Θρησκεία καθαρή
Η ανιδιοτελής υπηρέτηση –να ξεχάσουμε τον εαυτό μας, να ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες των άλλων και να δίνουμε τη ζωή μας στην υπηρέτησή τους– υπήρξε πάντα χαρακτηριστικό των μαθητών του Ιησού Χριστού.
Στο Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο 11, ο Σωτήρας μάς διδάσκει ένα σημαντικό μάθημα με τα όσα δεν είπε, σε απάντηση μιας ερώτησης από τους μαθητές τού Ιωάννη του Βαπτιστή:
«Και όταν ο Ιωάννης, μέσα στη φυλακή, άκουσε τα έργα τού Χριστού, έστειλε δύο από τους μαθητές του,
»και του είπε: Εσύ είσαι αυτός που έρχεται ή άλλον περιμένουμε;
»Και απαντώντας ο Ιησούς, τους είπε: Πηγαίνετε και αναγγείλατε στον Ιωάννη, όσα ακούτε και βλέπετε·
»τυφλοί ξαναβλέπουν, και χωλοί περπατούν· λεπροί καθαρίζονται, και κουφοί ακούν· νεκροί ανασταίνονται, και φτωχοί ευαγγελίζονται» (Κατά Ματθαίον 11:2-5).
Αντί να δώσει κάποια σύντομη δογματική επεξήγηση, περιγράφοντας ότι Εκείνος ήταν, πράγματι, «αυτός που έρχεται», ο Σωτήρας αποκρίθηκε με τα όσα έκανε – το παράδειγμά Του της υπηρέτησης.
Στη γενική συνέλευση Απριλίου 2014, ο Πρεσβύτερος Ρίτσαρντ Σκοτ της Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων, μας θύμισε: «Υπηρετούμε κατά τον καλύτερο τρόπο τον Πατέρα μας στους Ουρανούς, επηρεάζοντας ενάρετα άλλους και υπηρετώντας τους. Το μεγαλύτερο παράδειγμα που υπήρξε ποτέ στη γη είναι ο Σωτήρας μας, Ιησούς Χριστός»1.
Η ανιδιοτελής υπηρέτηση – να ξεχάσουμε τον εαυτό μας, να ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες των άλλων και να δίνουμε τη ζωή μας στην υπηρέτησή τους – υπήρξε πάντα χαρακτηριστικό των μαθητών του Ιησού Χριστού. Όπως δίδαξε ο βασιλιάς Βενιαμίν πριν από 100 χρόνια και πλέον πριν από τη γέννηση του Σωτήρα: «Όταν είστε στην υπηρεσία των συνανθρώπων σας είστε απλώς στην υπηρεσία του Θεού σας» (Μωσία 2:17).
Ο Ιάκωβος μάς θυμίζει ότι μία βασική πτυχή της «θρησκεία[ς] καθαρή[ς]» βρίσκεται στην υπηρέτησή μας προς τους άλλους καθώς «επισκεπτ[όμαστε] τους ορφανούς και τις χήρες στη θλίψη τους» (Ιακώβου 1:27). Η «θρησκεία καθαρή» είναι περισσότερο από μία δήλωση πίστης. Είναι μία απόδειξη πίστης.
Να αγαπάτε τους συνταξιδιώτες σας
Στα μέσα Ιουλίου του 1984, εβδομάδες μόλις είχαμε παντρευτεί η σύζυγός μου, Κάρολ, και εγώ στον Ναό του Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, βρισκόμασταν στον δρόμο για τη Γιούτα, όπου θα ξεκινούσα τη σταδιοδρομία μου και η Κάρολ θα τελείωνε τις σπουδές της στο κολέγιο. Οδηγούσαμε ξεχωριστά αυτοκίνητα. Στα δύο οχήματα μεταφέραμε όλα τα υπάρχοντά μας.
Στα μισά περίπου της διαδρομής προς τον προορισμό μας, η Κάρολ έφερε το αμάξι της δίπλα στο δικό μου και άρχισε να μου κάνει νοήματα. Ήταν η εποχή πριν τα κινητά και τα smartphones, τα ηλεκτρονικά μηνύματα και το Twitter. Βλέποντας την έκφραση του προσώπου της μέσα από το τζάμι του αυτοκινήτου της, καταλάβαινα ότι δεν αισθανόταν καλά. Μου έδωσε να καταλάβω ότι μπορούσε να εξακολουθήσει να οδηγεί, όμως ανησυχούσα για τη νέα σύζυγό μου.
Πλησιάζοντας στη μικρή πόλη Μπήβερ της Γιούτας, ήρθε ξανά δίπλα μου και κατάλαβα ότι έπρεπε να σταματήσει. Ήταν άρρωστη και δεν μπορούσε να συνεχίσει. Είχαμε δύο αυτοκίνητα γεμάτα ρούχα και δώρα γάμου, όμως δυστυχώς είχαμε λίγα χρήματα. Ο προϋπολογισμός μας δεν επέτρεπε να πάμε σε ξενοδοχείο. Δεν ήξερα τι να κάνω.
Κανένας μας δεν είχε βρεθεί ξανά στο Μπήβερ και μην ξέροντας τι αναζητούσα, κάναμε μερικούς γύρους για λίγα λεπτά μέχρι που είδα ένα πάρκο. Σταματήσαμε στο χώρο στάθμευσης και βρήκα ένα δέντρο με λίγη σκιά, όπου άπλωσα μια κουβέρτα για να ξεκουραστεί η Κάρολ.
Μερικά λεπτά αργότερα, ένα άλλο αυτοκίνητο μπήκε στο σχεδόν άδειο χώρο στάθμευσης και παρκάρισε δίπλα στα δύο αυτοκίνητά μας. Μία γυναίκα στην ηλικία που είχαν οι μητέρες μας, βγήκε από το αυτοκίνητό της και ρώτησε τι συνέβαινε και αν μπορούσε να βοηθήσει. Είπε ότι μας είχε προσέξει καθώς οδηγούσε και αισθάνθηκε ότι έπρεπε να σταματήσει. Όταν εξηγήσαμε την κατάστασή μας, αμέσως μας κάλεσε να την ακολουθήσουμε σπίτι της, όπου μπορούσαμε να ξεκουραστούμε όσο χρειαζόμασταν.
Σύντομα βρεθήκαμε σε ένα άνετο κρεβάτι, σε μια δροσερή κρεβατοκάμαρα στο υπόγειο του σπιτιού της. Μόλις βολευτήκαμε, αυτή η υπέροχη αδελφή ανέφερε ότι είχε κάποιες δουλειές να κάνει και θα μας άφηνε μόνους για μερικές ώρες. Μας είπε ότι αν πεινούσαμε, μπορούσαμε να φάμε ό,τι βρίσκαμε στην κουζίνα και πως αν φεύγαμε προτού επιστρέψει σπίτι, μας παρακαλούσε να κλείσουμε την μπροστινή πόρτα.
Αφού κοιμήθηκε λίγο η Κάρολ, κάτι που χρειαζόταν πολύ, αισθάνθηκε καλύτερα και συνεχίσαμε το ταξίδι μας χωρίς να χρησιμοποιήσουμε την κουζίνα. Όταν φύγαμε, η καλή γυναίκα δεν είχε ακόμα επιστρέψει σπίτι. Προς μεγάλη λύπη μας, δεν σημειώσαμε τη διεύθυνση και δεν ευχαριστήσαμε ποτέ με τον τρόπο που άρμοζε την καλή Σαμαρείτιδα που σταμάτησε στο δρόμο και άνοιξε το σπίτι της στους ξένους που είχαν ανάγκη.
Καθώς συλλογίζομαι αυτή την εμπειρία, έρχονται στο νου τα λόγια του Προέδρου Τόμας Μόνσον που αποδεικνύει με το παράδειγμα την παραίνεση του Σωτήρα «πήγαινε, και κάνε κι εσύ παρόμοια» (βλέπε Κατά Λουκάν 10:37), περισσότερο από κάθε άλλο άνθρωπο: «Δεν μπορούμε να αγαπάμε πραγματικά τον Θεό, αν δεν αγαπάμε τους συνταξιδιώτες μας σε τούτο το θνητό ταξίδι»2.
Όποτε συναντάμε «συνταξιδιώτες» –στον δρόμο ή στο σπίτι μας, στην παιδική χαρά ή στο σχολείο μας, στη δουλειά μας ή στην εκκλησία– καθώς επιζητούμε, βλέπουμε και ενεργούμε, θα γίνουμε περισσότερο σαν τον Σωτήρα, ευλογώντας και υπηρετώντας στον δρόμο μας.
Επιζητήστε
Ο Πρεσβύτερος Νιλ Μάξουελ (1926-2004) της Aπαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων, δίδαξε:
«Αντίθετα με τον πολυαγαπημένο Σωτήρα μας, οπωσδήποτε δεν μπορούμε να εξιλεωθούμε για τις αμαρτίες της ανθρωπότητας! Επιπλέον, οπωσδήποτε δεν μπορούμε να φέρουμε όλες τις θνητές ασθένειες, αναπηρίες και θλίψεις (βλέπε Άλμα 7:11-12).
»Παρ’ όλα αυτά, στη δική μας, μικρότερη κλίμακα, όπως προσκάλεσε ο Ιησούς, μπορούμε πράγματι να προσπαθήσουμε να γίνουμε “ακριβώς όπως [είναι Εκείνος]” (Νεφί Γ΄ 27:27)»3.
Καθώς επιζητούμε να γίνουμε όπως ακριβώς Εκείνος είναι, με ειλικρινή επιθυμία να ευλογήσουμε τους «συνταξιδιώτες μας», θα μας δοθούν ευκαιρίες να ξεχάσουμε τον εαυτό μας και να ανυψώσουμε άλλους. Αυτές οι ευκαιρίες μπορεί συχνά να είναι στενόχωρες, να δοκιμάζουν την αληθινή επιθυμία μας να γίνουμε περισσότερο σαν τον Διδάσκαλο, του οποίου η μεγαλύτερη υπηρέτηση από όλες, η απέραντη Εξιλέωσή του, κάθε άλλο παρά βολική ήταν. «Παρ’ όλα αυτά» δηλώνει «ας είναι δοξασμένος ο Πατέρας· και το ήπια και τελείωσα τις προετοιμασίες μου προς τα τέκνα των ανθρώπων» (Δ&Δ 19:19).
Όταν επιζητούμε ειλικρινά να είμαστε περισσότερο σαν τον Σωτήρα, θα μας επιτραπεί να δούμε αυτό που διαφορετικά δεν θα βλέπαμε. Η καλή Σαμαρείτις μας ζούσε αρκετά κοντά στο Πνεύμα, ώστε να ανταποκριθεί σε μία παρότρυνση και να πλησιάσει έναν ξένο που βρισκόταν σε ανάγκη.
Βλέπε
Το να βλέπουμε με πνευματικά μάτια, είναι να βλέπουμε τα πράγματα όπως πραγματικά είναι και να αναγνωρίζουμε ανάγκες που, διαφορετικά, ίσως να μην είχαμε παρατηρήσει. Στην παραβολή με τα πρόβατα και τα ερίφια, ούτε εκείνοι οι οποίοι ήταν «ευλογημένοι» ούτε εκείνοι οι οποίοι ήταν «καταραμένοι» είχαν αναγνωρίσει τον Σωτήρα σε εκείνους που ήταν πεινασμένοι, διψασμένοι, γυμνοί ή στη φυλακή. Απάντησαν στην ανταμοιβή τους, ρωτώντας: «Πότε σε είδαμε;» (Βλέπε Κατά Ματθαίον 25:34-44).
Μόνον εκείνοι οι οποίοι είχαν δει με πνευματικά μάτια αναγνώρισαν την ανάγκη, ενήργησαν και ευλόγησαν εκείνους οι οποίοι υπέφεραν. Η καλή Σαμαρείτις μας αναγνώρισε την ανάγκη καθώς είδε με πνευματικά μάτια.
Ενέργησε
Ίσως να βλέπουμε ανάγκες γύρω μας, αλλά να αισθανόμαστε ανεπαρκείς να ανταποκριθούμε, υποθέτοντας ότι αυτό που έχουμε να προσφέρουμε δεν είναι αρκετό. Καθώς επιζητούμε να γίνουμε ακριβώς όπως είναι Εκείνος και καθώς βλέπουμε ανάγκες στους συνταξιδιώτες μας με πνευματικά μάτια, θα πρέπει να έχουμε την πεποίθηση ότι ο Κύριος μπορεί να εργαστεί μέσω υμών και τότε να ενεργήσουμε.
Εισερχόμενοι στον ναό, ο Πέτρος και ο Ιωάννης συνάντησαν έναν άνδρα «που ήταν χωλός από την κοιλιά της μητέρας του», ο οποίος τους ζήτησε ελεημοσύνη (βλέπε Πράξεις 3:1-3). Η ανταπόκριση του Πέτρου αποτελεί παράδειγμα και μία πρόσκληση για τον καθέναν μας:
«Ασήμι και χρυσάφι εγώ δεν έχω· αλλά, ό,τι έχω, αυτό σου δίνω: Στο όνομα τού Ιησού Χριστού τού Ναζωραίου, σήκω επάνω και περπάτα.
»Κι αφού τον έπιασε από το δεξί χέρι, τον σήκωσε» (Πράξεις 3:6-7).
Μπορούμε να ενεργήσουμε προσφέροντας από τον χρόνο και τα ταλέντα μας, έναν καλοσυνάτο λόγο ή προσφέροντας σωματικό έργο. Καθώς επιζητούμε και βλέπουμε, θα τεθούμε σε περιστάσεις και καταστάσεις όπου μπορούμε να ενεργήσουμε και να ευλογήσουμε. Η καλή Σαμαρείτις μας ενήργησε. Μας πήρε στο σπίτι της και μας παρείχε ό,τι είχε. Στην ουσία, είπε: «Ό,τι έχω, αυτό σου δίνω». Ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν.
Ο Πρόεδρος Μόνσον έχει διδάξει αυτές τις ίδιες αρχές:
«Ο καθένας μας, στο ταξίδι μέσω της θνητότητας, θα προχωρήσει στη δική του Οδό τής Ιεριχούς. Ποια θα είναι η εμπειρία σας; Ποια θα είναι η δική μου; Θα αποτύχω να προσέξω αυτόν ο οποίος έχει πέσει ανάμεσα στους κλέφτες και χρειάζεται τη βοήθειά μου; Εσείς;
»Θα είμαι εκείνος που βλέπει τον πληγωμένο και ακούει την ικεσία του, αλλά όμως διασχίζει τον δρόμο και πηγαίνει στην άλλη μεριά; Εσείς;
»Ή θα είμαι κάποιος που βλέπει, που ακούει, που σταματά και βοηθά; Εσείς;
»Ο Ιησούς παρέσχε το σύνθημά μας: “Πήγαινε, και κάνε κι εσύ παρόμοια”. Όταν υπακούμε σε εκείνη τη διακήρυξη, ανοίγεται στην αιώνια θέασή μας μία προοπτική χαράς που σπάνια βρίσκεις αντάξιά της και τίποτα δεν την ξεπερνά»4.
Καθώς γινόμαστε περισσότερο σαν τον Σωτήρα, επιζητώντας, βλέποντας και ενεργώντας, θα γνωρίσουμε την αλήθεια των λόγων του βασιλιά Βενιαμίν: «Όταν είστε στην υπηρεσία των συνανθρώπων σας είστε απλώς στην υπηρεσία τού Θεού σας» (Μωσία 2:17).