Η παντοτινή οικογένεια του Αλόνσο
«Ο ναός είναι ένας ιερός χώρος όπου επισφραγιζόμαστε μαζί» (Children’s Songbook, 95).
«Μπορώ να είμαι με τη μαμά και τον μπαμπά ξανά;»
«Το Πάσχα είναι μία καλή εποχή να σκεφτόμαστε τον Ιησού και να θυμόμαστε την Ανάστασή Του» είπε η αδελφή Ρόχας. Σήκωσε μία απεικόνιση του Ιησού. «Χάριν Εκείνου, άνθρωποι που έχουν πεθάνει μπορούν να ζήσουν ξανά».
Ο Αλόνσο σήκωσε το βλέμμα του, όταν η δασκάλα της Προκαταρκτικής του το είπε αυτό. Αυτό σημαίνει ότι μπορώ να δω τους γονείς μου ξανά; Αναρωτήθηκε ο Αλόνσο.
Η μαμά είχε πεθάνει πριν από χρόνια. Ο Αλόνσο δεν την θυμόταν καλά, αλλά του άρεσε να κοιτάζει φωτογραφίες της. Μετά, πέθανε επίσης ο μπαμπάς.
Τώρα ο Αλόνσο ζούσε με την Abuela, τη γιαγιά του. Εκείνη τον διδάσκει για την εκκλησία της, την Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Θα βαπτιζόταν και θα επικυρωνόταν τον επόμενο χρόνο, όταν θα ήταν αρκετά μεγάλος.
Μετά η αδελφή Ρόχας σήκωσε μία φωτογραφία ενός λευκού κτηρίου. «Άλλο ένα εκπληκτικό δώρο από τον Ιησού είναι οι ναοί. Αυτός είναι ένας από τους ναούς εδώ στη Χιλή».
Ο Αλόνσο κοίταξε το χρυσό άγαλμα στην κορυφή του κτηρίου. Ήταν όμορφο! Αναρωτήθηκε τι γινόταν μέσα.
«Οι ναοί είναι εκεί όπου οι οικογένειες επισφραγίζονται για πάντα» είπε η αδελφή Ρόχας. «Αυτός ο ναός στο Σαντιάγκο είναι εκεί όπου επισφραγίστηκα με τους γονείς μου, αφού προσχωρήσαμε στην Εκκλησία. Επειδή επισφραγιστήκαμε, μπορώ να είμαι μαζί τους ακόμα και μετά από αυτήν την ζωή».
Ο Αλόνσο ενθουσιάστηκε, όταν το άκουσε αυτό. «Μπορώ να επισφραγιστώ με τους γονείς μου;» ρώτησε. «Ακόμα κι αν έχουν ήδη πεθάνει;»
Η αδελφή Ρόχας έγνευσε καταφατικά. «Ναι! Αυτός είναι ένας λόγος που οι ναοί είναι τόσο σημαντικοί. Ευλογούν όλα τα μέλη της οικογένειας μας, συμπεριλαμβανομένων όσων έχουν πεθάνει».
Για την υπόλοιπη ημέρα, ο Αλόνσο συνέχισε να σκέφτεται για τους ναούς. Ζήτησε από την Abuela να του διδάξει περισσότερα. Μίλησε σχετικά με τα λευκά ρούχα που φορούν οι άνθρωποι μέσα και τα όμορφα έργα τέχνης στους τοίχους.
«Το καλύτερο απ’ όλα, εκεί είναι όπου μπορείς να επισφραγιστείς με τους γονείς σου» είπε η Abuela. «Θα ζητήσουμε από δύο άτομα του τομέα να αντιπροσωπεύσουν αυτούς κατά τη διάρκεια της επισφράγισης».
«Μπορούμε να πάμε αύριο;» Ρώτησε ο Αλόνσο. «Θέλω να είμαι με τη μαμά και τον μπαμπά για πάντα!»
Χαμογέλασε η Abuela. «Είμαι χαρούμενη που θέλεις να πας» είπε εκείνη. «Αλλά ο κοντινότερος ναός είναι στη Κονσεπσιόν. Δεν έχουμε αρκετά χρήματα για τα εισιτήρια λεωφορείων».
«Θα βοηθήσω να αποταμιεύσεις για το ταξίδι!» Είπε ο Αλόνσο.
Από τότε, όταν ο Αλόνσο έβρισκε ένα νόμισμα στον δρόμο ή είχε μία ευκαιρία να κερδίσει μερικά χρήματα, πλήρωνε τα δέκατα και μετά προσέθετε τα υπόλοιπα στο ταμείο για τον ναό.
Μετά από μήνες αποταμίευσης, ο Αλόνσο και η Abuela τελικά είχαν αρκετά χρήματα για να ταξιδέψουν στον ναό. Ζήτησαν από τον αδελφό και την αδελφή Σίλβα να πάνε μαζί τους. Την ημέρα του ταξιδιού, είχαν μία μακρά διαδρομή με το λεωφορείο προς την Κονσεπσιόν. Ήταν σχεδόν ηλιοβασίλεμα, όταν ο Αλόνσο εντόπισε κάτι χρυσό στην απόσταση.
«Μπορώ να δω τον άγγελο Μορόνι!» Είπε ο Αλόνσο, δείχνοντας το άγαλμα στην κορυφή της μπλε θολωτής οροφής του ναού.
Κοιμήθηκαν σε ένα διαμέρισμα δίπλα στον ναό. Το πρωί, ο Αλόνσο μπήκε στον ναό για πρώτη φορά. Είδε μέσα μία μεγάλη απεικόνιση του Ιησού. Αυτός και η Abuela ντύθηκαν στα λευκά. Αισθάνθηκε χαρά και ειρήνη.
Όταν ήταν ώρα για την επισφράγιση, ο Αλόνσο περπάτησε μέσα σε ένα όμορφο δωμάτιο με καθρέφτες στους τοίχους. Ένας λειτουργός του ναού έδειξε στον Αλόνσο, στην Abuela και στους Σίλβα πώς να γονατίσουν γύρω από ένα ειδικό τραπέζι που λέγετε βωμός. Ήταν καλυμμένος με μαλακό ύφασμα.
Ο αδελφός και η αδελφή Σίλβα ήταν εκεί αντί της μαμάς και του μπαμπά του Αλόνσο. Η Abuela ήταν εκεί αντί για την αδελφή του, η οποία πέθανε προτού γεννηθεί ο Αλόνσο.
Κλείνοντας τα μάτια του, ο Αλόνσο φαντάστηκε όλη την οικογένειά του μαζί.
Ανυπομονώ να τους δω ξανά, σκέφτηκε ο Αλόνσο. Είμαι τόσο ευγνώμων που οι οικογένειες μπορούν να είναι μαζί για πάντα!