«Ο Ιαρέδ και η οικογένειά του», Ιστορίες από το Βιβλίο του Μόρμον (2023)
Ο Ιαρέδ και η οικογένειά του
Ένα ταξίδι που οδηγείται από τον Κύριο
Ο Ιαρέδ και η οικογένειά του έζησαν στη Βαβέλ χιλιάδες χρόνια πριν γεννηθεί ο Ιησούς Χριστός. Υπάκουαν στον Κύριο. Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι στη Βαβέλ δεν υπάκουαν στον Κύριο. Αυτοί οι άνθρωποι άρχισαν να οικοδομούν έναν πύργο για να προσπαθήσουν να φτάσουν στον ουρανό. Ο Κύριος άλλαξε τη γλώσσα των ανθρώπων, ώστε να μην μπορούν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον.
Ο Ιαρέδ είχε έναν αδελφό. Ο Κύριος εμπιστεύτηκε τον αδελφό του Ιαρέδ. Ο Ιαρέδ ζήτησε από τον αδελφό του να προσευχηθεί στον Κύριο για βοήθεια. Στην προσευχή του, ο αδελφός του Ιαρέδ ζήτησε από τον Κύριο να μην αλλάξει τη γλώσσα της οικογένειας και των φίλων του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν ακόμα να καταλάβουν ο ένας τον άλλον.
Ο Κύριος ήταν στοργικός και καλοσυνάτος. Δεν άλλαξε τη γλώσσα της οικογένειας και των φίλων του Ιαρέδ. Αργότερα, ο Κύριος είπε στον αδελφό του Ιαρέδ ότι είχε προετοιμάσει μία ξεχωριστή γη γι’ αυτούς. Ο Κύριος είπε ότι θα τους οδηγούσε εκεί.
Ο Ιαρέδ και ο αδελφός του συγκέντρωσαν τις οικογένειες και τους φίλους τους. Συγκέντρωσαν επίσης τα ζώα τους και κάθε είδος σπόρων. Μετά άφησαν το σπίτι τους και ταξίδευσαν μέσα στην έρημο. Ο Κύριος τους καθοδηγούσε μιλώντας μαζί τους μέσα από ένα σύννεφο.
Αφού ταξίδεψαν μακρύ δρόμο, έφθασαν σε μια θάλασσα. Έζησαν στην ακτή για τέσσερα χρόνια. Για πολύ καιρό, ο αδελφός του Ιαρέδ δεν προσευχόταν στον Κύριο.
Ο Κύριος είπε στον αδελφό του Ιαρέδ να προσεύχεται και πάλι. Ο αδελφός του Ιαρέδ μετανόησε και προσευχήθηκε στον Κύριο. Ο Κύριος τον συγχώρησε.
Ο Κύριος δίδαξε στον αδελφό του Ιαρέδ να ναυπηγεί πλοία που ονομάζονται φορτηγίδες. Οι οικογένειες θα μπορούσαν να επιβιβασθούν στις φορτηγίδες και να διασχίσουν τη θάλασσα προς τη γη της επαγγελίας.
Ο αδελφός του Ιαρέδ και η οικογένειά του ναυπήγησαν τις φορτηγίδες. Είδε ότι δεν υπήρχε φως μέσα στις φορτηγίδες. Ρώτησε τον Κύριο αν θα έπρεπε να διασχίσουν τη θάλασσα στο σκοτάδι. Ο Κύριος είπε στον αδελφό του Ιαρέδ να σκεφθεί έναν τρόπο, ώστε τα πλοία να έχουν φως.
Ο αδελφός του Ιαρέδ έφτιαξε 16 μικρές, καθαρές πέτρες. Ζήτησε από τον Κύριο να τις αγγίξει και να τις κάνει να λάμψουν. Ο Κύριος άπλωσε το χέρι Του και άγγιξε τις πέτρες μία προς μία με το δάκτυλό Του. Ο αδελφός του Ιαρέδ μπόρεσε να δει το δάκτυλο του Κυρίου. Εξεπλάγη που ο Κύριος είχε ένα σώμα όπως εκείνος.
Ο Κύριος είπε ότι ο αδελφός του Ιαρέδ είχε μεγάλη πίστη. Κατόπιν ο Κύριος εμφανίσθηκε και έδειξε το σώμα πνεύματός Του στον αδελφό του Ιαρέδ. Ο Κύριος είπε: «Εγώ είμαι ο Ιησούς Χριστός». Είπε ότι επελέγη να είναι ο Σωτήρας. Δίδαξε στον αδελφό του Ιαρέδ πολλά άλλα πράγματα.
Ο αδελφός του Ιαρέδ επέστρεψε στην οικογένεια και τους φίλους του. Κατέγραψε ό,τι είχε μάθει, ενώ ήταν με τον Κύριο. Έβαλε επίσης τις πέτρες στις φορτηγίδες. Τώρα είχαν φως για το ταξίδι τους.
Οι οικογένειες μπήκαν στις φορτηγίδες για να διασχίσουν τη θάλασσα. Εμπιστεύονταν τον Κύριο να τους φροντίσει. Υπήρχαν πολλές καταιγίδες και κύματα. Μερικές φορές, το νερό κάλυπτε τις φορτηγίδες εντελώς. Αλλά προσευχήθηκαν και ο Κύριος τους επανέφερε στην κορυφή του νερού ξανά. Τραγούδησαν πολλά τραγούδια ευχαριστίας προς τον Κύριο.
Μετά από σχεδόν έναν χρόνο, έφθασαν στη γη που ο Κύριος τους υποσχέθηκε. Έκλαιγαν από χαρά και Τον ευχαρίστησαν.