Τμήμα 99
Αποκάλυψη που δόθηκε μέσω του Τζόζεφ Σμιθ του Προφήτη στον Τζον Μέρντοκ, στις 29 Αυγούστου 1832, στο Χάιραμ του Οχάιο. Για πάνω από έναν χρόνο, ο Τζον Μέρντοκ κήρυττε το Ευαγγέλιο ενώ τα παιδιά του –ορφανά από μητέρα μετά τον θάνατο της γυναίκας του, Τζούλιας Κλαπ, τον Απρίλιο του 1831– κατοικούσαν με άλλες οικογένειες στο Οχάιο.
1–8, Ο Τζον Μέρντοκ καλείται να κηρύξει το Ευαγγέλιο και αυτοί που τον δέχονται, δέχονται τον Κύριο και θα λάβουν έλεος.
1 Ιδού, λέει, λοιπόν, ο Κύριος στον υπηρέτη μου Τζον Μέρντοκ – καλείσαι να πας στις ανατολικές πολιτείες από σπίτι σε σπίτι, από χωριό σε χωριό, και από πόλη σε πόλη, για να κηρύξεις το αιώνιο Ευαγγέλιο στους κατοίκους τους, εν μέσω δίωξης και ανομίας.
2 Και όποιος δέχεται εσένα δέχεται κι εμένα. Και θα έχεις εξουσία να δηλώνεις τον λόγο μου παρουσιάζοντας το Άγιο Πνεύμα μου.
3 Και όποιος σε δέχεται σαν μικρό παιδί, δέχεται το βασίλειό μου. Και μακάριοι είναι αυτοί, γιατί θα λάβουν έλεος.
4 Και όποιος σε απορρίπτει θα απορριφθεί από τον Πατέρα μου και τον οίκο του. Και θα καθαρίσεις τα πόδια σου στα μυστικά μέρη καταθέτοντας μαρτυρία εναντίον τους.
5 Και ιδού, και να, έρχομαι γρήγορα για κρίση, για να πείσω όλους για τις ασεβείς πράξεις που έχουν διαπράξει εναντίον μου, όπως γράφεται για μένα στον τόμο του βιβλίου.
6 Και τώρα, αληθινά σου λέω, ότι δεν είναι σκόπιμο να πας έως ότου τα παιδιά σου τακτοποιηθούν και σταλούν στοργικά στον επίσκοπο της Σιών.
7 Και μετά από λίγα χρόνια, αν το επιθυμήσεις από εμένα, επιτρέπεται να πορευτείς επίσης στην αγαθή γη, για να αποκτήσεις την κληρονομιά σου.
8 Διαφορετικά, θα συνεχίσεις να κηρύττεις το Ευαγγέλιό μου έως ότου σε πάρω. Αμήν.