Ομάδες και ταλέντα
Οι καλύτερες ομάδες συνεργάζονται και βοηθούν η μια την άλλη να γίνει καλύτερη.
«Τρέξε, Τζίλιαν, τρέξε!» ο μπαμπάς φώναξε. Ο μπαμπάς της Τζίλιαν ήταν ο προπονητής της ομάδας ποδοσφαίρου της. Έκαναν εξάσκηση πάρα πολύ, για να ετοιμασθούν για το παιχνίδι του πρωταθλήματος. Ο ήλιος έκαιγε, αλλά η Τζίλιαν συνέχιζε να τρέχει.
Τελικά ο μπαμπάς σφύριξε. «Εντάξει, ας κάνουμε ένα διάλειμμα».
Η Τζίλιαν άρπαξε το μπουκάλι με το νερό και κάθισε στο παγκάκι με τα αγόρια. Ήταν το μόνο κορίτσι στην ομάδα, αλλά δεν την ένοιαζε. Όλοι συνεργάζονταν και βοηθούσαν ο ένας τον άλλον να γίνουν καλύτεροι. Μολονότι ήταν κουρασμένη και ιδρωμένη, ένιωθε χαρούμενη που έπαιζε με την ομάδα της.
«Μπαμπά, πώς τα πήγαμε σήμερα;» ρώτησε.
Ο μπαμπάς χαμογέλασε. «Ωραία! Νομίζω ότι η ομάδα είναι έτοιμη για το παιγνίδι».
Η Τζίλιαν χαμογέλασε κι εκείνη. Όλη η σκληρή δουλειά τους άξιζε τον κόπο!
Στον δρόμο της επιστροφής από την εξάσκηση, η Τζίλιαν είδε τη φίλη της Μέι. Ήταν στην ίδια τάξη Προκαταρκτικής. Όμως η Μέι δεν είχε έλθει στην Προκαταρκτική για λίγο καιρό.
Η Τζίλιαν χαμογέλασε στη Μέι. «Γεια σου, Μέι! Μου έλειψες στην Προκαταρκτική. Είσαι καλά;»
Η Μέι κοίταζε τα παπούτσια της. «Η μαμά μου δεν θέλει να πάει στην εκκλησία».
«Πώς κι έτσι;»
«Δεν ξέρω». Η Μέι σήκωσε το κεφάλι της. «Λοιπόν, πρέπει να φύγω».
Η Τζίλιαν της έκανε νεύμα και παρακολουθούσε τη Μέι να φεύγει. Πώς μπορώ να βοηθήσω τη Μέι; Αναρωτιόταν.
Όταν η Τζίλιαν γύρισε σπίτι, έπαιξε μερικά τραγούδια της Προκαταρκτικής στο γιουκαλέλι της. Κατόπιν κάλεσε τους αδελφούς της να τραγουδήσουν μαζί. Τραγούδησαν μέχρι που η μαμά τούς κάλεσε για φαγητό.
«Αύριο θα επισκεφθώ την αδελφή Ορία» είπε η μαμά.
«Η αδελφή Ορία είναι η μαμά της Μέι, σωστά;» Ρώτησε η Τζίλιαν. «Μπορώ να έλθω μαζί σου; Η Μέι δεν έρχεται στην Προκαταρκτική. Και όταν την είδα σήμερα, φαινόταν κάπως λυπημένη».
«Βέβαια, μπορείς να έλθεις» είπε η μαμά.
«Θα φέρω το γιουκαλέλι μου! Μπορώ να παίζω τραγούδια της Προκαταρκτικής. Σίγουρα της λείπει το τραγούδι» είπε η Τζίλιαν.
Όταν έφθασαν στο σπίτι της Μέι την επομένη, η Τζίλιαν αγκάλιασε τη Μέι. Ενώ μιλούσαν οι μαμάδες τους, τα κορίτσια βγήκαν έξω. Η Τζίλιαν έπαιξε το γιουκαλέλι της και η Μέι διάλεξε τα τραγούδια. Διασκέδαζαν γελώντας και τραγουδώντας μαζί, μέχρις ότου ήλθε η ώρα να φύγει η Τζίλιαν.
«Χάρηκα που σε είδα» είπε η Τζίλιαν. «Μας έλειψες στην Προκαταρκτική».
«Ναι, μακάρι να μπορούσα να έλθω. Ίσως θα ρωτήσω ξανά τη μαμά μου».
Την επόμενη Κυριακή, η Μέι ήταν στην εκκλησία. Η Τζίλιαν κάθισε δίπλα της. «Είμαι τόσο χαρούμενη που μπόρεσες να έλθεις» είπε.
Η Μέι χαμογέλασε πλατιά. «Κι εγώ».
Λίγες ημέρες αργότερα ήταν τελικά η ώρα για τον μεγάλο αγώνα ποδοσφαίρου. Η Τζίλιαν ζήτησε από την ομάδα να πει μία προσευχή πριν από τον αγώνα. Κατόπιν ήταν ώρα να παίξουν. Η Τζίλιαν έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Συνεργάσθηκε με την ομάδα της για να πάρει την μπάλα και να βάλει γκολ. Η ομάδα της κέρδισε τον αγώνα!
Εκείνη τη νύκτα καθώς ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι, η Τζίλιαν σκεπτόταν τη Μέι και την ομάδα ποδοσφαίρου της. Ήταν ευτυχισμένη που ήταν μέλος μίας ομάδας, όπως ήταν ευτυχισμένη που ήταν μέλος της Προκαταρκτικής. Όλοι βοηθούσαν ο ένας τον άλλον. Η Τζίλιαν χάρηκε που μπορούσε να βοηθήσει τους φίλους της, είτε ήταν στην εκκλησία είτε στο γήπεδο.