Απλώς ένα ταξί
Η συγγραφέας ζει στη Βόρειο Καρολίνα των Η.Π.Α.
«Βοήθησέ μας να βρούμε απλώς ένα ταξί, ώστε να μπορέσουμε να πάμε στην εκκλησία σήμερα» προσευχήθηκαν τα κορίτσια.
«Πάντοτε έχω ένα χαρούμενο συναίσθημα όταν πηγαίνω στην εκκλησία» (Children’s Songbook, 157).
Αυτή η ιστορία λαμβάνει χώρα στην Καντάμπρια της Ισπανίας.
«Πώς θα καταφέρουμε να πάμε στην εκκλησία σήμερα;» Ρώτησε η μικρή αδελφή της Έλλι, Πέππα. «Βρέχει πάρα πολύ!»
«Μην ανησυχείς» είπε η Έλλι. «Είμαστε γενναίες!»
Η Έλλι βοήθησε την Πέππα να κουμπώσει το πανωφόρι της. Μετά εκείνη έβαλε τις μπότες της.
Η Έλλι και η Πέππα βγήκαν έξω με τη μαμά και τον μπαμπά. Έβρεχε πιο δυνατά από πριν. Ο άνεμος γύρισε την ομπρέλα τους ανάποδα. Η Έλλι δεν ένιωθε τόσο γενναία πια.
«Τι θα πρέπει να κάνουμε;» Ρώτησε η Έλλι. Ήταν καταιγίδα και δεν μπορούσαν να πάνε στο λεωφορείο.
«Θα πάρουμε ταξί τότε» είπε ο μπαμπάς.
«Καλή ιδέα» είπε η μαμά. «Ας πάμε!»
Περπάτησαν στον πλημμυρισμένο δρόμο. Δεν περνούσαν ούτε ταξί ούτε αυτοκίνητα. Ακόμη και το panadería (αρτοπωλείο) ήταν κλειστό.
Τελικώς είδαν το μέρος όπου στάθμευαν τα ταξί για να πάρουν τους πελάτες. Όμως η πρώτη θέση για ταξί ήταν άδεια.
«Ωχ, όχι!» Είπε η Πέππα.
«Está bien. Είναι εντάξει» είπε η Έλλι. «Θα υπάρχει άλλο. Απλώς δεν μπορούμε να το δούμε ακόμη».
Πλησίασαν πιο κοντά. Η επόμενη θέση στάθμευσης ήταν άδεια επίσης.
«Και τώρα;» ρώτησε η Πέππα.
«Ξέρω» είπε η Έλλι. «Ας προσευχηθούμε».
Τα κορίτσια ψιθύρισαν μία προσευχή. «Nuestro Padre Celestial, σε παρακαλούμε βοήθησέ μας να βρούμε απλώς ένα ταξί, για να μπορέσουμε να πάμε στην εκκλησία σήμερα. Προσπαθούμε να διαλέξουμε το σωστό και αυτή η βροχή μας δυσκολεύει. En el nombre de Jesucristo, amén». Η Έλλι μάθαινε ακόμη Ισπανικά κι έτσι ανακάτεψε τα Αγγλικά μαζί με τα Ισπανικά.
Περπάτησαν λίγο ακόμη. H επόμενη θέση στάθμευσης ήταν επίσης άδεια.
«Ίσως θα έπρεπε να γυρίσουμε πίσω και να πάμε σπίτι» φώναξε ο μπαμπάς μέσα στον άνεμο.
«Τα πόδια μας είναι μούσκεμα» είπε η μαμά.
«Ας πάμε λίγο πιο μακριά» είπε η Έλλι. «Χρειαζόμαστε απλώς ένα ταξί».
Τώρα μπορούσαν να δουν την τελευταία θέση σταθμεύσεως.
Εκεί, με αναμμένο το πράσινο φως του, ήταν ένα ταξί!
Η Έλλι και η Πέππα πήδηξαν μέσα στο ταξί. Η μαμά τις βοήθησε να φτιάξουν τα μαλλιά τους. «Συγγνώμη που βρέξαμε τις θέσεις σας» είπε ο μπαμπάς στον οδηγό.
Έφθασαν στην εκκλησία και χαιρέτισαν τους φίλους τους με besos και abrazos (φιλιά και αγκαλιές).
«Δεν το πιστεύω ότι βρήκαμε ταξί» είπε η μαμά. “¡Que suerte!”
«Δεν ήταν τύχη» είπε η Έλλι. «Η Πέππα και εγώ προσευχηθήκαμε να μας βοηθήσει ο Επουράνιος Πατέρας να πάμε στην εκκλησία. Και άκουσε!»