“Κεφάλαιο 2: Το πρώτο όραμα του Τζόζεφ Σμιθ: 1820,” Ιστορίες από το Διδαχή και Διαθήκες (2002), 9–12 “Κεφάλαιο 2,” Ιστορίες από το Διδαχή και Διαθήκες, 9–12 Κεφάλαιο 2 Το πρώτο όραμα του Τζόζεφ Σμιθ (1820) Ο Τζόζεφ Σμιθ και η οικογένειά του πίστευαν οτο Θεό. Διάβαζαν όλοι μαζί τη Βίβλο. Ο πατέρας και η μητέρα του Τζόζεφ μάθαιναν τα παιδιά τους να είναι καλοί άνθρωποι. Στην Παλμύρα υπήρχαν πολλές εκκλησίες. Όλοι οι άνθρωποι έλεγαν πως η δική τους εκκλησία ήταν η σωστή εκκλησία. Έλεγαν πως οι άλλες εκκλησίες δεν ήταν οι σωστές. Ο Τζόζεφ δεν ήξερε ποια εκκλησία να ακολουθήσει. Ήθελε να μάθει ποια ήταν η αληθινή Εκκλησία του Ιησού Χριστού. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:5–10 Μια μέρα ο Τζόζεφ διάβαζε τη Βίβλο. Ήταν δεκατεσσάρων χρονών. Διάβασε πως πρέπει να ρωτάμε το Θεό όταν θέλουμε να μάθουμε κάτι. Ο Τζόζεφ αποφάσισε να προσευχηθεί. Θα ρωτούσε το Θεό ποια εκκλησία έπρεπε να ακολουθήσει. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:11–13; Ιακώβου 1:5 Ήταν μια όμορφη ανοιξιάτικη ημέρα. O Τζόζεφ πήγε στο δάσος κοντά στο σπίτι του. Γονάτισε. Προσευχήθηκε φωναχτά. Είχε πίστη στον Επουράνιο Πατέρα ότι θα απαντούσε στην προσευχή του. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:14–15 Ο Σατανάς δεν ήθελε να προσευχηθεί ο Τζόζεφ. Ο Σατανάς προσπάθησε να τον σταματήσει. Ο Σατανάς έκανε να πέσει σκοτάδι γύρω από τον Τζόζεφ. Ο Τζόζεφ δεν μπορούσε να μιλήσει. Φοβόταν. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:15 Ο Τζόζεφ δε σταμάτησε να προσεύχεται. Ο Σατανάς δεν μπορούσε να τον κάνει να σταματήσει. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:16 Τότε ο Τζόζεφ είδε ένα όραμα. Είδε ένα όμορφο λαμπρό φως. Το φως τον περιτριγύριζε. Είδε τον Επουράνιο Πατέρα και τον Ιησού Χριστό. Στέκονταν πάνω από αυτόν μέσα στο φως. Ο Επουράνιος Πατέρας έδειξε τον Ιησού Χριστό και είπε: «Αύτός είναι ό Υιός μου ό ’Αγαπητός. Αύτόν νά άκούς!» Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:16–17 Ο Τζόζεφ ρώτησε τον Ιησού ποια εκκλησία ήταν αληθινή. Ρώτησε ποια εκκλησία έπρεπε να ακολουθήσει. Ο Ιησούς είπε στον Τζόζεφ να μην ακολουθήσει καμία από τις εκκλησίες. Ο Ιησούς είπε ότι καμιά τους δεν ήταν σωστή. Καμία τους δεν ήταν η Εκκλησία Του. Είπε στον Τζόζεφ πολλά άλλα πράγματα. Έπειτα το όραμα χάθηκε. Ο Τζόζεφ ήταν μόνος. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:18–20 Ο Τζόζεφ γύρισε στο σπίτι. Η μητέρα του τον ρώτησε αν ήταν καλά. Ο Τζόζεφ απάντησε πως ήταν καλά. Είπε στη μητέρα του πως είδε ένα όραμα. Της είπε τι έμαθε σ’ εκείνο το όραμά του. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:20 Ο Τζόζεφ μίλησε σε μερικούς ανθρώπους στην πόλη για το όραμά του. Οι άνθρωποι δεν τον πίστεψαν. Νόμιζαν πως τους έλεγε ψέματα. Θύμωσαν μαζί του. Ήταν κακοί μαζί του. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:21–23 Ο Τζόζεφ πάντα έλεγε την αλήθεια για το όραμά του. Ήξερε πως είχε δει τον Επουράνιο Πατέρα και τον Ιησού Χριστό. Ήξερε πως καμία από τις εκκλησίες στη γη δεν ήταν αληθινές. Τζόζεφ Σμιθ – Ιστορία, 1:25–26