2022
Όχι τόσο μόνος
Ιανουάριος/Φεβρουάριος 2022


Όχι τόσο μόνος

Ο Νταμιάν ευχήθηκε η οικογένειά του να μπορούσε να έλθει μαζί στην εκκλησία.

boy holding bag to travel

Ο Νταμιάν κοίταξε μέσα στο σακίδιό του για να δει ότι είχε ό,τι χρειαζόταν. Ρούχα για την Εκκλησία; Επαλήθευση. Υποδήματα; Επαλήθευση. Βιβλίο του Μόρμον; Επαλήθευση. Έκλεισε με το φερμουάρ το σακίδιό του, το έβαλε πάνω από τον ώμο του και κατευθύνθηκε προς την πόρτα.

«Mamá [μαμά]!» φώναξε ο Νταμιάν. «Θα πάω στην Abuela [γιαγιά] και στον Abuelo [παππού]!»

Η μαμά δίπλωνε πετσέτες. «Φρόντισε να βοηθήσεις τους παππούδες σου». Σταμάτησε για να αγκαλιάσει τον Νταμιάν. «Ξέρω ότι σου αρέσει να πηγαίνεις στην εκκλησία μαζί τους. Να περάσεις καλά αύριο».

«Θα περάσω» είπε ο Νταμιάν. Αλλά εύχομαι να ερχόσουν μαζί μου, σκέφθηκε.

Ο Νταμιάν περπάτησε μέχρι τη στάση του λεωφορείου. Κάθε Σάββατο έπαιρνε το λεωφορείο στην άλλη πλευρά της κωμοπόλεώς του στον Ισημερινό προς το σπίτι της Abuela [γιαγιάς] και του Abuelo [παππού]. Έμενε τη νύκτα μαζί τους. Κατόπιν πήγαινε στην εκκλησία μαζί τους την επομένη.

Την Κυριακή το πρωί, ο Νταμιάν ντυνόταν για την εκκλησία. Κούμπωνε το πουκάμισό του. Φορούσε τα παπούτσια του. Κατόπιν πήγαινε στην εκκλησία με την Abuela [γιαγιά] και τον Abuelo [παππού].

Στον Νταμιάν άρεσε η εκκλησία. Του άρεσε να τραγουδά τα τραγούδια και να μεταλαμβάνει. Του άρεσε να βλέπει τους φίλους του επίσης. Αλλά ευχόταν η υπόλοιπη οικογένειά του να ήταν μαζί του.

Εκείνο το απόγευμα, ο Νταμιάν, η Abuela [γιαγιά] και ο Abuelo [παππούς] πήγαν στο σπίτι του αδελφού και της αδελφής Ρουίς. Θα είχαν οικιακή βραδιά μαζί. Η Abuela [γιαγιά] έφερε ένα πιάτο τάρτα για επιδόρπιο.

Το μάθημα ήταν για τον Ιησού. Ο Νταμιάν χρωμάτισε μία απεικόνιση του Ιησού, ενώ άκουγε το μάθημα. «Ο Ιησούς καταλαβαίνει όλα όσα αισθανόμαστε» είπε ο αδελφός Ρουίς. «Ακόμη και όταν αισθανόμαστε λυπημένοι».

Ο Νταμιάν κοίταξε την απεικόνιση του Ιησού. Τον έκανε ευτυχισμένο που ο Ιησούς ήξερε πώς αισθανόταν.

Μετά την τελική προσευχή, η Abuela [γιαγιά] είπε: «Έφερα τάρτα. Ποιος θέλει λίγο;»

«Εγώ!» είπε ο Νταμιάν. Το κρεμώδες, γλυκό επιδόρπιο ήταν το αγαπημένο του Νταμιάν! Και η Abuela [γιαγιά] έφτειαχνε την καλύτερη τάρτα.

Μετά την οικιακή βραδιά, η Abuela [γιαγιά] περπάτησε μαζί με τον Νταμιάν στη στάση του λεωφορείου, ώστε να μπορέσει να πάει σπίτι. Ο Νταμιάν κοίταξε κάτω στο έδαφος.

«Συμβαίνει κάτι;» ρώτησε η Abuela [γιαγιά].

Ο Νταμιάν συνοφρυώθηκε. «Εύχομαι η υπόλοιπη οικογένειά μου να ερχόταν στην εκκλησία μαζί μας».

«Κι εγώ» είπε η Abuela [γιαγιά]. Αγκάλιασε τον Ντάμιαν. «Αλλά η οικογένειά σου σε αγαπά πάρα πολύ. Το ίδιο και ο Abuelo [παππούς] και εγώ και πολλοί άλλοι!»

Το λεωφορείο σταμάτησε. Ο Νταμιάν κάθισε δίπλα στο παράθυρο και έκανε νόημα προς την Abuela [γιαγιά] καθώς το λεωφορείο έφευγε.

Ο Νταμιάν σκέφθηκε τι είχε πει η Abuela [γιαγιά]. Σκέφθηκε τη Mamá [μαμά] και τον αδελφό και την αδελφή του. Ήξερε ότι τον αγαπούσαν τόσο πολύ. Κατόπιν σκέφθηκε τη δασκάλα της Προκαταρκτικής του. Και την οικογένεια Ρουίς. Και την Abuela [γιαγιά] και τον Abuelo [παππού]. Όλοι τον αγαπούσαν επίσης.

Πάνω απ’ όλα, ο Νταμιάν ήξερε ότι ο Επουράνιος Πατέρας και ο Ιησούς τον αγαπούσαν. Και αυτό τον έκανε να μην αισθάνεται τόσο μόνος πια.

Page from the January/February 2022 Friend Magazine.

Εικονογραφήσεις υπό Julissa Mora