2015
«Βοήθα με, Θεέ μου»
Απρίλιος 2015


«Βοήθα με, Θεέ μου»

Ο συγγραφέας ζει στη Γιούτα των Η.Π.Α.

Όταν δεν ξέραμε τι άλλο να διδάξουμε, ο συνάδελφός μου πρότεινε να τραγουδήσουμε έναν ύμνο.

drawing of family with missionaries

Ένα ευχάριστο κυριακάτικο απόγευμα στην ιεραποστολή μου στο Μπαλσάν της Κορέας, ο συνάδελφός μου κι εγώ αποχαιρετούσαμε τα μέλη μετά την εκκλησία και ήμασταν έτοιμοι να πάμε να διδάξουμε, όταν ο ηγέτης ιεραποστολής του τομέα μάς σύστησε ένα 12χρονο αγόρι, τον Κονγκ Σουνγκ-Τζουάν. Παρευρέθηκε στην εκκλησία εκείνη την ημέρα και ήθελε να μάθει περισσότερα για το Ευαγγέλιο.

Βεβαίως και ήμασταν ενθουσιασμένοι για την προοπτική να τον διδάξουμε, αλλά ήμουν επίσης αγχωμένος να διδάξω κάποιον τόσο νέο. Αποφασίσαμε να σιγουρευτούμε ότι είχαμε την άδεια των γονιών του να τον διδάξουμε, έτσι πήρα στο σπίτι του Κονγκ Σουνγκ-Τζουάν και μίλησα σύντομα με τη μητέρα του, την Πακ Μι-Γιουνγκ. Εξεπλάγην όταν είπε ότι ήταν ευχαριστημένη που ο γιος της διερευνούσε να παρευρίσκεται στην εκκλησία και ότι θα ήταν χαρούμενη να μας προσκαλέσει να τον διδάξουμε.

Απρόσμενοι ερευνητές

Το επόμενο απόγευμα, φτάσαμε στο σπίτι του αγοριού έτοιμοι να διδάξουμε. Εξεπλάγημεν που ανακαλύψαμε ότι η Πακ Μι-Γιουνγκ ήθελε να διδάξουμε επίσης την κόρη της, Κονγκ Σου-Ζιν. Και αφού ήμασταν ξένοι στο σπίτι της, η Πακ Μι-Γιουνγκ ήθελε να παρακολουθήσει τα μαθήματα. Βέβαια, ήμασταν ευτυχισμένοι να διδάξουμε όσο περισσότερους ήθελαν να ακούσουν.

Αφού μας σέρβιραν μερικά σνακ, καθίσαμε μαζί και ξεκινήσαμε να μιλάμε. Αντί να μας βάλει να αρχίσουμε κατευθείαν με το μάθημα, η Πακ Μι-Γιουνγκ ήθελε να μας γνωρίσει καλύτερα και να μας πει για τις συνθήκες της οικογένειάς της. Μας είπε για τις πρόσφατες δοκιμασίες και δυσκολίες που περνούσαν, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης μάχης του γιου της με τον καρκίνο. Είχε περάσει επιτυχώς την ακτινοβολία και ο καρκίνος ήταν προς το παρόν σε ύφεση, αλλά οι γιατροί τούς προειδοποίησαν ότι θα μπορούσε να αναζωπυρωθεί οποιαδήποτε στιγμή. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο για την οικογένεια. Ήταν μια οικογένεια εργατικής τάξης και ο πατέρας έπρεπε να εργάζεται υπερβολικά σκληρά για να διατηρεί μια στέγη πάνω από τα κεφάλια τους και φαγητό στο τραπέζι τους.

Σοκαρίστηκα και λυπήθηκα για τις δοκιμασίες στη ζωή τους. Η ζωή δεν ήταν εύκολη για αυτούς, αλλά η εγγύτητα μέσα στην οικογένεια ήταν πολύ πιο προφανής από οποιαδήποτε άλλη οικογένεια που είχα συναντήσει στην Κορέα, το οποίο λέει πολλά σε μια κοινωνία που έχει επίκεντρο την οικογένεια όπως η Κορέα. Φύγαμε από το σπίτι τους έχοντας γνωρίσει αυτήν την ξεχωριστή οικογένεια καλύτερα και έχοντας την ευκαιρία να μοιραστούμε μηνύματα του Ευαγγελίου μαζί τους.

Ο συνάδελφός μου κι εγώ πήγαμε να διδάξουμε αρκετές ακόμα φορές εκείνη την εβδομάδα, κάθε φορά βιώνοντας την ίδια θέρμη και γενναιοδωρία που είχαμε βιώσει στην πρώτη μας επίσκεψη. Όταν ήλθε στη συζήτηση το θέμα του βαπτίσματος, και τα δύο παιδιά ανυπομονούσαν πολύ να προσχωρήσουν στην Εκκλησία. Ωστόσο, η μητέρα τους δεν συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό τους. Παρόλο που οι διδασκαλίες μας τής άρεσαν και ήλπιζε να είναι αλήθεια, δεν αισθανόταν ότι θα μπορούσε να κάνει και να τηρήσει το είδος των δεσμεύσεων που απαιτούνταν για να προσχωρήσει στην Εκκλησία. Επίσης αισθανόταν ότι δεν θα άρμοζε να βαπτιστεί χωρίς τον σύζυγό της, τον οποίον δεν είχαμε ακόμα συναντήσει. Ωστόσο, ήταν πάρα πολύ πρόθυμη να συνεχίσει να συναντάται μαζί μας και επίσης ήθελε να παρευρεθεί μαζί με τα παιδιά της στην εκκλησία.

Προς το τέλος αυτής της δεύτερης εβδομάδας, καθώς συνεχίζαμε να διδάσκουμε στο σπίτι της, γνωρίσαμε τον σύζυγό της, Κονγκ Κουκ-Ουόν – έναν ταπεινό, συμπαθητικό και γενναιόδωρο άνδρα. Συμμετείχε σε μερικές τελευταίες συζητήσεις και αμέσως πίστεψε όλα όσα διδάξαμε, συμπεριλαμβανομένων διδαχών που άλλοι συχνά βρίσκουν δύσκολες, όπως τα δέκατα και τον Λόγο Σοφίας. Παρόλη τη σχεδόν πάμπτωχη οικονομική κατάστασή τους, άρχισαν να πληρώνουν δέκατα. Το μόνο εμπόδιο για τον πατέρα ήταν ότι έπρεπε να δουλεύει τις Κυριακές. Δούλευε στο διεθνές αεροδρόμιο της Σεούλ κάθε Κυριακή, έτσι δεν μπορούσε να παρευρίσκεται στην εκκλησία με την υπόλοιπη οικογένειά του. Παρόλο το ωράριο δουλειάς του, εκείνος και η σύζυγός του κανόνισαν να παρευρεθούν στις βαπτίσεις των παιδιών τους την επόμενη Κυριακή.

Μετά τις βαπτίσεις των παιδιών, συνεχίσαμε να συναντιόμαστε συχνά στο σπίτι της οικογένειας. Κάναμε οικογενειακή βραδιά, μοιραζόμασταν γραφές και ανυψωτικές εμπειρίες και τους συστήσαμε σε μέλη του τομέα. Ωστόσο, παρά τις συνεχείς εμπειρίες του Ευαγγελίου, οι γονείς δεν ήταν κοντά στη βάπτιση.

Στο μεταξύ, ο συνάδελφός μου μετατέθηκε και ο καινούργιος μου συνάδελφος ήταν ένας πρεσβύτερος απευθείας από το ιεραποστολικό εκπαιδευτικό κέντρο. Ήταν γεμάτος πίστη, ενέργεια και ενθουσιασμό, και ειλικρινά δυσκολευόμουν να συμβαδίσω με τους ρυθμούς του. Αφού συναντηθήκαμε με τον Κονγκ Κουκ-Ουόν και την Πακ Μι-Γιουνγκ σε μερικές περιστάσεις, ο συνάδελφός μου με πλησίασε και με ρώτησε αν ο πρώην συνάδελφός μου και εγώ είχαμε νηστέψει μαζί τους. Δεν το είχαμε κάνει. Στην πραγματικότητα, η σκέψη δεν μου είχε περάσει καν από το μυαλό. Έτσι, συναντηθήκαμε με την οικογένεια και τους προτείναμε μια νηστεία. Σοκαρίστηκα που ανακάλυψα ότι νήστευαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα μόνοι τους, τόσο για την υγεία του γιου τους όσο και για αλλαγή στο πρόγραμμα δουλειάς, το οποίο θα επέτρεπε στον Κονγκ Κουκ-Ουόν να παρευρίσκεται στην εκκλησία. Αφού εγώ και ο συνάδελφός μου συμμετείχαμε μαζί τους σε μία νηστεία, οι προσευχές μας απαντήθηκαν και το πρόγραμμα δουλειάς του Κονγκ Κουκ-Ουόν άλλαξε. Αλλά η Πακ Μι-Γιουνγκ ήταν αμετάπειστη σχετικά με το να βαπτιστεί.

Μια εμπνευσμένη ιδέα

Τότε ο συνάδελφός μου είχε μια άλλη φαεινή ιδέα. Έβγαλε το υμνολόγιο τσέπης του και ρώτησε αν μπορούσαμε να τραγουδήσουμε μαζί τους. Αν και είχαμε τραγουδήσει μαζί σε προηγούμενες περιστάσεις, δεν είχα ξαναδεί την Πακ Μι-Γιουνγκ να τραγουδά και απλώς θεώρησα ότι δεν της αρέσει να τραγουδά ή αισθανόταν άβολα επειδή η μουσική ήταν καινούργια για αυτήν. Ο συνάδελφός μου την ρώτησε αν είχε κάποιο αγαπημένο ύμνο και προς έκπληξή μου συγκινήθηκε και απάντησε ότι από τότε που ήταν μικρό κορίτσι, ο αγαπημένος της ύμνος ήταν το «Βοήθα με, Θεέ μου» (Ύμνοι και παιδικά τραγούδια σελ. 12). Ξεκινήσαμε να τραγουδάμε μια αρμονία με τέσσερα μέρη, με τον πατέρα να τραγουδά τη μελωδία, τη μητέρα να τραγουδά άλτο, τον συνάδελφό μου να τραγουδά ως τενόρος και εμένα να τραγουδάω ως μπάσος.

Το Πνεύμα ήταν δυνατό στο δωμάτιο. Καθώς τραγουδούσαμε την τρίτη στροφή, το συναίσθημα την συνεπήρε και σταμάτησε να τραγουδά καθώς συνεχίζαμε:

Εσέ αναζητώ,

σε λύπη ή σε χαρά.

Χωρίς εσένανε

είν’ όλα μάταια.

Βοήθα με, Θεέ μου,

κάθε μου λεπτό.

Σωτήρα, ευλόγησέ με,

κοντά σου να ’ρθώ.

Καθώς τελειώσαμε την τέταρτη και τελευταία στροφή, εκείνη έκλαιγε με λυγμούς. Καθώς ο σύζυγός της προσπαθούσε να την παρηγορήσει, τελικά μπόρεσε να ηρεμήσει. Με κοίταξε κατευθείαν στα μάτια και είπε: «Χρειάζομαι να βαπτιστώ».

drawing of woman holding an Asian hymnbook

Η συγκέντρωση βαπτίσματος του Κονγκ Κουκ-Ουόν και της Πακ Μι-Γιουνγκ εκείνη την Κυριακή το απόγευμα ήταν μια από τις πιο πνευματικές στην ιεραποστολή μου. Τα παιδιά τους συμμετείχαν στο πρόγραμμα και αναρίθμητα τοπικά μέλη παρευρέθηκαν για να δείξουν την υποστήριξή τους για την καινούργια οικογένεια νεοφώτιστων του τομέα. Ο συνάδελφός μου κι εγώ παρείχαμε ένα μουσικό νούμερο: «Βοήθα με, Θεέ μου».

Τελικά, τελείωσα την ιεραποστολή μου και γύρισα σπίτι. Ύστερα από έναν χρόνο στο πανεπιστήμιο, γύρισα στην Κορέα για καλοκαιρινή πρακτική άσκηση και κάθε σαββατοκύριακο διέθετα χρόνο για να επισκεφτώ τους πολλούς ξεχωριστούς φίλους και οικογένειες που είχα συναντήσει στην ιεραποστολή μου. Ύστερα από μερικές εβδομάδες πήγα στο Μπαλσάν και συναντήθηκα με αυτήν την ξεχωριστή οικογένεια. Κατά την άφιξή μου στο σπίτι τους, παρατήρησα ότι κάποιος έλειπε – ο γιος τους. Με δάκρυα στα μάτια, η Πακ Μι-Γιουνγκ μού αποκάλυψε τα νέα: ο καρκίνος του γιου της επέστρεψε και σε ηλικία 14 ετών έχασε τη μάχη.

Καθώς προσπάθησα να εκφράσω τα συλλυπητήριά μου και επίσης να αντιμετωπίσω τον πόνο που ένιωθα, ο Κονγκ Κουκ-Ουόν με διαβεβαίωσε ότι όλα θα ήταν καλά. Αγαπούσαν το Ευαγγέλιο, παρευρίσκονταν στην εκκλησία με πίστη και προσδοκούσαν την ημέρα όπου η οικογένειά τους θα μπορούσε να επισφραγισθεί μαζί για την αιωνιότητα στον Ναό της Σεούλ στην Κορέα. Παρά το ψυχικό άλγος που ένιωθαν, η οικογένεια ήξερε ότι θα ξαναέβλεπε τον Κονγκ Σουνγκ-Τζουάν και θα ήταν πάλι ενωμένη. Η Πακ Μι-Γιουνγκ μου είπε επίσης ότι το να τραγουδά ύμνους καθημερινά την βοήθησε να βρει τη δύναμη να ανταπεξέλθει και να νιώσει τη συνοδευτική ειρήνη που φέρνει το Πνεύμα.

Καθώς έφυγα από το σπίτι τους εκείνο το απόγευμα, σκεφτόμουν και πάλι τα λόγια του αγαπημένου ύμνου τής Πακ Μι-Γιουνγκ. Είμαι ευγνώμων που ο Επουράνιος Πατέρας ευλόγησε την οικογένεια με ειρήνη μετά την εκδημία τού Κονγκ Σουνγκ-Τζουάν και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων για τον ρόλο του Πνεύματος στη μεταστροφή της Πακ Μι-Γιουνγκ, που έδωσαν τη δυνατότητα στην οικογένεια να πληροί τις προϋποθέσεις για τις αιώνιες ευλογίες του ναού.