Κεφάλαιο 61 Ο Παύλος και ο Σίλας στην φυλακή Ένα κορίτσι είχε ένα πονηρό πνεύμα μέσα της. Στους ανθρώπους άρεσαν τα λόγια που το πονηρό πνεύμα έλεγε μέσω αυτής. Πλήρωναν τους άνδρες για τους οποίους δούλευε για να ακούσουν να μιλάει το πονηρό πνεύμα. Πράξεις 16:16 Όποτε ο Παύλος και ο Σίλας περνούσαν από εκεί, το κορίτσι τους ακολουθούσε. Καθώς το έκανε, το πονηρό πνεύμα μιλούσε. Μια ημέρα ο Παύλος πρόσταξε το πονηρό πνεύμα να αφήσει το κορίτσι. Το έκανε. Οι άνδρες για τους οποίους δούλευε ήταν θυμωμένοι. Δεν μπορούσαν να βγάλουν χρήματα πλέον. Πράξεις 16:17–19 Οι άνδρες πήγαν τον Παύλο και τον Σίλα στους ηγέτες της πόλης τους. Είπαν ότι ο Παύλος και ο Σίλας προκαλούσαν προβλήματα. Πράξεις 16:19–22 Οι ηγέτες μαστίγωσαν και έβαλαν στην φυλακή τον Παύλο και τον Σίλα. Πράξεις 16:22–24 Εκείνη την νύχτα ο Παύλος και ο Σίλας προσευχήθηκαν και ύμνησαν τον Επουράνιο Πατέρα. Όλοι στην φυλακή τους άκουσαν. Ξαφνικά το έδαφος άρχισε να τρέμει. Οι πόρτες της φυλακής άνοιξαν. Πράξεις 16:25–26 Ο δεσμοφύλακας ξύπνησε και είδε τις πόρτες ανοιχτές. Νόμιζε ότι οι φυλακισμένοι είχαν δραπετεύσει. Ο Παύλος είπε στον δεσμοφύλακα να μην ανησυχεί. Οι φυλακισμένοι ήταν όλοι ακόμα εκεί. Ο δεσμοφύλακας γονάτισε μπροστά στον Παύλο και τον Σίλα και ρώτησε πώς θα μπορούσε να σωθεί. Πράξεις 16:27–30 Ο Παύλος και ο Σίλας δίδαξαν στον δεσμοφύλακα και την οικογένειά του το ευαγγέλιο. Εκείνη τη νύχτα ο δεσμοφύλακας και η οικογένειά του βαφτίστηκαν. Πράξεις 16:31–33 Την επόμενη ημέρα οι ηγέτες της πόλης ελευθέρωσαν τον Παύλο και τον Σίλα. Ο Παύλος και ο Σίλας πήγαν σε άλλη πόλη να κάνουν περισσότερο ιεραποστολικό έργο. Πράξεις 16:35–40