«Βόσκε τα πρόβατά μου»
«Ακολούθησέ με και βόσκε τα πρόβατά μου» (Δ&Δ 112:14).
«Ο Ιησούς είπε στον Πέτρο να βόσκει τα πρόβατά Του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούσε ο Πέτρος να δείξει στον Ιησού ότι Τον αγαπούσε».
«Μαμά, είχε ο Ιησούς κοπάδι πρόβατα;»
«Όχι, γλυκιά μου. Ο Ιησούς αποκαλείται ενίοτε Καλός Ποιμήν και εμείς είμαστε σαν τα πρόβατά Του. Ο Ιησούς δίδασκε τον Πέτρο ότι εάν θέλουμε να δείξουμε στον Ιησού ότι Τον αγαπούμε, θα πρέπει να βοηθούμε τους άλλους».
«Γι’ αυτό θα πάμε την πίτα στην αδελφή Τζέικομπς ύστερα από την οικογενειακή βραδιά;»
«Ναι, γι’ αυτό. Όμως, θα ήταν ωραίο εκ μέρους σου να σκεφθείς κάτι που μπορείς να κάνεις, προκειμένου να δείξεις στην αδελφή Τζέικομπς ότι την αγαπάς».
Η Ολίβια σκέφθηκε τι θα μπορούσε να κάνει. Θυμήθηκε ότι στη μαμά και τη γιαγιά αρέσουν πράγματι αυτά που ζωγραφίζει.
«Ξέρω! Μπορώ να φτειάξω μία κάρτα για την αδελφή Τζέικομπς και να κάνω μία ζωγραφιά σε αυτήν!»
Η Ολίβια ζωγράφισε ένα όμορφο ουράνιο τόξο. Στο εσωτερικό μέρος της κάρτας, έγραψε: «Περαστικά! Με αγάπη, Ολίβια».
Όταν η Ολίβια και η οικογένειά της πήγαν στο σπίτι της αδελφής Τζέικομπς, η μαμά ερώτησε την αδελφή Τζέικομπ πώς αισθανόταν. Η αδελφή Τζέικομπς άρχισε να κλαίει.
«Μόλις έμαθα ότι πρέπει να πάω στο νοσοκομείο για μία εγχείρηση αύριο. Φοβάμαι λιγάκι».
Η μαμά έδωσε την πίτα στην αδελφή Τζέικομπς. Κατόπιν η Ολίβια τής έδωσε την κάρτα που είχε φτειάξει.
«Σε ευχαριστώ, Ολίβια. Αυτή η όμορφη κάρτα και το γλυκό σου χαμόγελο με κάνουν να νοιώθω καλύτερα».
Η Ολίβια ένοιωσε σαν κάποιος να αγκάλιαζε την καρδιά της. Ήταν ευτυχής που μπορούσε να βοηθήσει τον Ιησού να βόσκει τα πρόβατά Του.