Παίρνοντας σειρά για την Εκκλησία
«Όταν επιστρέψεις σπίτι, πες μου ποια τραγούδια τραγούδησες στην Προκαταρκτική» είπε η Τζέννυ.
«Θα το κάνω!» είπε η αδελφή της, Μίριαμ, καθώς φορούσε τα παπούτσια της.
Δεν μπορούσαν όλοι στην οικογένεια της Τζέννυς να πηγαίνουν στην εκκλησία κάθε Κυριακή. Υπήρχαν έξι άτομα στην οικογένεια της Τζέννυς. Όμως η Mamá είχε μόνον αρκετά χρήματα για να αγοράσει δύο εισιτήρια λεωφορείου κάθε εβδομάδα. Έτσι έπρεπε να πάνε εναλλάξ στην εκκλησία με το λεωφορείο.
Η Τζέννυ ευχόταν να μπορούσε να πάει κάθε εβδομάδα. Της άρεσε να μαθαίνει για τον Ιησού Χριστό. Της άρεσε να τραγουδά στην Προκαταρκτική. Ήθελε να βλέπει τους φίλους της. Πάνω απ’ όλα, ήθελε να νιώσει το ζεστό, χαρούμενο συναίσθημα που πάντοτε είχε στην εκκλησία. Όμως σήμερα έπρεπε να μείνει στο σπίτι.
«Ώρα να πάμε». Η Mamá αγκάλιασε την Τζέννυ και τον αδελφό και τις αδελφές της και είπε αντίο.
Η Τζέννυ προσπάθησε να χαμογελάσει καθώς η Μίριαμ και η Mamá έφευγαν. Αλλά ένιωθε έναν κόμπο στον λαιμό της καθώς τις έβλεπε να φεύγουν. Μακάρι να ήταν η σειρά μου να πάω σκέφθηκε η Τζέννυ. Ήταν πάντα δύσκολο να μένει στο σπίτι.
«Θέλεις να ζωγραφίσεις;» Ο μικρός αδελφός της Τζέννυς, ο Μάρκο, κρατούσε μερικές κηρομπογιές και χαρτί.
Η Τζέννυ έγνεψε καταφατικά.
Για τις επόμενες ώρες, η Τζέννυ διάβαζε ιστορίες και χρωμάτιζε με τον Μάρκο και τις μεγαλύτερες αδελφές τους. Ήταν διασκεδαστικό, αλλά η Τζέννυ συνέχισε να σκέπτεται για την εκκλησία. Μάθαιναν νέα τραγούδια στην Προκαταρκτική τώρα; Ποιο ήταν το μάθημα για σήμερα;
Τελικώς, η Τζέννυ άκουσε την μπροστινή πόρτα να ανοίγει. Η Mamá και η Μίριαμ ήταν σπίτι!
«Mamá! Μίριαμ!» Η Τζέννυ έτρεξε στην πόρτα και τις αγκάλιασε.
Η Mamá κατέβασε την τσάντα της. «Ας μιλήσουμε για όσα μάθαμε στην εκκλησία».
Όλοι κάθισαν μαζί. Η Mamá έβγαλε το μικρό υμνολόγιο που κρατούσε στην τσάντα της. Η οικογένεια της Τζέννυς τραγούδησε το «Παντοτινά θα ’μαστ’ ενωμένοι». Γνώριζε όλα τα λόγια.
Κατόπιν, η Τζέννυ ρώτησε τη Μίριαμ για την Προκαταρκτική. Η Μίριαμ άνοιξε το Βιβλίο του Μόρμον και έβγαλε ένα διπλωμένο κομμάτι χαρτί. Το κράτησε ψηλά, ώστε όλοι να μπορούν να δουν. Ήταν μία απεικόνιση του Ιησού που είχε χρωματίσει με μερικά παιδιά.
«Χρωματίσαμε μία εικόνα και τραγουδήσαμε το “Σαν τον Ιησού θα γίνω με προσπάθεια”. Κατόπιν μιλήσαμε για το πώς ο Ιησούς μπορεί να βοηθήσει όλους».
«Μιλήσαμε γι’ αυτό και στην Ανακουφιστική Εταιρεία» είπε η Mamá. «Ο Ιησούς Χριστός μπορεί να μας βοηθήσει, όταν είμαστε φοβισμένοι ή μόνοι». Η Mamá έβγαλε ένα κομμάτι χαρτί από την τσάντα της. «Ο δάσκαλος έδωσε σε όλους αυτό το παράθεμα από τον προφήτη. “Καθώς επιλέγετε να ζείτε στο πλευρό του Κυρίου, δεν είστε ποτέ μόνοι”»*.
«Ακόμη και εδώ στο σπίτι!» είπε η Τζέννυ.
Η Mamá χαμογέλασε. «Ακόμη και στο σπίτι. Μπορούμε πάντα να αισθανόμαστε τον Σωτήρα κοντά μας».
Η Τζέννυ χαμογέλασε διάπλατα. Δεν πήγαινε στην εκκλησία κάθε εβδομάδα. Όμως μπορούσε να νιώσει κοντά στον Ιησού στο σπίτι της. Και ήταν ενθουσιασμένη που ήταν η σειρά της να πάει ξανά στην εκκλησία σύντομα.