Κεφαλαιο 14
Λόγια ελπίδας και παρηγοριάς κατά την ώρα του θανάτου
«Τι έχουμε για να μας παρηγορεί σε ό,τι αφορά στους νεκρούς; Έχουμε λόγους να διατηρούμε τη μεγαλύτερη ελπίδα και παρηγοριά για τους νεκρούς μας – κάθε λαός της γης».
Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ
Ηαπώλεια λόγω θανάτου αγαπημένων προσώπων, άγγιξε επανειλημμένα τη ζωή του Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ. Στις 15 Ιουνίου 1828, στο Άρμονυ της Πενσυλβάνια, ο πρώτος γιος του Τζόζεφ και της Έμμα, ο Άλβιν, πέθανε λίγο καιρό μετά τη γέννησή του. Όταν ο Τζόζεφ και η Έμμα μετακόμισαν από τη Νέα Υόρκη στο Κίρτλαντ του Οχάιο, τον Φεβρουάριο του 1831, η Έμμα ήταν ξανά έγκυος, με δίδυμα αυτή τη φορά. Λίγο μετά την άφιξη του Τζόζεφ και της Έμμα στο Κίρτλαντ, μετακόμισαν σε ένα ξύλινο σπιτάκι στο αγρόκτημα ενός μέλους της Εκκλησίας, του Άιζακ Μόρλεϋ. Εκεί, στις 30 Απριλίου, γεννήθηκαν ο μικρός Θαδδαίος και η μικρή Λουΐζα, ωστόσο δεν έζησαν πολύ και πέθαναν λίγες ώρες μετά τη γέννησή τους.
Συγχρόνως, στην κοντινή πόλη Ουώρρενσβιλ του Οχάιο, ο αδελφός Τζων Μούρντοκ είχε χάσει τη σύζυγο του, Τζούλια, η οποία είχε μόλις γεννήσει υγιέστατα δίδυμα. Με μία οικογένεια η οποία είχε ήδη πέντε παιδιά, ο αδελφός Μούρντοκ αδυνατούσε να φροντίσει τα νεοφερμένα μωρά και ζήτησε από τον Τζόζεφ και την Έμμα να τα υιοθετήσουν. Αυτό και έκαναν ο Τζόζεφ και η Έμμα. Πήραν με ευγνωμοσύνη στην οικογένειά τους τα δύο βρέφη, τον Τζόζεφ και την Τζούλια. Δυστυχώς, έντεκα μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 1832, ο μικρός Τζόζεφ πέθανε μετά από έκθεση στον κρύο νυκτερινό αέρα ενώ ήταν άρρωστος με ιλαρά, τότε που κάποιος όχλος είχε αλείψει με ζεστή πίσσα και κολλήσει πούπουλα στον Προφήτη. Με αυτόν το θάνατο, οι θλιμμένοι γονείς έθαψαν το τέταρτο από τα πρώτα πέντε παιδιά τους και η Τζούλια ήταν πια το μοναδικό παιδί τους που είχε επιζήσει.
Από τα έντεκα παιδιά του Τζόζεφ και της Έμμα –εννέα δικά τους και δύο υιοθετημένα– μόνο πέντε θα ζούσαν για να φθάσουν στην ενηλικίωση: η Τζούλια, γεννημένη το 1831· ο Τζόζεφ ΙΙΙ, γεννημένος το 1832· ο Φρέντερικ, γεννημένος το 1836· ο Αλεξάντερ, γεννημένος το 1838· και ο Ντέηβιντ, γεννημένος τον Νοέμβριο του 1844, πέντε μήνες μετά το θάνατο του πατέρα του. Ο 14μηνος γιος του Τζόζεφ και της Έμμα, ο Δον Κάρλος, πέθανε το 1841 και ένας άλλος γιος τους, γεννημένος το 1842, πέθανε την ημέρα που γεννήθηκε.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Τζόζεφ Σμιθ έχασε, επίσης, τρεις αδελφούς από πρόωρο θάνατο. Ο Εφραίμ πέθανε λίγο καιρό μετά τη γέννησή του, το 1810. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Τζόζεφ, ο Άλβιν, πέθανε το 1823 σε ηλικία 25 ετών και ο μικρότερος αδελφός του, Δον Κάρλος, πέθανε το 1841, επίσης 25 ετών.
Ο Προφήτης βίωσε άλλη μία μεγάλη απώλεια, όταν ο πατέρας του, στον οποίο βασιζόταν για συμβουλές και κουράγιο, πέθανε στη Ναβού του Ιλλινόις το 1840. Όταν ο πατέρας Σμιθ κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος του, κάλεσε την οικογένειά του στο προσκέφαλο του. Μίλησε στη σύζυγο του και είπε: «Όταν κοιτάζω τα παιδιά μου και συνειδητοποιώ ότι μολονότι ανατράφηκαν για να κάνουν το έργο του Κυρίου και ωστόσο πρέπει να περάσουν ταλαιπωρίες και βάσανα όσο ζουν επάνω στη γη, η καρδιά μου πονάει και φοβάμαι να σας αφήσω περιτριγυρισμένους τόσο πολύ από εχθρούς»1.
Μετά μίλησε στον καθέναν από τους γιους και τις κόρες του με τη σειρά, δίνοντάς τους την τελευταία ευλογία του. Όπως αναφέρθηκε από τη μητέρα του Προφήτη, είπε αυτά τα καθησυχαστικά λόγια στον Προφήτη Τζόζεφ:
«‘Τζόζεφ, γιε μου, έχεις κληθεί σε μία υψηλή και άγια κλήση. Έχεις κληθεί να κάνεις το έργο του Κυρίου. Κρατήσου πιστός και θα ευλογηθείς, εσύ και τα παιδιά σου μετά από εσένα. Θα ζήσεις για να τελειώσεις το έργο σου’.
»Στα λόγια αυτά ο Τζόζεφ φώναξε δυνατά, θρηνώντας: ‘Ω πατέρα μου, θα ζήσω;’ ‘Ναι’, είπε ο πατέρας του, ‘θα ζήσεις για να φέρεις εις πέρας το σχέδιο όλου του έργου το οποίο σου ανέθεσε ο Θεός. Αυτή είναι η τελευταία ευλογία μου τώρα που πεθαίνω, στο όνομα του Ιησού’»2.
Έλκοντας από αυτές τις δύσκολες εμπειρίες από τη ζωή του και την εμπνευσμένη κατανόησή του για την Εξιλέωση του Σωτήρα, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ μπόρεσε να δώσει την τόσο απαραίτητη παρηγοριά σε πολλούς πενθούντες Αγίους.
Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ
Όταν πεθαίνουν αγαπημένα μέλη της οικογένειας ή φίλοι, νιώθουμε μεγάλη παρηγοριά γνωρίζοντας ότι θα τους συναντήσουμε ξανά στην άλλη ζωή.
Ο Προφήτης μίλησε σε μία συνέλευση της Εκκλησίας, στη Ναβού, στις 7 Απριλίου 1844. Μίλησε για το φίλο του Κινγκ Φόλετ, ο οποίος είχε πρόσφατα πεθάνει: «Αγαπημένοι Άγιοι: Θα ήθελα την προσοχή αυτού του εκκλησιάσματος καθώς απευθύνομαι σε σας σχετικά με το θέμα των νεκρών. Η απώλεια του αγαπημένου αδελφού μας, Πρεσβύτερου Κινγκ Φόλετ, ο οποίος συνετρίβη σε ένα πηγάδι όταν έπεσε ένας μεγάλος βράχος, ήταν ο άμεσος λόγος που με έκανε να αναφερθώ σε αυτό το θέμα. Μου ζητήθηκε από τους φίλους και τους συγγενείς του να μιλήσω, όμως δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί σε αυτό το εκκλησίασμα, οι οποίοι ζουν σε τούτη την πόλη καθώς και αλλού, οι οποίοι έχουν χάσει φίλους, αισθάνομαι την επιθυμία να αναφερθώ γενικά στο θέμα και να σας προσφέρω τις ιδέες μου, ανάλογα με την ικανότητά μου και ανάλογα με την έμπνευση από το Άγιο Πνεύμα να θίξω αυτό το θέμα. Ζητώ τις προσευχές και την πίστη σας, για να έχω την καθοδήγηση του Παντοδύναμου Θεού και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ώστε να διατυπώσω πράγματα που είναι αληθινά, τα οποία μπορούν εύκολα να γίνουν κατανοητά από εσάς και ώστε η μαρτυρία να φέρει στο νου και την καρδιά σας τη βεβαιότητα για την αλήθεια όσων θα πω.
»…Γνωρίζω ότι η μαρτυρία μου είναι αληθινή. Γι’ αυτό, όταν μιλώ σε αυτούς τους πενθούντες – τι έχουν χάσει; Οι συγγενείς και οι φίλοι τους έχουν αποχωριστεί από το σώμα τους για ένα σύντομο διάστημα: το πνεύμα τους, το οποίο υπήρχε με τον Θεό, εγκατέλειψε το σκήνωμα από πηλό μόνο για μια μικρή στιγμή, συγκριτικά μιλώντας· και τώρα υπάρχουν σε ένα χώρο όπου συνδιαλέγονται όπως και εμείς στη γη.
»…Τι έχουμε για να μας παρηγορεί σε ό,τι αφορά στους νεκρούς; Έχουμε λόγους να διατηρούμε τη μεγαλύτερη ελπίδα και παρηγοριά για τους νεκρούς μας – κάθε λαός της γης. Διότι τους έχουμε δει να περπατούν άξια ανάμεσά μας και τους έχουμε δει να κοιμούνται στην αγκάλη του Ιησού…
»Εσείς που πενθείτε, έχετε λόγο να αγαλλιάζετε, μιλώντας για το θάνατο του Πρεσβύτερου Κινγκ Φόλετ. Διότι ο σύζυγος και πατέρας σας έχει φύγει για να περιμένει έως την ανάσταση των νεκρών – έως να τελειοποιηθεί. Γιατί κατά την ανάσταση ο φίλος σας θα εγερθεί σε τέλεια ευδαιμονία και θα πάει σε σελέστια δόξα…
»Είμαι εξουσιοδοτημένος να πω, με την εξουσία του Αγίου Πνεύματος, ότι δεν έχετε λόγο να φοβάστε· γιατί εκείνος πήγε στην κατοικία του δικαίου. Μην πενθείτε, μη θρηνείτε. Το γνωρίζω από τη μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο είναι εντός μου· και μπορείτε να περιμένετε τους φίλους σας να έρθουν να σας συναντήσουν στην αυγή του σελέστιου κόσμου…
»Έχω έναν πατέρα, αδελφούς, παιδιά και φίλους οι οποίοι έχουν πάει σε έναν κόσμο πνευμάτων. Είναι απόντες μόνο για μια στιγμή. Είναι πνεύματα και θα συναντηθούμε σύντομα ξανά. Γρήγορα θα έρθει ο καιρός όπου θα ηχήσει η σάλπιγγα. Όταν αναχωρήσουμε, θα χαιρετίσουμε τη μητέρα, τον πατέρα, τους φίλους και όλους όσους αγαπάμε, οι οποίοι εκοιμήθησαν εν Χριστώ. Δε θα υπάρχει ο φόβος του όχλου, των καταδιώξεων ή μοχθηρές δίκες και συλλήψεις· αλλά θα υπάρχει μια αιωνιότητα ευδαιμονίας»3.
Ο Πρεσβύτερος Λορέντζο Μπαρνς πέθανε ενώ υπηρετούσε ως ιεραπόστολος στην Αγγλία. Ο Προφήτης μίλησε για την εκδημία του, σε μία συγκέντρωση στον ημιτελή Ναό της Ναβού: «Θα σας πω τι θέλω. Εάν αύριο κληθώ να ξαπλώσω στον τάφο, την αυγή της ανάστασης θα δώσω τα χέρια με τον πατέρα μου και θα αναφωνήσω: ‘Πατέρα μου’ και εκείνος θα πει ‘γιε μου, γιε μου’, μόλις ανοίξει ο τάφος και προτού βγούμε από τα μνήματά μας.
»Και θα μπορούσαμε να συλλογιστούμε έτσι αυτά τα πράγματα; Ναι, εάν μάθουμε πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε. Όταν πλαγιάζουμε, συλλογιζόμαστε πώς θα σηκωθούμε το πρωί. Και είναι ευχάριστο στους φίλους να πλαγιάζουν τυλιγμένοι στην αγκάλη της αγάπης, να κοιμούνται και να ξυπνούν στην αγκάλη ο ένας του άλλου και να ανανεώνουν τη συνομιλία τους.
»Θα το βρίσκατε παράξενο αν σας εξιστορούσα τι έχω δει σε όραμα, σχετικά με το ενδιαφέρον αυτό ζήτημα; Εκείνοι οι οποίοι πέθαναν εν Χριστώ, μπορούν να αναμένουν ότι θα εισέλθουν σε όλη αυτή την καρποφορία χαράς –όταν βγουν από τον τάφο– την οποία διέθεταν ή περίμεναν όταν βρίσκονταν σε τούτη τη ζωή.
»Τόσο ξεκάθαρο ήταν το όραμα, ώστε πράγματι είδα ανθρώπους προτού εγερθούν από τον τάφο και ανέλθουν, σαν να σηκώνονταν αργά-αργά. Έπιασαν ο ένας τον άλλο από το χέρι και είπαν ο ένας στον άλλο: ‘Πατέρα μου, γιε μου, μητέρα μου, κόρη μου, αδελφέ μου, αδελφή μου’. Και όταν η φωνή καλέσει τους νεκρούς να εγερθούν, υποθέστε ότι κείτομαι πλάι στον πατέρα μου – ποια θα ήταν η πρώτη χαρά της καρδιάς μου; Να συναντήσω τον πατέρα μου, τη μητέρα μου, τον αδελφό μου, την αδελφή μου· και όταν βρεθούν δίπλα μου, να τους αγκαλιάσω κι αυτοί εμένα…
»Οδυνηρότερες είναι για μένα οι σκέψεις του απόλυτου αφανισμού παρά του θανάτου. Εάν δεν προσδοκώ να δω τον πατέρα, τη μητέρα, τους αδελφούς, τις αδελφές και τους φίλους μου ξανά, η καρδιά μου θα έσπαζε σε μια στιγμή και θα κατέβαινα στον τάφο μου. Η προσδοκία να δω τους φίλους μου την αυγή της ανάστασης, χαροποιεί την ψυχή μου και μπορώ να υπομείνω τα δεινά της ζωής. Είναι σαν να βρίσκονται σε μακρινό ταξίδι και στην επιστροφή τους θα συναντηθούμε ξανά με μεγαλύτερη χαρά…
»Προς τον Μαρσέλους Μπέιτς [ένα μέλος της Εκκλησίας, η γυναίκα του οποίου είχε πεθάνει] επιτρέψτε μου να δώσω παρηγοριά. Σύντομα θα έχεις τη συντροφιά της συντρόφου σου σε έναν κόσμο δόξας και το ίδιο διακηρύσσω για τους φίλους του αδελφού Μπαρνς και όλους τους Αγίους που πενθούν. Ήταν μια φωνή προειδοποίησης προς όλους εμάς, να είμαστε σοβαροί και επιμελείς και να αφήσουμε κατά μέρος τις θορυβώδεις φαιδρότητες, την κενοδοξία και την αφροσύνη και να είμαστε προετοιμασμένοι να πεθάνουμε αύριο»4.
Οι γονείς που χάνουν λόγω θανάτου τα παιδιά τους, θα τα λάβουν κατά την ανάσταση ακριβώς όπως τα εναπέθεσαν στον τάφο.
Στην κηδεία της δίχρονης Μάριαν Λάιον, ο Προφήτης είπε: «Ήχησε ξανά ανάμεσά μας η φωνή προειδοποίησης, η οποία δείχνει την αβεβαιότητα της ανθρώπινης ζωής. Και στις στιγμές του ελεύθερου χρόνου μου, συλλογίστηκα το ζήτημα αυτό και υπέβαλα την ερώτηση, γιατί να παίρνουν από εμάς τα βρέφη, τα αθώα παιδιά, ιδιαίτερα εκείνα που δείχνουν να είναι τα εξυπνότερα και πιο σπουδαία. Οι ισχυρότεροι λόγοι που εντυπώθηκαν στο νου μου είναι οι εξής: Αυτός ο κόσμος είναι ένας πολύ άνομος κόσμος και… γίνεται ολοένα πιο άνομος και διεφθαρμένος. …Ο Κύριος παίρνει πολλούς μακριά, ακόμα και στη βρεφική ηλικία, ώστε να διαφύγουν το φθόνο των ανθρώπων, τις θλίψεις και τις ανομίες τούτου του κόσμου. Είναι πολύ αγνά, πολύ αξιαγάπητα για να ζήσουν στη γη. Γι’ αυτό, εάν σωστά το θεώρησα, αντί να πενθούμε, έχουμε λόγους να χαιρόμαστε διότι ελευθερώθηκαν από το κακό και σύντομα θα τα έχουμε πάλι μαζί μας.
»…Η μόνη διαφορά ανάμεσα στο θάνατο ενός ηλικιωμένου και ενός νέου είναι ότι ο ένας ζει περισσότερο στους ουρανούς και στο αιώνιο φως και δόξα από τον άλλο και ελευθερώνεται λίγο πιο σύντομα από τούτο τον άθλιο, άνομο κόσμο. Παρ’ όλη αυτή τη δόξα, εμείς για μια στιγμή την χάνουμε από εμπρός μας και πενθούμε για την απώλεια, όμως δεν πενθούμε σαν αυτούς που δεν έχουν ελπίδα»5.
«Μπορεί να τεθεί η ερώτηση: ‘Οι μητέρες θα έχουν τα παιδιά τους στην αιωνιότητα;’ Ναι! Ναι! Μητέρες, θα έχετε τα παιδιά σας· διότι θα έχουν αιώνια ζωή, γιατί το χρέος τους είναι πληρωμένο»6.
«Τα παιδιά… θα εγερθούν ίδια όπως όταν πέθαναν. Μπορούμε εκεί να χαιρετίσουμε τα αγαπημένα μωρά μας με την ίδια δόξα – την ίδια χαρά στη σελέστια δόξα»7.
Ο Πρόεδρος Τζόζεφ φ. Σμιθ, έκτος Πρόεδρος της Εκκλησίας, ανέφερε: «Ο Τζόζεφ Σμιθ δίδαξε τη διδαχή ότι το βρέφος που πέθανε θα προαχθεί κατά την ανάσταση σε παιδί. Και δείχνοντας τη μητέρα ενός άψυχου παιδιού, της είπε: ‘Θα έχεις τη χαρά, την ευχαρίστηση και την ικανοποίηση να γαλουχήσεις αυτό το παιδί μετά την ανάστασή του, έως ότου φθάσει στο πλήρες πνευματικό ανάστημά του’…
»Το 1854 συνάντησα τη θεία μου [Άγκνες Σμιθ], τη σύζυγο του θείου μου, Δον Κάρλος Σμιθ, που ήταν η μητέρα εκείνου του μικρού κοριτσιού [της Σωφρονίας], για την οποία μιλούσε ο Τζόζεφ Σμιθ ο Προφήτης, όταν είπε στη μητέρα ότι θα είχε τη χαρά, την ευχαρίστηση και την ικανοποίηση να αναθρέψει εκείνο το παιδί μετά την ανάσταση, έως ότου έφθανε στο πλήρες πνευματικό ανάστημά του· και πως θα ήταν μια κατά πολύ μεγαλύτερη χαρά από ό,τι θα είχε πιθανόν στη θνητότητα, διότι θα ήταν ελεύθερη από τη θλίψη, το φόβο και τις ανεπάρκειες της θνητής ζωής και θα ήξερε περισσότερα από όσα μπορούσε να γνωρίζει σε αυτή τη ζωή. Συνάντησα εκείνη τη χήρα, τη μητέρα αυτού του παιδιού, μου μίλησε για την περίσταση εκείνη και μου έδωσε μαρτυρία ότι αυτά ήταν που είπε ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ όταν μίλησε στην κηδεία της μικρής κόρης της»8.
Η Μαίρη Ιζαμπέλα Χορν και η Λιονόρα Κάνον Τέιλορ, έχασαν η κάθε μία ένα μικρό παιδί. Η αδελφή Χορν θυμήθηκε ότι ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ είπε στις δύο αδελφές αυτά τα παρηγορητικά λόγια: «Μας είπε ότι θα είχαμε αυτά τα παιδιά κατά την αυγή της ανάστασης, όπως ακριβώς τα θέσαμε στον τάφο, αγνά και αθώα και ότι θα τα γαλουχούσαμε και θα φροντίζαμε για αυτά σαν μητέρες τους. Είπε ότι τα παιδιά θα εγεί-ροντο κατά την ανάσταση, όπως ακριβώς τα θάψαμε και ότι θα λάβαιναν όλη την απαραίτητη διάνοια για να καταλάβουν θρόνους, κυριαρχίες και δυνάμεις»9.
Καθώς πενθούμε όταν αγαπημένα μας πρόσωπα πεθαίνουν, μπορούμε να έχουμε την πεποίθηση ότι «ο Θεός όλης της γης θα πράξει σωστά».
Στην κηδεία του 24χρονου Εφραΐμ Μαρζ ο Προφήτης διακήρυζε: «Είναι μια στιγμή φοβερή, που προκαλεί δέος. Ποτέ δεν αισθάνθηκα περισσότερο δέος. Φέρνει στο νου μου το θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού μου, Άλβιν, που πέθανε στη Νέα Υόρκη και του μικρότερου αδελφού μου, Δον Κάρλος, που πέθανε στη Ναβού. Είναι σκληρό για μένα να ζω στη γη και να βλέπω αυτούς τους νέους άνδρες στους οποίους βασιστήκαμε σαν στήριγμα και παρηγοριά, να φεύγουν από κοντά μας μέσα στη νιότη τους. Ναι, ήταν δύσκολο να συμφιλιωθώ με αυτά τα πράγματα. Σκέφθηκα μερικές φορές ότι θα μπορούσα να το αποδεχτώ καλύτερα, αν είχα κληθεί να φύγω κι εγώ, αν ήταν το θέλημα του Θεού. Ωστόσο, ξέρω ότι θα πρέπει να παραμείνουμε σιωπηλοί και να γνωρίζουμε ότι εξαρτάται από τον Θεό και να συμφιλιωθούμε με το θέλημά Του. Όλα είναι σωστά. Σύντομος θα είναι ο χρόνος μέχρι να κληθούμε όλοι κατά τον ίδιο τρόπο: θα είναι το ίδιο για μένα, όπως και για σας»10.
Στις 6 Ιουνίου 1832, ο Τζόζεφ Σμιθ έγραφε στην Έμμα Σμιθ: «Με θλίψη έμαθα ότι ο Χάιρουμ έχασε το μικρό παιδί του. Νομίζω ότι μπορούμε έως ένα βαθμό να τον συμπονέσουμε, όμως θα πρέπει όλοι να συμφιλιωθούμε με τη μοίρα μας και να πούμε ας γίνει το θέλημα του Κυρίου»11.
Στις 20 Ιανουαρίου 1840, ο Τζόζεφ Σμιθ έγραφε στην Έμμα Σμιθ: «Έλαβα μία επιστολή από τον Χάιρουμ, η οποία χαροποίησε την καρδιά μου, γιατί έμαθα ότι στην οικογένειά μου όλοι είναι καλά και ζουν. Παρ’ όλα αυτά, η καρδιά μου πενθεί για εκείνους που έφυγαν από κοντά μας, όμως υπάρχει ελπίδα, διότι θα τους ξαναδώ και θα είμαι μαζί τους. Γι’ αυτό, μπορούμε να αποδεχθούμε καλύτερα τα όσα έχει κατά νου ο Θεός»12.
«Σχετικά με τους θανάτους στη Σιών, πενθούμε με εκείνους που πενθούν, όμως να θυμάστε ότι ο Θεός όλης της γης θα πράξει σωστά»13.
«Υπήρξαν πολλοί θάνατοι που μας αφήνουν μια γεύση πικρής μελαγχολίας, όμως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για αυτό. Όταν ο Θεός μιλά από τους ουρανούς για να φύγουμε από τη θνητότητα, θα πρέπει να υποταχθούμε στην εντολή Του»14.
Στην κηδεία του Τζέιμς Άνταμς, ο Προφήτης είπε: «Τον είδα για πρώτη φορά στο Σπρίνγκφιλντ [του Ιλλινόις], πηγαίνοντας από το Μισσούρι στην Ουάσινγκτον. Θέλησε να με βοηθήσει, εμένα, έναν άγνωστο, με πήρε στο σπίτι του, με ενεθάρρυνε και μου έδωσε κουράγιο και χρήματα. Υπήρξε ένας πολύ στενός φίλος. …Είχε αποκαλύψεις σχετικά με την εκδημία του και έφυγε για ένα σημαντικότερο έργο. Όταν οι άνθρωποι είναι προετοιμασμένοι, είναι σε καλύτερη κατάσταση για να φύγουν από τη θνητότητα. Ο αδελφός Άνταμς έφυγε για να ανοίξει έναν πιο αποτελεσματικό δρόμο για τους νεκρούς. Τα πνεύματα των δικαίων υπερυψώνονται σε ένα σπουδαιότερο και ενδοξότερο έργο· γι’ αυτό ευλογούνται με την αναχώρησή τους στον κόσμο των πνευμάτων»15.
Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία
Συλλογιστείτε αυτές τις ιδέες καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες vii–xiii.
-
Ποιες είναι οι σκέψεις ή τα συναισθήματά σας καθώς διαβάζετε τις αφηγήσεις στις σελίδες 187-89; Πώς μπορεί να επηρέασαν οι εμπειρίες αυτές τον τρόπο με τον οποίο δίδαξε ο Προφήτης Τζόζεφ για το θάνατο και την ανάσταση;
-
Το κεφάλαιο αυτό περιέχει μηνύματα τα οποία απηύθυνε ο Τζόζεφ Σμιθ σε ανθρώπους που πενθούσαν το θάνατο αγαπημένων προσώπων (σελίδες 189-95). Στα μηνύματα αυτά, ο Προφήτης προσέφερε «ελπίδα και παρηγοριά», διδάσκοντας διδαχές του ευαγγελίου και δείχνοντας στους ακροατές του πώς ίσχυαν οι διδαχές αυτές στη ζωή τους. Καθώς συλλογίζεστε αγαπημένα πρόσωπα που έχουν πεθάνει ή τα οποία μπορεί σύντομα να πεθάνουν, ποιες αλήθειες του ευαγγελίου σας δίνουν παρηγοριά; Γιατί είναι σημαντικές για σας αυτές οι αλήθειες;
-
Διαβάστε τη συμβουλή που έδωσε ο Τζόζεφ Σμιθ όταν μιλούσε για το θάνατο του πρεσβύτερου Μπαρνς, συμπεριλαμβανομένης της συμβουλής του για το «πώς να ζεις και πώς να πεθαίνεις» (σελίδες 190-91). Τι σημαίνει για σας αυτή η συμβουλή; Σκεφθείτε πώς θα μπορούσε να αλλάξει η ζωή σας όταν θυμάστε τη συμβουλή του.
-
Επανεξετάστε τα λόγια του Προφήτη προς τους γονείς των οποίων είχαν πεθάνει τα μικρά παιδιά τους (σελίδες 191-93). Πώς μπορούν οι διδαχές αυτές να δώσουν ελπίδα στους γονείς που πενθούν;
-
Μελετήστε τη συμβουλή του Τζόζεφ Σμιθ σχετικά με το να συμφιλιωνόμαστε με το θέλημα του Θεού, όταν πεθαίνουν αγαπημένα πρόσωπα (σελίδες 193-95). Πώς η απόφασή μας να αποδεχτούμε το θέλημα του Θεού θα επηρεάσει τα συναισθήματά μας; Τα λόγια και τις πράξεις μας; Με ποιους τρόπους θα μπορούσε η απόφασή μας να βοηθήσει τους άλλους;
Συσχετιζόμενες γραφές: Κατά Ιωάννην 20:1–29, Μωσία 16:7–8, Άλμα 40:11–12, Μορόνι 8:11–20, Δ&Δ 42:45–46