2009
Κάνοντας περισσότερα απ’ ό,τι απαιτείται
Απρίλιος 2009


Κάνοντας περισσότερα απ’ ό,τι απαιτείται

Ενίοτε το να καταβάλουμε μία μικρή προσπάθεια, επιφέρει σπουδαία πράγματα.

Όταν ο Στέιν Άρθουρ Άντερσεν ήταν περίπου 15 ετών, δεν ήταν ενεργό μέλος στην Εκκλησία. Ούτε και η οικογένειά του. Είχαν μετακομίσει αρκετές φορές σε διαφορετικές περιοχές της Νορβηγίας. Αυτήν τη φορά διαβιούσαν στο Στάβανγκερ. Είναι η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας και ευρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή. Ο Στέιν είχε πάει λίγες φορές στην εκκλησία, στο Στάβανγκερ, και είχε συναντήσει ορισμένους εκ των άλλων νέων Αγίων των Τελευταίων Ημερών στην περιοχή. Ένας νέος άνδρας συγκεκριμένως έκανε αρκετά μεγάλη εντύπωση στον Στέιν—το όνομά του ήταν Τορ Λάσε Μπγιέργκα.

Ήταν κατά τη διάρκεια μίας εκ των ασυνήθιστων επισκέψεων του Στέιν στην εκκλησία, όπου συνάντησε τον Τορ Λάσε. «Ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος από εμένα και πράγματι με εντυπωσίασε», λέγει ο Στέιν. «Αισθανόμουν ένα καλό πνεύμα, όταν ήμουν παρουσία του και νόμιζα ότι ήταν καλό παιδί». Αν ο Στέιν δεν είχε εντυπωσιασθεί από τον Τορ Λάσε, ίσως δεν θα ήταν πρόθυμος να τον ακούσει, όταν ο τελευταίος ταξίδευσε μέχρι το σπίτι του Στέιν με μία ειδική πρόσκληση.

Η πρόσκληση εκείνη ήλθε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν το πρόγραμμα σεμιναρίου εισήχθη στη Νορβηγία και ο Τορ Λάσε είχε κληθεί ως ο πρώτος διδάσκαλος σεμιναρίου. Αφού ήταν μόλις 18 ετών τότε, ο Τορ Λάσε ήταν λίγο νευρικός που ανελάμβανε μία τέτοια μεγάλη ευθύνη. «Προσευχόμουν για αυτό αρκετά», θυμάται. Ένα πράγμα που εγνώριζε σίγουρα ήταν ότι ήθελε να προσεγγίσει τους νέους στην περιοχή του, οι οποίοι ήταν λιγότερο ενεργά μέλη. Ο Τορ Λάσε λέγει: «Μπόρεσα να αισθανθώ αμέσως ότι έπρεπε να επισκεφθώ τον Στέιν Άρθουρ».

«Πιθανώς ήμουν ένα εκ των ονομάτων σε έναν κατάλογο», λέγει ο Στέιν. Όμως για τον Τορ Λάσε ο Στέιν ήταν πολύ περισσότερα από ένα όνομα απλώς σε έναν κατάλογο. Ο Τορ Λάσε θυμάται που είχε εντυπωσιασθεί με τη διάνοια του Στέιν και τον ήρεμο και αποφασιστικό χαρακτήρα του. Επομένως, ο Τορ Λάσε απεφάσισε να επισκεφθεί προσωπικώς, προκειμένου να προσκαλέσει τον Στέιν να συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα του σεμιναρίου.

Ο Τορ Λάσε τηλεφώνησε εκ των προτέρων και μίλησε με τους γονείς του Στέιν, ούτως ώστε να βεβαιωθεί ότι εκείνος θα ήταν σπίτι για την επίσκεψη. Προκειμένου να πάει στο σπίτι του Στέιν, ο Τορ Λάσε έπρεπε να πάρει ένα λεωφορείο διαδρομής 35 λεπτών, για να πάρει ένα οχηματαγωγό πλοίο. Κατόπιν, το ταξίδι με το πλοίο διήρκησε 45 λεπτά. Τελικώς, έπρεπε να περιπατήσει και άλλα 30 λεπτά. «Το σκέπτομαι συνεχώς», λέγει ο Στέιν. «Αυτό που έκανε ο Τορ Λάσε ήταν πραγματικώς περισσότερα απ’ ό,τι απαιτείτο».

Αμφότεροι οι άνδρες θυμούνται ακόμη καλώς το πνεύμα που αισθάνθηκαν κατά τη διάρκεια της συναντήσεως, σχεδόν πριν από 35 χρόνια. Καθώς κάθισαν στην τραπεζαρία, ο νους του Στέιν πήγαινε σε όλα τα πράγματα στα οποία είχε μέρος. «Με απασχολούσε πολύ το ποδόσφαιρο και ο προσκοπισμός και η τρομπέτα μου και έκανα διάφορα πράγματα. Ήμουν πολυάσχολος».

«Ο Τορ Λάσε γύρισε προς εμένα, καθώς έκανε λόγο περί σεμιναρίου, και είπε: ‘Στέιν Άρθουρ, θα εγγραφείς στο πρόγραμμα σεμιναρίου και θα αρχίσεις να μελετάς τις γραφές μαζί μας;’ Καθόμουν κοντά στο τζάκι και είπα ναι. Σύμφωνα με τη λογική σκέψη, θα έπρεπε να τον είχα απορρίψει, επειδή δεν είχα χρόνο. Όμως είπα ναι. Και αυτό άρχισε τη συμμετοχή μου στο σεμινάριο».

Και αυτό συμπεριελάμβανε το να σηκώνεται κάθε πρωί, για να μελετήσει τις γραφές και τα μαθήματα σεμιναρίου του από μόνος του στο σπίτι. Κατόπιν, η μικρή ομάδα των τεσσάρων ή πέντε μαθητών συγκεντρωνόταν κάθε εβδομάδα. «Σταδιακώς άρχισα να αισθάνομαι το Πνεύμα εκείνα τα πρωινά, νωρίς, διαβάζοντας μόνος μου και σηκωνόμουν κάθε πρωί», λέγει ο Στέιν. «Ύστερα από λίγο, αισθανόμουν ότι η ημέρα δεν θα ήταν εκείνη που θα μπορούσε να είναι, εάν δεν σηκωνόμουν το πρωί. Και άρχισα να αποκτώ μαρτυρία χωρίς καν να το γνωρίζω».

Ο Στέιν εξηγεί ότι «ύστερα από λίγο, κατάλαβα τι ήταν αυτά τα συναισθήματα. Αισθάνθηκα καλά με όσα μάθαινα και αισθανόμουν το Πνεύμα. Αισθανόμουν ότι αυτό ήταν το σωστό. Και ήξερα ότι αυτό ήταν κάτι επί του οποίου ήθελα να οικοδομήσω τη ζωή μου».

Όμως, γιατί ο Στέιν λέγει ναι, όταν αισθανόταν τόσο πολυάσχολος; «Νομίζω ότι η επιρροή του Αγίου Πνεύματος επενήργησε επάνω μου», λέγει. «Πρέπει να ήμουν κάπως προετοιμασμένος. Επομένως, όταν ο Τορ Λάσε ήλθε με πίστη, έκανε περισσότερα απ’ ό,τι απαιτείτο, και ήμουν έτοιμος να λάβω την πρόσκλησή του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ενεργεί ο Κύριος».

Περίπου έναν περίπου χρόνο ή αργότερα, ο Τορ Λάσε απεφάσισε να πάει σε μία ιεραποστολή και εκλήθη να υπηρετήσει στη Νορβηγία. Κατά τη διάρκεια εκείνου του καιρού, ο Στέιν εξακολουθούσε να ενδυναμώνει τη μαρτυρία του για το ευαγγέλιο. «Όταν ο Τορ επέστρεψε από την ιεραποστολή του, αυτό πραγματικώς με έκανε να σκέπτομαι κι εγώ για μία ιεραποστολή», λέγει ο Στέιν. «Συμπέρανα ότι θα έπρεπε να πάω, διότι ήθελα να υπηρετήσω τον Κύριο και σκέφθηκα ότι, εάν δεν πήγαινα, ενδεχομένως να το μετάνιωνα για το υπόλοιπο της ζωής μου».

Ο Στέιν θυμάται ότι, αφού μίλησε με τους ηγέτες της ιεροσύνης του σχετικώς με την ιεραποστολή, ένοιωσε ότι τα πόδια του μετά βίας άγγιζαν το έδαφος καθώς βάδιζε σπίτι. Προτού φύγει για την ιεραποστολή του (επίσης στη Νορβηγία), ο Στέιν συνάντησε τη μέλλουσα σύζυγό του, τη Χίλντε, σε μία συνέλευση νέων στο Όσλο. Αλληλογραφούσαν κατά τη διάρκεια της ιεραποστολής του και αφού εκείνος επέστρεψε σπίτι, παντρεύθηκαν. Τώρα έχουν τέσσερα παιδιά: δύο υιούς, οι οποίοι έχουν παντρευθεί αμφότεροι στο ναό, και δύο μικρότερες θυγατέρες, οι οποίες είναι ακόμη σπίτι και είναι ενεργά μέλη του σεμιναρίου.

«Εκείνη η νύκτα, όταν ο Τορ Λάσε ήλθε σπίτι μας—αυτό βασικώς άλλαξε όλη μου τη ζωή», λέγει ο Στέιν. Αυτή η επίσκεψη του έδειξε το μονοπάτι, όπου συνάντησε τη σύζυγό του, υπηρέτησε σε μία ιεραποστολή και έκανε μία οικογένεια, όλα με το να είναι τα πόδια του γερά φυτεμένα στο έδαφος του ευαγγελίου. «Ήμουν πρόεδρος κλάδου, πρόεδρος περιφερείας, επίσκοπος—όλα αυτά διότι ο Τορ Λάσε ήλθε σπίτι μας και άρχισα το πρόγραμμα σεμιναρίου». Όλα αυτά διότι ο Τορ Λάσε ήταν πρόθυμος να κάνει περισσότερα απ’ ό,τι απαιτείτο.

Εικονογραφήσεις υπό Gregg Thorkelson

Φωτογραφία υπό Paul VanDenBerghe

Η Ίντα Άντερσεν (δεξιά) με την αδελφή της, Άνε, και οι γονείς της, Χίλντε και Στέιν.