Από το ιεραποστολικό πεδίο
Η ένδειξη στην ευλογία μου
Υπηρέτησα στη Νότιο Ιεραποστολή στο Χιούστον του Τέξας ως ισπανόφωνος πρεσβύτερος. Μία ημέρα, ο συνάδελφός μου και εγώ κτυπούσαμε πόρτες, προσπαθώντας να βρούμε κάποιον να διδάξουμε. Πήγαμε σε ένα σπίτι με μία τεράστια τρύπα στην εφθαρμένη, ξύλινη βεράντα.
Μία μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκα άνοιξε την πόρτα και μας προσκάλεσε να πάμε μέσα. Δεν είμαι βέβαιος αν πραγματικώς ήξερε ποιοι ήμαστε και τι κάναμε, αλλά ήταν πολύ ευγενική. Αρχίσαμε να τη διδάσκουμε το πρώτο μάθημα και τα πράγματα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά. Συντόμως ήταν σειρά μου να διδάξω περί του Τζόζεφ Σμιθ και του Πρώτου Οράματος. Παρακολουθούσα καθώς οι εκφράσεις του προσώπου της γυναικός φαίνονταν να δείχνουν αυξανόμενη σύγχυση. Ήταν προφανές ότι δεν παρακολουθούσε πραγματικώς αυτά που προσπαθούσα να της εξηγήσω.
Αφού έκανα ορισμένες ερωτήσεις σχετικώς με όσα είχαμε πει ώς τώρα και σχετικώς με πόσα είχε καταλάβει, ένιωσα να απογοητεύομαι πικρώς από το γεγονός ότι δεν κατανοούσε την έννοια του Πρώτου Οράματος. Ήταν μία μακρά ημέρα και το τελευταίο πράγμα που θέλει ένας ιεραπόστολος είναι να μην καταλάβει κάποιος αυτό που τόσο πολύ θέλει από τους ανθρώπους να μάθουν ότι είναι αληθινό.
Σε κλάσμα δευτερολέπτου ένιωσα τα συναισθήματά μου να αρχίζουν να ολισθαίνουν προς τον θυμό και ένα απόσπασμα από την πατριαρχική ευλογία μου ήλθε στο νου μου. Ήταν ένα τμήμα σχετικώς με τη μελλοντική οικογένειά μου, που μου έδιδε τη συμβουλή να διδάξω στα μελλοντικά παιδιά μου τις έννοιες του ευαγγελίου. Καθώς αυτή η παράγραφος γύριζε στο μυαλό μου, ήξερα ότι το Πνεύμα μού έλεγε να διδάξω αυτήν την ταπεινή γυναίκα με τον ίδιο τρόπο που θα δίδασκα ένα παιδί.
Άρχισα να τη διδάσκω με μία απλούστερη και στοργικότερη προσέγγιση. Φαντάσθηκα τα δικά μου παιδιά να κάθονται στο σαλόνι και να κοιτούν εμένα, τον πατέρα τους, καθώς δίδασκα σε αυτά περί του Προφήτου Τζόζεφ Σμιθ. Ήταν εκπληκτικό να βλέπω την αλλαγή στο πρόσωπό της. Τα φρύδια της συντόμως σηκώθηκαν και τα μάτια της άρχισαν να λάμπουν. Το συγχυσμένο βλέμμα της μετετράπη σε βλέμμα ενδιαφέροντος και θαυμασμού. Καθώς αφηγούμην την ιστορία του Επουρανίου Πατρός και του Ιησού Χριστού οι οποίοι ενεφανίσθησαν στον Τζόζεφ Σμιθ, δάκρυα γέμισαν τα μάτια της και κυλούσαν στα μάγουλά της. Το Πνεύμα γέμισε το δωμάτιο και η πικρή απογοήτευσή μου μετετράπη σε μεγάλη αγαλλίαση.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτήν την εμπειρία. Τώρα, ανυπομονώ να διδάξω τις ίδιες αρχές στα παιδιά μου κάποια ημέρα και να νιώσω αυτήν τη μεγάλη αγαλλίαση ξανά.