Ο δίκαιος κριτής
Υπάρχει μόνον ένας τρόπος να κρίνουμε δίκαιη κρίση, όπως κάνει ο Ιησούς, και αυτό είναι να είμαστε όπως Εκείνος.
Στη θνητή Του ζωή, ο Ιησούς Χριστός ήταν ένας στοργικός κριτής, σε ασυνήθιστο βαθμό σοφός και υπομονετικός. Είναι γνωστός στις γραφές ως ο «δίκαιος κριτής» (Προς Τιμόθεον Β΄ 4:8, Μωυσή 6:57) και η συμβουλή του προς εμάς είναι επίσης να «κρίνουμε δίκαιη κρίση» (βλέπε Μετάφραση Τζόζεφ Σμιθ, Κατά Ματθαίον 7:1–2 [στο Κατά Ματθαίον 7:1, υποσημείωση a]) και να «στηρι[χθούμε] σε εκείνο το Πνεύμα το οποίο οδηγεί στο να κάνει κανείς καλό… [και] να κρίνει δίκαια» (Δ&Δ 11:12).
Αυτή η συμβουλή στους Δώδεκα Νεφίτες θα μας βοηθήσει να κρίνουμε όπως ο Κύριος κρίνει: «Θα είστε κριτές του λαού ετούτου, σύμφωνα με την κρίση που θα σας δώσω, η οποία θα είναι δίκαιη. Επομένως, τι είδους άνθρωποι πρέπει να είστε; Αληθινά, σας λέω, ακριβώς όπως είμαι εγώ» (Νεφί Γ΄ 27:27· η πλάγια γραφή προστέθηκε). Ενίοτε ξεχνούμε ότι όταν έδωσε τη συμβουλή να είμαστε όπως είναι Εκείνος, ήταν στο ευρύτερο πλαίσιο που αφορούσε στο πώς να κρίνουμε δίκαια.
Άδικη κρίση
Ένα επαίσχυντο παράδειγμα άδικης κρίσεως προέρχεται από την παραβολή του χαμένου προβάτου, όταν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς έκριναν άσχημα τον Σωτήρα και την παρέα Του στον δείπνο, λέγοντας: «Αυτός δέχεται αμαρτωλούς, και τρώει μαζί τους» (Κατά Λουκάν 15:2) -- αγνοώντας το γεγονός ότι ήταν οι ίδιοι αμαρτωλοί. Κατεχόμενη από τη στάση να κατηγορούν τους άλλους, οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι ποτέ δεν έμαθαν τη χαρά της διάσωσης του χαμένου προβάτου.
Ήταν επίσης οι «γραμματείς και οι Φαρισαίοι» οι οποίοι έφεραν «μια γυναίκα που συνελήφθη να διαπράττει μοιχεία» (Κατά Ιωάννην 8:3) στον Σωτήρα για να δουν αν θα την έκρινε σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή (βλέπε εδάφιο 5). Γνωρίζετε το υπόλοιπο μέρος της ιστορίας, πώς Εκείνος τους έκανε να νιώσουν ταπεινοφροσύνη για την άδικη κρίση τους και πώς εκείνοι ήταν «ελεγχόμενοι από τη συνείδηση» και αποχωρούσαν «ένας-ένας» (εδάφιο 9· η πλάγια γραφή προστέθηκε). Είπε κατόπιν στη γυναίκα: «Ούτε εγώ σε καταδικάζω· πήγαινε, και στο εξής μη αμάρτανε. Και η γυναίκα δόξασε τον Θεό από εκείνη την ώρα και πίστεψε στο όνομά του» (Μετάφραση Τζόζεφ Σμιθ, Κατά Ιωάννην 8:11 [στο Κατά Ιωάννην 8:11, footnote c]).
Ο φυσικός άνδρας και η γυναίκα στον καθέναν από εμάς έχει την τάση να καταδικάζει άλλους και να κρίνει άδικα ή φαρισαϊκά. Συνέβη ακόμη και στον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, δύο από τους Αποστόλους του Σωτήρος. Εξοργίσθηκαν όταν οι άνθρωποι ενός χωριού της Σαμάρειας φέρθηκαν στον Σωτήρα με ασέβεια (βλέπε Κατά Λουκάν 9:51–54):
«Και [εκείνοι], βλέποντας είπαν: Κύριε, θέλεις να πούμε να κατέβει φωτιά από τον ουρανό, και να τους αφανίσει, όπως έκανε και ο Ηλίας;
»Και αφού στράφηκε, τους επέπληξε, και είπε: Δεν ξέρετε τίνος πνεύματος είστε εσείς·
»επειδή, ο Υιός τού ανθρώπου δεν ήρθε για να απολέσει ψυχές ανθρώπων, αλλά για να σώσει» (εδάφια 54–56).
Οι σημερινοί «κοιν[οί] κριτ[ές]» (Δ&Δ 107:74), οι επίσκοποι και οι πρόεδροι κλάδου μας, θα πρέπει να αποφεύγουν οποιαδήποτε παρόμοια παρόρμηση να καταδικάζουν, όπως έκανε ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης σε εκείνη την περίσταση. Ο δίκαιος κριτής θα αποκρινόταν σε ομολογίες με συμπόνια και κατανόηση. Οι σφάλλοντες νέοι, για παράδειγμα, θα πρέπει να φύγουν από το γραφείο του επισκόπου αισθανόμενοι την αγάπη του Σωτήρος μέσω του επισκόπου και περιβεβλημένοι με τη χαρά και τη θεραπευτική δύναμη τής Εξιλέωσης -- ποτέ ντροπιασμένοι ή περιφρονημένοι. Διαφορετικά, ο επίσκοπος μπορεί να οδηγήσει ακούσια το χαμένο πρόβατο στην έρημο (βλέπε Κατά Λουκάν 15:4).
Πειθαρχία
Ωστόσο, η συμπόνια δεν ακυρώνει την ανάγκη για πειθαρχία. Η λέξη discipline, πειθαρχία στα Αγγλικά, προέρχεται από τη λατινική λέξη discere «μαθαίνω ή discipulus «μαθητής». Να πειθαρχούμε με τον τρόπο του Κυρίου είναι να διδάσκουμε στοργικά και υπομονετικά. Στις γραφές ο Κύριος συχνά χρησιμοποιεί τη λέξη επιπλήττω όταν κάνει λόγο περί πειθαρχίας (βλέπε, για παράδειγμα, Μωσία 23:21, Δ&Δ 95:1). Η λέξη chasten, επιπλήττω στα Αγγλικά, προέρχεται από τη λατινική castus, που σημαίνει «αγνός ή καθαρός» και chasten σημαίνει «εξαγνίζω».
Στον κόσμο, ο επίγειος κριτής είναι αυτός που καταδικάζει κάποιον και τον κλειδώνει στη φυλακή. Εν αντιθέσει, το Βιβλίο του Μόρμον μάς διδάσκει ότι όταν αμαρτάνουμε εκουσίως, γινόμαστε «κριτές τού εαυτού» μας (Άλμα 41:7) και καταδικάζουμε τον εαυτό μας σε πνευματική φυλακή. Κατά τρόπο ειρωνικό, ο κοινός κριτής σε αυτήν την περίπτωση κρατά τα κλειδιά που ξεκλειδώνουν τις πύλες της φυλακής· «γιατί με την επίπληξη ετοιμάζω τρόπο για να ελευθερωθούν από τους πειρασμούς κατά τα πάντα» (Δ&Δ 95:1· η πλάγια γραφή προστέθηκε). Οι ενέργειες ενός δίκαιου κριτή είναι ευσπλαχνικές, στοργικές και λυτρωτικές, όχι καταδικαστικές.
Στον νεαρό Τζόζεφ επεβλήθη πειθαρχία με μία δοκιμαστική περίοδο τεσσάρων ετών προτού αποκτήσει τις χρυσές πλάκες, «επειδή δεν έχεις τηρήσει τις εντολές του Κυρίου». Αργότερα, όταν ο Τζόζεφ έχασε τις 116 σελίδες από το χειρόγραφο, πάλι του επεβλήθη πειθαρχία. Αν και ήταν πράγματι πλήρης τύψεων, ο Κύριος ακόμη απέσυρε τα προνόμιά του για μία σύντομη περίοδο, επειδή «όποιους αγαπώ επιπλήττω ώστε να μπορέσουν οι αμαρτίες τους να συγχωρεθούν» (Δ&Δ 95:1).
Ο Τζόζεφ είπε: «Ο άγγελος αγαλλίασε, όταν μου έδωσε πίσω το Ουρίμ και το Θουμίμ και είπε ότι ο Θεός ήταν ευχαριστημένος με την πίστη και την ταπεινοφροσύνη μου και με αγαπούσε για την μετάνοιά και επιμέλειά μου σε προσευχή». Επειδή ο Κύριος ήθελε να διδάξει στον Τζόζεφ ένα μάθημα που αλλάζει την καρδιά, απαιτούσε μία σπαρακτική θυσία από εκείνον -- με τη θυσία να είναι ουσιώδες μέρος της πειθαρχίας.
Θυσία
«Στα αρχαία χρόνια, η θυσία σκοπό είχε να κάνει κάτι ή κάποιον ιερό», για να το συνδέσω, με έναν αλληλένδετο τρόπο, με τον ορισμό της λέξεως επιπλήττω -- «εξαγνίζω. Ομοίως, στον αρχαίο Ισραήλ, η συγχώρηση ερχόταν μέσω μίας προσφοράς που γινόταν για μία αμαρτία ή παραπτώματος ή μίας θυσίας. Η θυσία όχι μόνο «υπονο[ούσε] αυτήν τη μεγάλη και τελευταία θυσία» (Άλμα 34:14), αλλά βοήθησε να δημιουργηθεί μία βαθύτερη αίσθηση ευγνωμοσύνης για την Εξιλέωση του Σωτήρος. Η απροθυμία να θυσιάσουμε ως μέρος της μετάνοιάς μας χλευάζει ή μειώνει τη μεγαλύτερη θυσία Του για την ίδια αμαρτία και ευτελίζει τα δεινά Του -- ένα αναίσθητο σημάδι αγνωμοσύνης.
Από την άλλη, λόγω της ειρωνείας της θυσίας, στην πραγματικότητα κερδίζουμε κάτι αιώνιας αξίας -- το έλεος και τη συγχώρησή Του (Δ&Δ 84:38). Ως μέρος της διαδικασίας μετανοίας, η θυσία ενεργεί επίσης ως θεραπευτικό βάλσαμο για να αντικαταστήσει τις «τύψεις» (Άλμα 42:18) με «ήρεμη συνείδηση» (Μωσία 4:3). Χωρίς θυσία, ένα άτομο μπορεί να δυσκολευτεί να συγχωρήσει τον εαυτό του λόγω της συνεχούς επίγνωσης ότι κάτι του παρακρατείτο.
Ο γονέας ως δίκαιος κριτής
Ενώ λίγοι μας θα κληθούμε ως κοινοί κριτές, οι αρχές της δίκαιης κρίσεως ισχύουν για όλους μας, ειδικώς σε γονείς που έχουν την καθημερινή ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν αυτές τις αρχές με τα παιδιά τους. Το να διδάσκεις αποτελεσματικώς ένα παιδί είναι η πεμπτουσία της καλής γονικής ιδιότητος και να πειθαρχείς με στοργή είναι η πεμπτουσία να είσαι δίκαιος κριτής.
Ο Πρόεδρος Τζόζεφ Φ. Σμιθ δίδαξε: «Αν τα παιδιά είναι απειθή και δύσκολα να τα ελέγχετε, να είστε υπομονετικοί μαζί τους έως ότου να μπορείτε να κατακτήσετε με αγάπη… και να μπορείτε μετά [να διαπλάσετε] τον χαρακτήρα τους όπως επιθυμείτε».
Είναι εύστοχο που στη διδασκαλία περί πειθαρχίας, οι προφήτες φαίνεται πάντοτε να αναφέρονται σε γνωρίσματα σαν του Χριστού. Το Διδαχή και Διαθήκες μάς δίνει αυτήν τη γνωστή συμβουλή επί της πειθαρχίας:
«Καμία εξουσία ούτε επιρροή δεν μπορεί ούτε πρέπει να ασκείται με την ισχύ τής ιεροσύνης, παρά μόνο με την πειθώ, με μακροθυμία, με ηπιότητα και πραότητα, και με αγάπη γνήσια.
»Με καλοσύνη, και πλήρη γνώση, η οποία σε μεγάλο βαθμό θα ευρύνει την ψυχή χωρίς υποκρισία, και χωρίς δόλο --
»Επιτιμώντας εγκαίρως με αυστηρότητα, όταν το υπαγορεύει το Άγιο Πνεύμα, και ύστερα δείχνοντας από κει και πέρα αύξηση αγάπης» (Διδαχή και Διαθήκες 121:41–43).
Η γραφή μάς διδάσκει να επιτιμούμε «όταν το υπαγορεύει το Άγιο Πνεύμα», όχι όταν το υπαγορεύει ο θυμός. Το Άγιο Πνεύμα και ο θυμός δεν είναι συμβατά, επειδή «αυτός που έχει το πνεύμα της φιλονικίας δεν είναι δικός μου, αλλά είναι του διαβόλου, ο οποίος είναι ο πατέρας της φιλονικίας, και κεντρίζει τις καρδιές των ανθρώπων για να φιλονικούν με θυμό» (Νεφί Γ΄ 11:29). Ο Τζωρτζ Άλμπερτ Σμιθ δίδαξε ότι «σκληρά πράγματα δεν λέγονται συνήθως υπό την έμπνευση του Κυρίου. Το Πνεύμα του Κυρίου είναι πνεύμα καλοσύνης· είναι πνεύμα υπομονής· είναι πνεύμα χριστιανικής αγάπης και ανεκτικότητας και μακροθυμίας.
»…Όμως, αν έχουμε το πνεύμα της ευρέσεως λαθών… με καταστρεπτικό τρόπο, αυτό δεν έρχεται ποτέ ως αποτέλεσμα της συντροφιάς του Πνεύματος του Επουρανίου Πατρός μας και πάντοτε είναι επιβλαβές.
»…Η καλοσύνη είναι η δύναμη που μας έχει δώσει ο Θεός να ξεκλειδώνουμε σκληρές καρδιές και να κατακτούμε πεισματάρικες ψυχές».
Η αληθινή ταυτότητα των παιδιών μας
Όταν ο Σωτήρας επεσκέφθη τους Νεφίτες, έκανε κάτι εξαιρετικό με τα παιδιά:
«Και έγινε ώστε εκτέλεσε διακονία προς τα παιδιά τού πλήθους… και τους έλυσε τη γλώσσα τους, και είπαν στους πατέρες τους πράγματα σπουδαία και θαυμαστά …
»…Και είδαν και άκουσαν τα παιδιά αυτά. Μάλιστα, ακόμα και τα μωρά άνοιξαν το στόμα τους και πρόφεραν θαυμαστά πράγματα»(Νεφί Γ΄ 26:14, 16).
Ίσως περισσότερο από το να ανοίξει το στόμα των μωρών, ο Κύριος άνοιγε τα μάτια και τα αφτιά των έκπληκτων γονέων τους. Σε εκείνους τους γονείς είχε δοθεί το εξαιρετικό δώρο της ματιάς στην αιωνιότητα και να δουν την αληθινή ταυτότητα και προγήινο ανάστημα των παιδιών τους. Δεν θα άλλαζε αυτό για πάντα τον τρόπο με τον οποίον οι γονείς έβλεπαν και φέρονταν στα παιδιά τους; Μου αρέσει αυτή η παραλλαγή ενός παραθέματος που αποδίδεται στον Γκαίτε: «Ο τρόπος που βλέπεις [ένα παιδί] είναι ο τρόπος που του φέρεσαι, και ο τρόπος που του φέρεσαι είναι αυτό που θα γίνει». Το να θυμόμαστε την αληθινή ταυτότητα ενός παιδιού είναι το δώρο της προνοητικότητας που εμπνέει ουράνια την κατανόηση ενός δίκαιου κριτή.
Συμπέρασμα
Ο Πρόεδρος Τόμας Μόνσον μάς έχει διδάξει: «Ποτέ μην αφήνετε ένα πρόβλημα που επιλύεται να γίνει πιο σημαντικό από ένα άτομο πρέπει να αγαπηθεί». Πόσο πολύ σημαντική είναι αυτή η αρχή όσον αφορά στο να γίνουμε δίκαιοι κριτές, ιδίως με τα δικά μας παιδιά.
Υπάρχει μόνον ένας τρόπος να κρίνουμε δίκαιη κρίση, όπως κάνει ο Ιησούς, και αυτό είναι να είμαστε όπως Εκείνος. Επομένως, «τι είδους άνδρες [και γυναίκες] πρέπει να είστε; Αληθινά, σας λέω, ακριβώς όπως είμαι εγώ» (Νεφί Γ΄ 27:27). Στο όνομα του Ιησού Χριστού, αμήν.