2008
Το ξέρω ο Λυτρωτής μου ζει
Μάρτιος 2008


Το ξέρω ο Λυτρωτής μου ζει

Κατά το πρώτο μου έτος στο Πανεπιστήμιο Μπρίγκαμ Γιανγκ του Άινταχο (τότε Κολέγιο Ριξ), μου έλειπε η οικογένειά μου. Όμως, ύστερα από ορισμένους μήνες μαθημάτων, είχα συνηθίσει τη ζωή στο κολέγιο και περνούσα καλά. Όταν έλαβα την τηλεφωνική κλήση, ήμουν στο διαμέρισμά μου και μελετούσα.

«Κρίστι, έχω άσχημα νέα για σένα», είπε η μητέρα μου και η φωνή της έτρεμε. «Ο πατέρας σου απεβίωσε απόψε από μία σφοδρή καρδιακή προσβολή».

Συναισθήματα με κατέπνιξαν, καθώς προσπαθούσα να κατανοήσω τι είχα μόλις ακούσει. Είχα δει τον πατέρα μου πριν από ορισμένες ημέρες, αλλά δεν είχα ιδέα ότι θα ήταν για τελευταία φορά. Ο θάνατος του μπαμπά απετέλεσε πλήγμα για ολόκληρη την οικογένεια· απετέλεσε πλήγμα για τον τομέα του τόπου διαμονής μου επίσης. Ο μπαμπάς ήταν μόλις 53 ετών και υπηρετούσε ως επίσκοπός μας.

Οι ημέρες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες από επισκέψεις και τηλεφωνικές κλήσεις από την οικογένεια, από φίλους, από μέλη του τομέως και από γείτονες. Αισθανθήκαμε ένα τεράστιο ξεχείλισμα αγάπης από τους γύρω μας. Στην κηδεία του μπαμπά τα μέλη της οικογενείας είπαν τις αναμνήσεις τους για τη ζωή με εκείνον και καταθέσαμε μαρτυρία για το σχέδιο σωτηρίας και για τη ζωή μετά θάνατον.

Ο μπαμπάς ήταν πιστός σύζυγος, αφοσιωμένος Άγιος των Τελευταίων Ημερών, φανατικός πρόσκοπος και υπέροχος πατέρας. Πολλοί άνθρωποι είχαν ευλογηθεί χάριν του βίου που εκείνος διήγε. Ύστερα από την κηδεία, ο μεγαλύτερος αδελφός μου αφιέρωσε τον τάφο και ως οικογένεια καθίσαμε και κλαίγαμε με λυγμούς κατά τον ύμνο «Είμαι Θεού παιδί» (Ύμνοι και παιδικά τραγούδια, αρ. 58).

Την επομένη της κηδείας επέστρεψα στο σχολείο. Δεν ήμουν ενθουσιασμένη που επέστρεφα, αλλά ήξερα ότι έπρεπε να συνεχίσω τη ζωή μου και να εκπληρώσω τις ευθύνες μου. Ορισμένες ημέρες ήταν ευκολότερες από άλλες. Πέρασα πολύ καιρό σκεπτόμενη τον πατέρα μου και βασίσθηκα στη γνώση μου για το σχέδιο σωτηρίας και την πίστη μου στον Ιησού Χριστό προκειμένου να με βοηθήσουν να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες και τα ερωτήματά μου.

Περίπου δύο εβδομάδες, αφού απεβίωσε ο πατέρας μου, πήρα το ημερολόγιό μου στην εκκλησία, στην πανεπιστημιούπολη, προκειμένου να καταγράψω τα συναισθήματά μου και τα γεγονότα γύρω από τον θάνατο του μπαμπά. Καθώς έγραφα, ένοιωσα το Πνεύμα τόσο δυνατά που έλαβα μία τεράστια διαβεβαίωση ότι ο Επουράνιος Πατέρας μου με αγαπούσε, ότι είχε ένα σχέδιο ειδικώς για εμένα και ότι ποτέ δεν θα με άφηνε μόνη. Καθώς ολοκλήρωνα το γράψιμο, ακούσθηκαν καμπάνες από τα ηχεία στο κοντινό φοιτητικό κέντρο να παίζουν τον ύμνο, «Το ξέρω ο Λυτρωτής μου ζει» (Ύμνοι και παιδικά τραγούδια, αρ. 38). Στιγμιαίως τα λόγια από τον ύμνο ήλθαν στο μυαλό μου:

Το ξέρ’ ο Λυτρωτής μου ζει,

γλυκιά η φράση αυτή αντηχεί!

Ναι ζει αυτός που ’ταν νεκρός,

ναι ζει η ελπίδα μου και φως…

Ναι ζει να διώχνει τον καημό,

ναι ζει να μην αγωνιώ.

Κι άμα η ψυχή μου ’μορραγεί,

ναι ζει να με παρηγορεί.

Το ξέρω ο Λυτρωτή μου ζει και ξέρω ότι με αγαπά. Επειδή ανέστη από τους νεκρούς, ξέρω ότι ο πατέρας μου και όλοι οι αγαπημένοι μας που έχουν φύγει πριν από εμάς θα ζήσουν και πάλι. Τι ανακούφιση είναι να γνωρίζεις αυτές τις αλήθειες!