Νιώθοντας καινούργιος άνθρωπος
Η συγγραφέας ζει στο Τέξας των Η.Π.Α.
Εσθονία
«Έχω μια έκπληξη!» είπε η Έμα (μαμά) όταν πήρε από τον σχολείο τον Ράσμους. Κατηφόριζαν μαζί τους στενούς δρόμους με τα χρωματιστά κτήρια στη σειρά αριστερά και δεξιά.
«Rosolje για βραδινό;» προσπάθησε να μαντέψει ο Ράσμους, όλο ελπίδα. Το είχαν φάει την περασμένη μόλις εβδομάδα για τα έβδομα γενέθλιά του. Όμως πάντα μπορούσε να φάει κι άλλη σαλάτα παντζάρι-πατάτα με ρέγκα στην άλμη!
Η Έμα κούνησε το κεφάλι της χαμογελώντας. «Συνάντησα δύο νέες γυναίκες στο λεωφορείο σήμερα το πρωί. Ιεραποστόλους. Θα έρθουν να μας επισκεφθούν απόψε να μας μιλήσουν για την εκκλησία τους».
Ο Ράσμους την κοίταξε με περιέργεια. Δεν είχε ξανασυναντήσει ποτέ ιεραποστόλους.
Βρισκόταν στην κάμαρά του παίζοντας με το πυροσβεστικό αυτοκινητάκι του, όταν ήρθαν οι ιεραπόστολοι. «Tere! «Tere! Γεια σας!» χαιρέτισαν την Έμα μπαίνοντας στο διαμέρισμα. Έβγαλαν τις βαριές μπότες τους και φόρεσαν τις παντόφλες που είχε η Έμα για τους επισκέπτες. Η Έμα τις οδήγησε στον πορτοκαλί καναπέ. Όμως ο Ράσμους έμεινε πίσω, κοντά στην πόρτα.
Η ψηλότερη γυναίκα τον είδε και χαμογέλασε. Το μαύρο ταμπελάκι με το όνομά της έλεγε Õde Craig (Αδελφή Κρεγκ). «Η μητέρα σου μας είπε ότι είχες τα γενέθλιά σου πριν λίγες μέρες» είπε. «Σου φέραμε κάτι». Έβγαλε μια μικρή κάρτα. Ο Ράσμους την κοίταξε προσεκτικά.
Ήταν μια απεικόνιση ενός άνδρα. Φορούσε λευκό μακρύ ένδυμα και το χέρι του ήταν απλωμένο.
«Ξέρεις ποιος είναι;» ρώτησε η Õde Craig.
Ο Ράσμους δεν ήξερε το όνομα του άνδρα. Δεν είχε δει ποτέ ξανά αυτήν την απεικόνιση. Όμως ο άνδρας έδειχνε καλοσυνάτος και δυνατός. «Νομίζω πως είναι ένας βασιλιάς!» είπε ο Ράσμους.
Οι δύο ιεραπόστολοι χαμογέλασαν. «Ναι, είναι! Είναι βασιλεύς των βασιλέων! Το όνομά του είναι Ιησούς Χριστός». Η Õde Craig έβγαλε ένα βιβλίο με μπλε εξώφυλλο. «Και αυτό είναι ένα βιβλίο που διδάσκει για Αυτόν, το Mormoni Raamat. Το Βιβλίο του Μόρμον».
Ο ίδιος και η Έμα άρχισαν να διαβάζουν καθημερινά το Βιβλίο του Μόρμον προτού πάει σχολείο. Όταν βρισκόταν στο σχολείο ο Ράσμους και η τάξη του έκαναν περιπάτους στη φύση και μετά έπαιρναν έναν υπνάκο. Μετά το σχολείο ο ίδιος και η Έμα συναντιόντουσαν συχνά με τις ιεραποστόλους. Μιλούσαν με τις ιεραποστόλους για το τι είχαν διαβάσει στο Βιβλίο του Μόρμον. Μερικές φορές η Έμα έφτιαχνε για να φάνε όλοι kringel, ψωμί σε πλεξούδα με κανέλα. Τα σαββατοκύριακα ο ίδιος και η Έμα πήγαιναν με τα ποδήλατα βόλτες ή έκαναν πικνίκ στην παραλία. Μερικές φορές έκαναν μεγάλους περιπάτους στο δάσος ή δίπλα στο αγαπημένο τους ποτάμι.
Σε έναν από εκείνους τους περιπάτους στο δάσος, η Έμα του είπε ότι ήθελε να βαπτιστεί. Ο Ράσμους χαμογέλασε πλατιά. Οι ιεραπόστολοι είχαν ζητήσει από την Έμα να προσευχηθεί για το αν θα βαπτιζόταν ή όχι. Ήταν σαν να είχε πάρει την απάντησή της!
«Και ξέρω πού ακριβώς θα πάω να βαπτιστώ» του είπε με ένα χαμόγελο. «Μπορείς να μαντέψεις;»
Ο Ράσμους συλλογίστηκε το μάθημα των ιεραποστόλων για το βάπτισμα. Είχαν κρατήσει ψηλά μία απεικόνιση του Ιησού με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή σε έναν ποταμό…
«Ο ποταμός!» φώναξε. «Ο αγαπημένος μας ποταμός».
Μια βδομάδα αργότερα, ο Ράσμους στεκόταν στην όχθη του ποταμού με τις ιεραποστόλους και μερικούς ακόμα ανθρώπους από την εκκλησία. Η Έμα ήταν έτοιμη να βαπτιστεί. Βυθίστηκε στο νερό, όπως ακριβώς και ο Ιησούς. Όταν αναδύθηκε, χαμογελούσε. Ο Ράσμους ήθελε να θυμάται για πάντα αυτήν τη στιγμή – το γαλάζιο νερό, τα λευκά αγριολούλουδα στο πράσινο γρασίδι και το χαμόγελο της μητέρας του.
«Πώς είναι να βαπτίζεσαι;» ρώτησε αργότερα, όταν όλοι έτρωγαν από τα μπισκότα που είχαν φέρει οι ιεραπόστολοι.
«Υπέροχο» του είπε. «Ήθελα να μείνω για πάντα στο ποτάμι. Αισθάνομαι καινούργιος άνθρωπος!» Τον έσφιξε στην αγκαλιά της.
«Στα επόμενα γενέθλιά μου θέλω να βαπτιστώ, όπως ακριβώς εσύ και ο Ιησούς» της είπε. «Θέλω κι εγώ να νιώθω καινούργιος άνθρωπος!» ●