ως ένα κεφάλαιο στο βιβλίο του, He Pasa Ekklesia [Η πάσα Εκκλησία]: An Original History of the Religious Denominations at Present Existing in the United States [Μία πρωτότυπη ιστορία των Θρησκευτικών Δογμάτων που υφίστανται επί του παρόντος στις Ηνωμένες Πολιτείες]5. Διαβάστε την αφήγηση του 1842 εδώ.
Αφηγήσεις από δεύτερο χέρι. Πέραν αυτών των αφηγήσεων από τον ίδιο τον Τζόζεφ Σμιθ, πέντε αφηγήσεις γράφηκαν από συγχρόνους του, οι οποίοι άκουσαν τον Τζόζεφ Σμιθ να μιλά για το όραμα. Διαβάστε αυτές τις αφηγήσεις εδώ.
Επιχειρήματα αναφορικά με τις αφηγήσεις του Τζόζεφ Σμιθ για το Πρώτο Όραμα
Η ποικιλία και ο αριθμός των αφηγήσεων για το Πρώτο Όραμα έχουν οδηγήσει κάποιους επικριτές να αναρωτηθούν κατά πόσο οι περιγραφές του Τζόζεφ Σμιθ αντιστοιχούν στην πραγματικότητα της εμπειρίας του. Δύο επιχειρήματα διατυπώνονται συχνά κατά της αξιοπιστίας του: το πρώτο αμφισβητεί την ενθύμηση των γεγονότων από τον Τζόζεφ Σμιθ. Το δεύτερο θέτει θέμα ωραιοποίησης από εκείνον των στοιχείων της ιστορίας με την πάροδο του χρόνου.
Ενθύμηση. Ένα επιχείρημα αναφορικά με τις αφηγήσεις του Τζόζεφ Σμιθ για το Πρώτο Όραμα ισχυρίζεται ότι τα ιστορικά στοιχεία δεν υποστηρίζουν την περιγραφή του Τζόζεφ Σμιθ για θρησκευτική αναζωπύρωση στην Παλμύρα της Νέας Υόρκης και στις γύρω περιοχές το 1820. Ορισμένοι επιχειρηματολογούν ότι αυτό υπονομεύει τόσο τον ισχυρισμό του Τζόζεφ για ασυνήθιστο θρησκευτικό ζήλο, όσο και την ίδια την αφήγηση του οράματος.
Τεκμηριωμένα στοιχεία, ωστόσο, στηρίζουν τις δηλώσεις του Τζόζεφ Σμιθ σχετικά με τις αναζωπυρώσεις. Η περιοχή όπου ζούσε έγινε διάσημη για τον θρησκευτικό ζήλο που επικρατούσε και ήταν αναμφισβήτητα ένα από τα κέντρα έντονων εξελίξεων των θρησκευτικών αναζωπυρώσεων. Οι ιστορικοί αναφέρονται στην περιοχή ως «η κατεστραμμένη περιφέρεια», διότι ιεροκήρυκες εξάντλησαν τους ανθρώπους της διοργανώνοντας θρησκευτικές συγκεντρώσεις στα πλαίσια κατασκήνωσης και αναζητώντας νέα μέλη στις αρχές της δεκαετίας του 18006. Τον Ιούνιο του 1818, για παράδειγμα, έλαβε χώρα στην Παλμύρα μία συγκέντρωση σε κατασκήνωση μεθοδιστών και το επόμενο καλοκαίρι μεθοδιστές συγκεντρώθηκαν ξανά στη Βιέννη (τώρα Φελπς) της Νέας Υόρκης, 24 χιλιόμετρα από το αγρόκτημα της οικογένειας Σμιθ. Τα ημερολόγια ενός περιοδεύοντος μεθοδιστή ιεροκήρυκα καταγράφουν μεγάλο θρησκευτικό ενθουσιασμό στη γεωγραφική περιοχή του Τζόζεφ το 1819 και το 1820. Αναφέρουν ότι ο αιδεσιμότατος Τζωρτζ Λέιν, ένας ευαγγελικός μεθοδιστής ιερέας, βρισκόταν σε εκείνη την περιοχή και τα δύο έτη, μιλώντας «για τη μέθοδο του Θεού να πραγματοποιεί μεταρρυθμίσεις»7. Αυτό το ιστορικό στοιχείο συμφωνεί με την περιγραφή του Τζόζεφ. Αυτός είπε ότι ο ασυνήθιστος θρησκευτικός ενθουσιασμός στην περιφέρεια ή περιοχή του «ξεκίνησε με τους μεθοδιστές». Πράγματι, ο Τζόζεφ δήλωσε ότι «στρεφόταν κάπως υπέρ» του μεθοδισμού8.
Ωραιοποίηση. Το δεύτερο επιχείρημα που προέκυπτε συχνά σχετικά με τις αφηγήσεις του Τζόζεφ Σμιθ για το Πρώτο Όραμα ήταν ότι ωραιοποιούσε την ιστορία του με την πάροδο του χρόνου. Αυτό το επιχείρημα επικεντρώνεται σε δύο λεπτομέρειες: τον αριθμό και την ταυτότητα των επουράνιων όντων που δήλωσε ότι είδε ο Τζόζεφ Σμιθ. Οι αφηγήσεις για το Πρώτο Όραμα του Τζόζεφ περιγράφουν τα επουράνια όντα με περισσότερες λεπτομέρειες με την πάροδο του χρόνου. Η αφήγηση του 1832 λέει: «Ο Κύριος άνοιξε τους ουρανούς επάνω μου και είδα τον Κύριο». Στην αφήγησή του το 1838 δηλώνει: «Είδα δύο Άτομα» το ένα εκ των οποίων σύστησε το άλλο ως «ο Υιός μου ο Αγαπητός». Ως εκ τούτου, οι επικριτές διαφώνησαν θεωρώντας ότι ο Τζόζεφ Σμιθ ξεκίνησε να αναφέρει ότι είδε ένα ον –«τον Κύριο»– και κατέληξε να ισχυρίζεται ότι είχε δει και τον Πατέρα και τον Υιό9.
Υπάρχουν άλλοι, πιο αξιόπιστοι τρόποι για να δούμε τα στοιχεία. Θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχει μία βασική εναρμόνιση στη διήγηση στο πέρασμα του χρόνου: τρεις ή τέσσερεις αφηγήσεις δηλώνουν ξεκάθαρα ότι δύο πρόσωπα εμφανίστηκαν στον Τζόζεφ Σμιθ στο Πρώτο Όραμα. Εξαίρεση αποτελεί η αφήγηση του 1832 του Τζόζεφ Σμιθ, η οποία μπορεί να αναγνωσθεί ότι αναφέρεται σε ένα ή σε δύο πρόσωπα. Αν αναγνωσθεί ότι αναφέρεται σε ένα επουράνιο ον, αυτό θα είναι πιθανόν το πρόσωπο που συγχώρησε τις αμαρτίες του. Σύμφωνα με μεταγενέστερες αφηγήσεις, το πρώτο θείο πρόσωπο είπε στον Τζόζεφ Σμιθ να «ακούει» το δεύτερο, τον Ιησού Χριστό, ο οποίος κατόπιν έδωσε το κυρίως μήνυμα, το οποίο περιελάμβανε το μήνυμα της συγχώρησης10. Η αφήγηση του 1832 του Τζόζεφ Σμιθ, λοιπόν, πιθανόν να επικεντρώθηκε στον Ιησού Χριστό, τον φέροντα την συγχώρηση.
Ένας άλλος τρόπος ανάγνωσης της αφήγησης του 1832 είναι ότι ο Τζόζεφ Σμιθ αναφέρθηκε σε δύο όντα που και τα δύο απεκάλεσε «Κύριο». Ο ισχυρισμός ότι ωραιοποίησε με την πάροδο του χρόνου τις αφηγήσεις του εδράζεται στην υπόθεση ότι η αφήγηση του 1832 περιγράφει την εμφάνιση ενός μόνον θείου όντος. Όμως η αφήγηση του 1832 δεν λέει ότι παρουσιάστηκε μόνον ένα ον. Σημειώστε ότι οι δύο αναφορές στον «Κύριο» διαχωρίζονται χρονικά: πρώτον, «ο Κύριος» ανοίγει τους ουρανούς. Κατόπιν ο Τζόζεφ Σμιθ βλέπει «τον Κύριο». Αυτή η ανάγνωση της αφήγησης συμφωνεί με την αφήγηση του 1835 του Τζόζεφ, που ένα πρόσωπο εμφανίζεται στην αρχή, ακολουθούμενο από ένα άλλο λίγο αργότερα. Η αφήγηση του 1832 μπορεί λοιπόν πολύ λογικά να αναγνωσθεί ότι εννοεί πως ο Τζόζεφ Σμιθ είδε ένα ον, το οποίο στη συνέχεια αποκάλυψε ένα άλλο ον και πως ο Τζόζεφ αναφέρθηκε και στα δύο ως «ο Κύριος»: «Ο Κύριος άνοιξε τους ουρανούς επάνω μου και είδα τον Κύριο»11.
Οι ολοένα και περισσότερο συγκεκριμένες περιγραφές του Τζόζεφ μπορούν επομένως πολύ πειστικά να αναγνωσθούν ως απόδειξη αυξανόμενης εσώτερης γνώσης, συσσωρευμένης με τον καιρό, βασισμένης σε εμπειρία. Εν μέρει, οι διαφορές ανάμεσα στην αφήγηση του 1832 και τις μεταγενέστερες αφηγήσεις πιθανόν να έχουν σχέση με τις διαφορές ανάμεσα στον γραπτό και τον προφορικό λόγο. Η αφήγηση του 1832 αντιπροσωπεύει την πρώτη φορά που ο Τζόζεφ Σμιθ αποπειράθηκε να γράψει την ιστορία του. Το ίδιο έτος έγραψε σε έναν φίλο ότι αισθανόταν φυλακισμένος «από το χαρτί, την πένα και το μελάνι και από μία στρεβλή, ελλιπή, αλλοιωμένη και ατελή γλώσσα». Απεκάλεσε τον γραπτό λόγο μία «κάπως στενόχωρη φυλακή»12. Η ευρύτητα των μεταγενέστερων αφηγήσεων είναι ευκολότερα κατανοητή, ακόμα και αναμενόμενη, όταν αναγνωρίζουμε ότι ήταν σαν υπαγορευμένες αφηγήσεις – ένα εύκολο, άνετο μέσον για τον Τζόζεφ Σμιθ και ένα μέσον που επέτρεπε στις λέξεις να ρέουν ευκολότερα.
Συμπέρασμα
Ο Τζόζεφ Σμιθ κατέθεσε επανειλημμένως μαρτυρία ότι βίωσε ένα αξιοσημείωτο όραμα με τον Θεό Πατέρα και τον Υιό Του, Ιησού Χριστό. Ούτε η αλήθεια του Πρώτου Οράματος ούτε τα επιχειρήματα εναντίον του μπορούν να αποδειχθούν από την ιστορική έρευνα και μόνον. Η γνώση της αλήθειας για τη μαρτυρία του Τζόζεφ Σμιθ απαιτεί από κάθε σοβαρό άνθρωπο που αναζητεί την αλήθεια να μελετήσει το χρονικό και κατόπιν να ασκήσει επαρκή πίστη στον Χριστό για να ρωτήσει τον Θεό με ειλικρινή, ταπεινή προσευχή κατά πόσο το χρονικό είναι αληθινό. Αν αυτός που αναζητά ρωτήσει έχοντας πραγματική πρόθεση να ενεργήσει επί της απάντησης που θα αποκαλυφθεί από το Άγιο Πνεύμα, η αλήθεια του οράματος του Τζόζεφ Σμιθ θα εκδηλωθεί. Με αυτόν τον τρόπο, καθένας μπορεί να γνωρίζει ότι ο Τζόζεφ Σμιθ μίλησε με εντιμότητα, όταν διακήρυξε: «Γιατί είχα δει ένα όραμα. Το ήξερα, και ήξερα ότι ο Θεός το ήξερε, και δεν μπορούσα να το αρνηθώ»13.
Η Εκκλησία αναγνωρίζει τη συνεισφορά των λογίων στο ιστορικό περιεχόμενο που παρουσιάστηκε στο άρθρο αυτό. Το έργο τους χρησιμοποιήθηκε κατόπιν αδείας.
Δημοσιεύθηκε αρχικά τον Νοέμβριο του 2013.
Σχετικά Θέματα
-
Απαντώντας σε ερωτήσεις για το Ευαγγέλιο
-
Θεϊκή Κεφαλή
-
Θεός Πατέρας
-
Ιησούς Χριστός
-
Τζόζεφ Σμιθ
-
Αποκατάσταση της Εκκλησίας
-
Αποκατάσταση της Ιεροσύνης
Γραφές
Παραπομπές Γραφών
Βίντεο
«Η Αποκατάσταση»
«Τζόζεφ Σμιθ: Ο Προφήτης της Αποκαταστάσεως»
«Προετοιμασία για Ιεραποστολή, Καταγραφή 14: Γκόρντον Χίνκλυ»
Πηγές Μάθησης
Γενικές Πηγές
“History, circa Summer 1832”, The Joseph Smith Papers
“Journal, 1835–1836”, The Joseph Smith Papers
“History, circa June 1839-circa 1841 [Draft 2]”, The Joseph Smith Papers
“History, circa Summer 1842”, The Joseph Smith Papers
“‘Latter Day Saints,’ 1844”, The Joseph Smith Papers
“Primary Accounts of Joseph Smith’s First Vision of Deity”, The Joseph Smith Papers
Περιοδικά της Εκκλησίας
“Preparing for the Restoration”, Ensign, Ιούνιος 1999
“Book of Mormon Personalities Known by Joseph Smith”, Ensign, Δεκέμβριος 1983