Το παράδειγμα του ενός
Ο τίτλος του πρόσφατου ηλεκτρονικού μηνύματος μού έφερε δυσάρεστα νέα: «Κηδεία της Γουέντυ Νάουπ». Καθώς σκούπιζα τα δάκρυά μου, συλλογίστηκα την ημέρα εκείνη, πριν από 40 χρόνια και περισσότερο, όταν ο ιεραπόστολος συνάδελφός μου κι εγώ συναντήσαμε την Γουέντυ και τον Πωλ Νάουπ κοντά σε ένα ανθοπωλείο στο σιδηροδρομικό σταθμό της Φρανκφούρτης. Ένα νεαρό ζευγάρι Αμερικανών στη Γερμανία σε στρατιωτικά καθήκοντα, μακριά από την πατρίδα τους, περιμένοντας να γεννηθεί το πρώτο παιδί τους. Επειδή ο πρόεδρος ιεραποστολής μας, μας είχε μόλις παροτρύνει να είμαστε «κάθε λεπτό ένας ιεραπόστολος», αρχίσαμε μια συζήτηση μαζί τους.
Καθώς τους διδάσκαμε τις ιεραποστολικές συζητήσεις, με εντυπωσίασε το φως μέσα στην ψυχή της Γουέντυ. Ήταν χαρούμενη, λαμπερά έξυπνη και διέθετε μια πνευματική ζωντάνια. Διαισθάνθηκε το νόημα της Αποκατάστασης με μία σταθερή, έντονη φυσική παρότρυνση. Ήταν ένα προνόμιο να βρίσκομαι αρκετά κοντά για να παρακολουθώ τη μαρτυρία της να μεγαλώνει κι ακόμα να παρακολουθώ εκείνο το φως στο πρόσωπό της να αυξάνει.
Τριάντα χρόνια αργότερα και περισσότερο, η Γουέντυ θυμήθηκε την πρώτη μας επίσκεψη: «Πάντοτε θα θυμάμαι το συναίσθημα που ένιωσα όταν άκουσα για πρώτη φορά την ιστορία του Τζόζεφ Σμιθ! Φαντάζομαι το μικροσκοπικό γερμανικό διαμέρισμά μας επάνω ψηλά, το οποίο ήταν πιθανόν τόσο μεγάλο, όσο και η κρεβατοκάμαρά μας σήμερα, με εμάς να καθόμαστε στην άκρη του καναπέ/κρεβατιού [κοιτάζοντας απέναντί μας τους ιεραπόστολους]. Θυμάμαι ότι αισθάνθηκα μια θαυμαστή έκπληξη και ανακούφιση. Πάντοτε ένιωθα ότι θα πρέπει να υπάρχει κάτι σαν κι αυτό κάπου έξω στον κόσμο. Δεν ήταν λογικό ότι ο Θεός θα μας άφηνε να προχωράμε σκοντάφτοντας στα τυφλά, όπως τόσο φανερά συνέβαινε. …Έμοιαζε τόσο σωστό και το πίστεψα».
Λίγο αφότου αποφάσισαν να βαφτιστούν, ωστόσο, η Γουέντυ και ο Πωλ μίλησαν με ένα μέλος της οικογένειας το οποίο επέκρινε την τακτική της Εκκλησίας σχετικά με το ποιος μπορούσε να λάβει την ιεροσύνη. Μπερδεύτηκαν και αποκαρδιώθηκαν. Μας είπαν να μην τους επισκεφθούμε ξανά — εκτός από μια φορά για να τους αποχαιρετίσουμε. Δεν ξέραμε πώς να απαντήσουμε στις ερωτήσεις τους, όμως ξέραμε ότι είχαμε μια τελευταία ευκαιρία. Όπως μιλούσαμε, αισθάνθηκα την παρότρυνση να τους διαβάσω μια γραφή που είχα πρόσφατα σημειώσει κατά την προσωπική μελέτη μου, την ιστορία του Πέτρου και του Κορνήλιου στο Πράξεις 10-11. Εκείνο το βράδυ αισθάνθηκα την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Κυρίου στους ιεραπόστολους: «Γιατί θα σας δοθεί την ίδια ώρα, μάλιστα, το ίδιο λεπτό, τι να πείτε… [και] το Άγιο Πνεύμα θα ξεχυθεί δίνοντας μαρτυρία για όλα όσα θα λέτε» (Δ&Δ 100:6, 8). Όλοι αισθανθήκαμε ένα πνεύμα ειρήνης καθώς προσευχηθήκαμε μαζί.
Χρόνια αργότερα, η Γουέντυ είπε για την εμπειρία εκείνη: «Δε θυμάμαι τι μας είπαν ή τι συζητήσαμε, όμως εκείνο το φως… το Πνεύμα… ήταν ξανά εκεί και ήξερα ότι ήταν αληθινό και μολονότι δεν τα καταλάβαινα απόλυτα όλα, το μήνυμα ήταν πάντοτε αληθινό και έπρεπε να το αποδεχτούμε και πως κάποτε στο μέλλον θα καταλαβαίναμε».
Ο Πωλ και η Γουέντυ βαφτίστηκαν. Λίγο αργότερα επισφραγίστηκαν στο ναό. Μέσα στις συνηθισμένες δυσκολίες μιας οικογενειακής ζωής, μεγάλωσαν πέντε παιδιά τα οποία τελικά έγιναν όλα ενεργά στην Εκκλησία. Κάποια από αυτά υπηρέτησαν ιεραποστολές. Ο Πωλ έγινε δάσκαλος. Ο Πωλ και η Γουέντυ τραγουδούσαν ωραία ντουέτα στην εκκλησία. Η Γουέντυ διηύθυνε τη χορωδία του τομέα της επί χρόνια. Αγαπούσαν το ναό και γνώρισαν οι ίδιοι «την αγαλλίαση των αγίων» (Ενώς 1:3).
Μια φορά, ενώ βρίσκονταν στην εκκλησία στο Λονδίνο, η σύζυγός μου, Μαρία κι εγώ, συναντήσαμε μία γυναίκα που λεγόταν Λάιμπυ Κάσας από το Μέιν. Επειδή οι Νάουπ ήταν οι μοναδικοί που γνωρίζαμε τότε στο Μέιν, τη ρωτήσαμε αν τους γνώριζε. Η όψη της φωτίστηκε: «Τους ξέρετε;» Η Γουέντυ είναι πολύ αγαπητή φίλη. «Με εισήγαγε στο ευαγγέλιο!» Η Γουέντυ είχε συναντήσει τη Λίμπυ σε ένα χώρο πλυντηρίων ρούχων —δύο μητέρες που έπλεναν εκεί τα ρούχα της οικογένειάς τους— και μίλησε στη Λίμπυ για το ευαγγέλιο, όπως ακριβώς είχαμε κάνει με τη Γουέντυ στο σταθμό του τρένου. Εκείνο που εντυπωσίασε κυρίως τη Λίμπυ σχετικά με την Εκκλησία ήταν η δύναμη του προσωπικού παραδείγματος της Γουέντυ — ως μητέρας, συζύγου και ανθρώπου. Για τη Λίμπυ, τουλάχιστον στην αρχή, η ίδια η Γουέντυ ήταν το μήνυμα της Αποκατάστασης.
Οι Νάουπς έζησαν αργότερα στο Όρεγκον. Μετά, τον περασμένο χρόνο, όταν μάθαμε ότι η Γουέντυ είχε καρκίνο, είχαμε την ευλογία να τους ανακαλύψουμε κατά την επίσκεψή τους στη Γιούτα στη διάρκεια της γενικής συνέλευσης. Ο σύζυγος της Γουέντυ, ο γιος τους, ιεραπόστολος που είχε επιστρέψει στην πατρίδα, κι εγώ της δώσαμε μια ευλογία. Μιλήσαμε για τις εμπειρίες μας από τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Ήταν φανερό ότι το ευαγγέλιο ήταν τα πάντα γι’ αυτούς. Ήταν το επίκεντρο και ο σκοπός της ζωής τους και της ζωής των παιδιών τους. Ο Πωλ και η Γουέντυ ήθελαν πάρα πολύ να είναι υγιείς, ώστε να μπορέσουν να εκπληρώσουν το όνειρό τους, να υπηρετήσουν μαζί σε ιεραποστολή.
Λίγο πριν το θάνατό της, η Γουέντυ μου έγραψε σε ένα γράμμα: «Πραγματικά αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στην αγκάλη του Κυρίου. Μπορεί να κάνει οτιδήποτε Εκείνος θέλει και έχω τη φροντίδα Του». Εξέφρασε ευγνωμοσύνη για το ευαγγέλιο και την οικογένειά της και μετά έγραψε: «Δεν είναι υπέροχος ο Κύριος!»
Τώρα η Γουέντυ έχει φύγει και λείπει τρομερά στην οικογένειά της. Όταν ο γιος της μας έγραψε για το θάνατό της, είπε: «Σας ευχαριστώ που φέρατε τη μητέρα στο φως του ευαγγελίου. Έζησε υπακούοντας στις εντολές». Είπε ότι η μητέρα του, του έγραψε μια φορά: «Αγαπώ τον Κύριο και είμαι παντοτινά ευγνώμων [σε Εκείνον] διότι έφερε το ανεκτίμητο ευαγγέλιο στη ζωή μου. Περισσότερο από καθετί άλλο θέλω να κριθώ ως πιστή και πραγματικά προσπαθώ γι’ αυτό».
Επειδή το ευαγγέλιο σήμαινε τα πάντα για τη Γουέντυ και την οικογένειά της, εμείς που ήμασταν οι ιεραπόστολοί της καταλαβαίναμε «πόσο μεγάλη θα είναι η χαρά σας» (Δ&Δ 18:15) μαζί της στο βασίλειο του Πατέρα μας. Το ευαγγέλιο ήταν τα πάντα για εκείνη, γι’ αυτό η ιεραποστολική εμπειρία μαζί της σημαίνει τα πάντα για μένα. Δεν απορούμε που ο Κύριος είπε πως το να κάνουμε ιεραποστολικό έργο είναι «αυτό που θα έχει αξία περισσότερο από καθετί για σένα» (Δ&Δ 15:6. Η πλάγια γραφή προστέθηκε).
Ο Πρόεδρος Γκόρντον Χίνκλι έχει πει: «Θέλω να παρακαλέσω τους Αγίους να κάνετε ό,τι είναι δυνατό ώστε να παρέχετε ονόματα γνωστών σας, που θα μπορούσαν να τους διδάξουν [οι ιεραπόστολοι]. …Ο καθένας που βλέπετε να έρχεται στην Εκκλησία χάρη στις προσπάθειές σας, θα φέρει ευτυχία στη ζωή σας. Αυτό το λέω σαν υπόσχεση προς τον καθέναν σας» (“Inspirational Thoughts,” [«Σκέψεις που εμπνέουν»], Liahona, Οκτ. 2003, 3).
Έχω προσωπικά αντιληφθεί τι σημαίνει αυτή η υπόσχεση. Επίσης, σας παρακαλώ να συστήσετε ακόμα και ένα άτομο στην Εκκλησία αυτό το χρόνο — και να μην αποθαρρύνεστε όταν υπάρχει κάποια άρνηση. Εάν βεβαιώνεστε ότι δεν χάνετε τις ευκαιρίες, θα πείτε μαζί με τη Γουέντυ Νάουπ: «Δεν είναι υπέροχος ο Κύριος!»