Νέοι
Η τέλεια παραμονή Χριστουγέννων
Καθώς μεγάλωνα, μια από τις σημαντικότερες στιγμές κάθε χρόνου ήταν η παραμονή Χριστουγέννων. Η οικογένειά μου κι εγώ φτειάχναμε πίτσα, πηγαίναμε για κάλαντα και μετά συγκεντρωνόμασταν για την πνευματική συγκέντρωση Χριστουγέννων. Τραγουδούσαμε ύμνους σε μια τρεμάμενη αρμονία τεσσάρων μερών και παίζαμε κάλαντα δυνατά με την παράξενη ποικιλία των μουσικών οργάνων μας. Ο μπαμπάς πάντα τελείωνε τη βραδιά με μια χριστουγεννιάτικη σκέψη που μας άφηνε με δάκρια χαράς. Η ζωή δεν γινόταν καλύτερη παρά την παραμονή των Χριστουγέννων.
Όταν ήμουν λίγο πιο μεγάλος, η μαμά μου άρχισε να φροντίζει μια νεαρή γειτόνισσα, την Κέλυ. Η Κέλυ ερχόταν στο σπίτι μας κάθε μέρα μετά το σχολείο, ενώ η μαμά της, η Πάτυ, δούλευε. Η Κέλυ με ακολουθούσε τριγύρω σαν σκυλάκι—θορυβώδης και σε ανάγκη. Ήταν πάντα μια ανακούφιση, όταν η Πάτυ έπαιρνε την κόρη της και άφηνε το σπίτι και την οικογένειά μου σε ησυχία.
Κάποιον Δεκέμβριο τρομοκρατήθηκα, όταν η μαμά κάλεσε την Πάτυ και την Κέλυ να έλθουν μαζί μας για την παραμονή των Χριστουγέννων. Την παραμονή των Χριστουγέννων μου. Η μαμά χαμογέλασε και με διαβεβαίωσε: «Δεν θα αλλάξει τίποτα». Αλλά ήξερα καλύτερα. Θα έτρωγαν όλη την πίτσα μας. Η Κέλυ θα κορόιδευε το τραγούδι μας. Το είχα πάρει απόφαση ότι θα ήταν η χειρότερη παραμονή Χριστουγέννων που έγινε ποτέ.
Όταν ήλθε το βράδυ, η Πάτυ και η Κέλυ ήλθαν μαζί μας και μιλήσαμε και γελάσαμε και τραγουδήσαμε. Η μητέρα μου είχε δίκιο. Ήταν τέλειο. Τα μεσάνυχτα μάς ευχαρίστησαν και έφυγαν απρόθυμα. Πήγα για ύπνο με γεμάτη καρδιά. Ανεκάλυψα ότι τα πραγματικά πολύτιμα δώρα των Χριστουγέννων δεν μειώνονται, όταν τα μοιράζεσαι με άλλους. Αντ’ αυτού, γλυκαίνουν και πολλαπλασιάζονται, όταν τα δίνουμε.