Κεφαλαιο 31
«Ο Θεός θα είναι μαζί σου παντοτινά»: Ο Προφήτης στη φυλακή Λίμπερτυ
«Στο όνομά Του, του Παντοδύναμου, είμαστε αποφασισμένοι να υπομείνουμε τις δοκιμασίες ως καλοί στρατιώτες, μέχρι τέλους».
Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ
Την 1η Δεκεμβρίου 1838, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ, ο αδελφός του, Χάυρουμ και άλλοι αδελφοί, μεταφέρθηκαν από το Ρίτσμοντ του Μισσούρι, όπου ήταν φυλακισμένοι σε ένα ξύλινο σπίτι, στη φυλακή του Λίμπερτυ στο Μισσούρι. Εκεί θα παρέμεναν περισσότερο από τέσσερις μήνες, περιμένοντας να δικαστούν με ψευδείς κατηγορίες, οι οποίες διαμορφώθηκαν από την καταδίωξη των Αγίων στο Μισσούρι. Κατά την εποχή αυτή, τα μέλη της Εκκλησίας εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους στο Μισσούρι από τους διώκτες τους και υπέφεραν αβάσταχτα βάσανα. Οι δοκιμασίες των Αγίων ήταν πηγή μεγάλης ανησυχίας για τον Προφήτη και τους συνεργάτες του κατά τη διάρκεια της μακράς φυλάκισής τους.
Η φυλακή Λίμπερτυ ήταν χωρισμένη σε ένα άνω δωμάτιο και ένα υπόγειο κελί, 4,27 επί 4,27 μέτρα, όπου κρατούντο οι φυλακισμένοι. Ο Προφήτης περιέγραψε την κατάστασή τους: «Μας φρουρούν πολύ αυστηρά, ημέρα και νύχτα, σε μια φυλακή με διπλούς τοίχους και πόρτες, αποστερημένους από την ελευθερία να πράττουμε κατά τη συνείδησή μας. Το φαγητό μας είναι ελάχιστο, πάντοτε το ίδιο και με κακή γεύση. Δεν έχουμε το προνόμιο να μαγειρεύουμε μόνοι μας. Μας έχουν εξαναγκάσει να κοιμόμαστε στο πάτωμα, επάνω σε άχυρα και χωρίς αρκετές κουβέρτες να μας κρατούν ζεστούς· και όταν ανάβουμε φωτιά, είμαστε υποχρεωμένοι να εισπνέουμε διαρκώς τον καπνό. Οι δικαστές μάς είχαν πει κατά καιρούς πως ήξεραν ότι ήμασταν αθώοι και θα έπρεπε να μας ελευθερώσουν, όμως δεν τολμούσαν να εφαρμόσουν το νόμο επάνω μας, για το φόβο του όχλου»1.
Το δωμάτιο δεν ήταν αρκετά ψηλοτάβανο ώστε να μπορούν οι άνδρες να σταθούν όρθιοι και ο Αλεξάντερ ΜακΡέι, ένας από τους φυλακισμένους, είπε ότι το φαγητό «είχε πολύ άσχημη γεύση και ήταν τόσο βρόμικο, ώστε να μην μπορούμε να το φάμε, μέχρις ότου μας ανάγκασε η πείνα»2.
Ο Μέρσυ Φίλντινγκ Τόμπσον, ένα μέλος της Εκκλησίας, ο οποίος επισκέφθηκε τους αδελφούς στη φυλακή, έγραψε αργότερα: «Θα ήταν πέρα από τις δυνάμεις μου να περιγράψω τα συναισθήματά μου, όταν μας επετράπη η είσοδος στη φυλακή από το φρουρό και η πόρτα κλείδωσε πίσω μας. Δεν μπορούσαμε παρά να αισθανόμαστε μια φρίκη, συνειδητοποιώντας ότι ήμασταν κλειδωμένοι σε εκείνη τη σκοτεινή και ζοφερή τρώγλη που ταίριαζε μόνο σε εγκληματίες της χειρότερης υποστάθμης. Όμως εκεί είδαμε τον Τζόζεφ τον Προφήτη –τον επιλεγμένο από τον Θεό άνδρα κατά τη θεϊκή νομή της πληρότητας των καιρών, να κρατά τα κλειδιά της βασιλείας Του επάνω στη γη, με δύναμη να δένει και να λύνει κατά την οδηγία του Θεού– έγκλειστο σε μία αποκρουστική φυλακή για το μοναδικό λόγο ή αιτία ότι ισχυριζόταν πως είχε εμπνευσθεί από τον Θεό να ιδρύσει την εκκλησία Του ανάμεσα στους ανθρώπους»3.
Κατά τη φυλάκιση του Προφήτη, η σύζυγος του, Έμμα, μπόρεσε να τον επισκεφθεί μόνο τρεις φορές. Η μόνη άλλη επικοινωνία τους ήταν δι’ αλληλογραφίας. Στις 4 Απριλίου 1839, ο Προφήτης έγραψε: «Αγαπητή και φιλόστοργη σύζυγέ μου. Είναι βράδυ Πέμπτης και καθώς ο ήλιος δύει, καθώς κρυφοκοιτάζουμε από τα κάγκελα αυτής της μοναχικής φυλακής, κάθομαι να σου γράψω, ώστε να σου κάνω γνωστή την κατάστασή μου. Είναι, πιστεύω, πέντε περίπου μήνες τώρα και έξι ημέρες που βρίσκομαι κάτω από το μοχθηρό βλέμμα του φρουρού, ημέρα και νύχτα, και κλεισμένος πίσω από τους τοίχους, τα κάγκελα και τις σιδερένιες πόρτες που τρίζουν, μιας μοναχικής, σκοτεινής, βρόμικης φυλακής. Με συναισθήματα που μόνο στον Θεό είναι γνωστά, γράφω αυτό το γράμμα. Οι στοχασμοί του νου κάτω από αυτές τις περιστάσεις, αψηφούν την πένα ή τη γλώσσα ή τους αγγέλους, προκειμένου να περιγράψουν ή να εκφράσουν στον άνθρωπο εκείνον που ποτέ δεν βίωσε αυτά που βιώνουμε εμείς. …Στηριζόμαστε στο βραχίονα του Ιεχωβά και σε κανέναν άλλο για τη διάσωσή μας»4.
Από τη φυλακή Λίμπερτυ, ο Προφήτης έγραψε επίσης επιστολές προς τους Αγίους, εκφράζοντας την αγάπη του γι’ αυτούς και την πίστη του ότι ο Θεός θα στηρίζει πάντοτε εκείνους που Τον εμπιστεύονται. Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που ακολουθεί, προέρχεται από μία επιστολή προς τα μέλη της Εκκλησίας, με ημερομηνία 20 Μαρτίου 1839 και περιλαμβάνει τη συμβουλή του Προφήτη προς τους Αγίους, τις ικεσίες του στον Θεό και τις απαντήσεις του Θεού στις προσευχές του. Μέρη αυτής της επιστολής είναι τώρα τα τμήματα 121, 122 και 123 από το Διδαχή και Διαθήκες.
Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ
Καμία δοκιμασία δεν μπορεί να μας αποστερήσει από την αγάπη του Θεου και τη συντροφιά του ενός με τον άλλο.
«Ο ταπεινός υπηρέτης σας, Τζόζεφ Σμιθ, ο νεότερος, φυλακισμένος για χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού, και για τους Αγίους, συλληφθείς και κρατούμενος από τη δύναμη της οχλοκρατίας, υπό την εξοντωτική διακυβέρνηση της εξοχότητάς του, του κυβερνήτη Λίλμπουρν Μπογκς, μαζί με τους φυλακισμένους συναδέλφους του και αγαπητούς αδελφούς, Κάλεμπ Μπόλντγουιν, Λάυμαν Ουάιτ, Χάυρουμ Σμιθ και Αλεξάντερ ΜακΡέι, στέλνουν χαιρετισμό σε όλους σας5. Είθε η χάρη του Θεού Πατέρα και του Κυρίου μας και Σωτήρα, Ιησού Χριστού, να είναι επάνω σε όλους σας και να παραμένουν παντοτινά. Είθε η γνώση να πολλαπλασιάζεται σε εσάς, από την ευσπλαχνία του Θεού. Και είθε η πίστη και η αρετή, η γνώση και η μετριοπάθεια, η υπομονή και η ευσέβεια, και η αδελφική καλοσύνη και χριστιανική αγάπη να είναι σε εσάς και να αφθονούν, ώστε να μην αποστερηθείτε από κανένα πράγμα και να μην είστε άκαρποι [βλέπε Πέτρου Β′ 1:5–8].
»Διότι από όσο ξέρουμε, οι περισσότεροι από εσάς έχετε γνωρίσει καλά κάθε κακό και υπερβολική αδικία και βαναυσότητα που έχει εξασκηθεί επάνω μας· δεδομένου ότι φυλακιστήκαμε, κατηγορούμενοι ψευδώς για κάθε είδους φαυλότητα και ριχτήκαμε στη φυλακή, περιτριγυρισμένοι από γερούς τοίχους και ισχυρή φρουρά, η οποία μας επιτηρεί αδιάκοπα ημέρα και νύχτα, τόσο ακούραστα, όσο ο διάβολος όταν βάζει σε πειρασμό και στήνει παγίδες για τους ανθρώπους του Θεού:
»Για το λόγο αυτό, πολυαγαπημένοι αδελφοί, είμαστε όλο και περισσότερο έτοιμοι και πρόθυμοι να διεκδικήσουμε τη συντροφικότητα και την αγάπη σας. Διότι οι περιστάσεις μας έχουν σκοπό να αφυπνίσουν το πνεύμα μας προς μία ιερή ανάμνηση των πάντων και πιστεύουμε ότι αυτό συμβαίνει και με το δικό σας πνεύμα, και επομένως τίποτα δε θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού και τη συντροφιά του ενός από τον άλλο [βλέπε Προς Ρωμαίους 8:39]· και πως κάθε είδους ανομία και βαναυσότητα που ασκούνται σε εμάς, θα κατορθώσουν μόνο να δέσουν τις καρδιές μας μαζί και να τις σφραγίσουν μαζί με αγάπη.
»Περιττό να σας πούμε ότι είμαστε στα δεσμά αναίτια και είναι περιττό να μας πείτε εσείς: Εκδιωχθήκαμε από τα σπίτια μας και μας έπληξαν αναίτια. Καταλαβαίνουμε κι εσείς κι εμείς πως αν οι κάτοικοι της πολιτείας του Μισσούρι είχαν αφήσει ήσυχους τους Αγίους και επιθυμούσαν την ειρήνη όσο κι εκείνοι, δεν θα υπήρχε τίποτε άλλο από ειρήνη και ησυχία στην πολιτεία, μέχρι αυτή την ημέρα. Δε θα ήμασταν σε αυτή την κόλαση… όπου εξαναγκαζόμαστε να ακούμε μόνον βλασφημίες και να παριστάμεθα μάρτυρες σκηνών βλασφημίας, μέθης και υποκρισίας, και διαφθοράς κάθε είδους. Κι επίσης, οι κραυγές των ορφανών και της χήρας, δε θα ανέβαιναν προς τον Θεό εναντίον τους. Ούτε αίμα αθώων θα κηλίδωνε το χώμα του Μισσούρι. …Είναι μια ιστορία θρήνου· μια ιστορία αξιοθρήνητη· ναι, μια θλιβερή ιστορία. Πάρα πολλά να ειπωθούν πάρα πολλά να συλλογιστούμε· πάρα πολλά για τους ανθρώπους…
»[Οι διώκτες μας] ασκούν αυτά εναντίον των Αγίων, οι οποίοι δεν τους έχουν βλάψει, οι οποίοι είναι αθώοι και ενάρετοι· οι οποίοι αγαπούσαν τον Κύριο τον Θεό τους και ήσαν πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τα πάντα για χάρη του Χριστού. Τα πράγματα αυτά είναι φοβερά να τα διηγείται κανείς, όμως είναι πραγματικά η αλήθεια. Είναι ανάγκη να έρθουν οι προσβολές, όμως αλίμονο σε αυτούς διαμέσου των οποίων έρχονται [βλέπε Κατά Ματθαίον 18:7]»6.
Η αντιξοότητα διαρκεί μόνο μία μικρή στιγμή. Εάν ανθέξουμε, θα υπερυψωθούμε στην παρουσία του Θεού.
«Ω Θεέ, πού είσαι; Και πού είναι η σκέπη που καλύπτει τον κρυψώνα σου; Πόσο ακόμα θα συγκρατείται το χέρι σου, και το μάτι σου, μάλιστα το αγνό σου μάτι, θα βλέπει από τους αιώνιους ουρανούς τις αδικίες του λαού σου και των δούλων σου, και το αυτί σου θα διαπερνάται από τις κραυγές τους;
»Μάλιστα, ω Κύριε, πόσο ακόμα θα υποφέρουν αυτές τις αδικίες και τις παράνομες καταπιέσεις, προτού να μαλακώσει η καρδιά σου προς αυτούς, και να γεμίσουν τα σπλάχνα σου με συμπόνια προς αυτούς;
»Ω Κύριε και Θεέ Παντοδύναμε, πλάστη του ουρανού, της γης και των θαλασσών, και όλων όσων υπάρχουν μέσα τους, εσύ που ελέγχεις και υποτάσσεις το διάβολο, και το σκοτεινό και βυθισμένο στη νύχτα κράτος του Άδη – άπλωσε το χέρι σου. Το μάτι σου ας διαπεράσει, η σκέπη σου ας αφαιρεθεί, ο κρυψώνας σου ας μην καλύπτεται πια, το αυτί σου ας κλίνει, η καρδιά σου ας μαλακώσει, και τα σπλάχνα σου ας γεμίσουν με συμπόνια για εμάς. Ο θυμός σου ας εξαφτεί εναντίον των εχθρών σου, και στη μανία της οργής σου, με το σπαθί σου πάρε εκδίκηση για το άδικό μας. Θυμήσου τους δεινοπαθούντες αγίους σου, ω Θεέ μας, και οι δούλοι σου θα αγαλλιάζουν στο όνομά σου για πάντα…
»…Γιε μου, ειρήνη ας είναι στην ψυχή σου. Η δυστυχία σου και τα βάσανά σου δεν θα είναι παρά για μία μικρή στιγμή. Και ύστερα, αν το υπομείνεις σωστά, ο Θεός θα σε υπερυψώσει στα ύψη. Θα θριαμβεύσεις υπεράνω όλων των εχθρών σου»7. [Οι παράγραφοι αυτού του τμήματος βρίσκονται, επίσης, στο Δ&Δ 121:1–8.]
Η δύναμη του Θεού είναι μεγαλύτερη από κάθε κακό και οι αλήθειες του ευαγγελίου θα θριαμβεύσουν τελικά.
«Ζητώ την άδεια να σας πω, αδελφοί, ότι η άγνοια, η προκατάληψη και ο φανατισμός, όταν επισυμβαίνουν εκεί όπου δε θα έπρεπε, συχνά είναι εμπόδια στην πρόοδο αυτής της Εκκλησίας, όπως η κατακλυσμιαία βροχή από τα βουνά, που πλημμυρίζει το πιο καθαρό και κρυστάλλινο ρυάκι με βόρβορο και ακαθαρσίες και με ρυπαρότητα, και σκοτεινιάζει καθετί που ήταν καθαρό πρωτύτερα και όλα μαζί ορμούν σε μια ολόκληρη πλημμύρα· αλλά ο καιρός αλλάζει την παλίρροια· και μολονότι κυλούμε μέσα στο βόρβορο της πλημμύρας προς το παρόν, ίσως το επόμενο ογκώδες κύμα, καθώς κυλά ο χρόνος, να μας φέρει την πηγή καθαρή σαν κρύσταλλο και αγνή σαν χιόνι· ενώ η ρυπαρότητα, τα παρασυρμένα από τα νερά ξύλα και τα σκουπίδια μένουν πίσω και εξαγνίζονται στη διαδρομή.
»Ως πότε μπορούν τα κινούμενα νερά να παραμένουν ακάθαρτα; Ποια δύναμη μπορεί να εμποδίσει τους ουρανούς; Όσο θα μπορούσε ο άνθρωπος να απλώσει το αδύναμο του χέρι για να σταματήσει τον ποταμό Μισσούρι από τη θεσπισμένη του ροή ή να τη στρέψει προς τα επάνω, άλλο τόσο θα μπορούσε να εμποδίσει τον Παντοδύναμο από το να ξεχύνει τη γνώση από τους ουρανούς επάνω στα κεφάλια των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. [Η παράγραφος αυτή βρίσκεται, επίσης, στο Δ&Δ 121:33.]
»Τι άλλο είναι [ο κυβερνήτης Λίλμπουρν] Μπογκς ή η δολοφονική του ομάδα, παρά ιτιές που φυτρώνουν στην ακτή, που απλώνουν τις ρίζες τους για να πιάσουν τα παρασυρμένα από τα νερά ξύλα; Θα ήταν ανόητο να συζητούμε ότι το νερό δεν είναι νερό, επειδή οι βουνίσιοι χείμαρροι στέλνουν κάτω βόρβορο και αναταράζουν το πεντακάθαρο ρυάκι, μολονότι μετά το κάνουν καθαρότερο από πριν ή ότι η φωτιά δεν είναι φωτιά, επειδή μπορεί να σβηστεί από μια ποσότητα νερού. Σαν να λέμε ότι ο σκοπός μας απέτυχε, επειδή αρνησίθρησκοι, ψεύτες, ιερείς, κλέφτες και δολοφόνοι, που όλοι είναι όμοια επίμονοι στις πανουργίες και στα δόγματά τους, έχουν εκχυθεί κάτω, από την πνευματική ανομία τους σε υψηλούς τόπους και από τα οχυρά τους του διαβόλου, μια πλημμύρα βρομιάς και βόρβορου και ρυπαρότητας… επάνω στα κεφάλια μας.
»Όχι! Θεός φυλάξοι. Η κόλαση μπορεί να εκχύσει τη μανία της σαν καυτή λάβα από το Βεζούβιο ή την Αίτνα ή από τα φρικτότερα καιόμενα βουνά· και όμως, ο ‘Μορμονισμός’ θα παραμείνει. Το νερό, η φωτιά, η αλήθεια και ο Θεός είναι όλα πραγματικότητες. Η αλήθεια είναι ‘Μορμονισμός’. Ο Θεός είναι ο δημιουργός αυτού. Εκείνος είναι η ασπίδα μας. Από Εκείνον λάβαμε τη γέννησή μας. Με τη φωνή Του ήταν που κληθήκαμε σε μία θεϊκή νομή του Ευαγγελίου Του, κατά την αρχή της πληρότητας των καιρών. Από Εκείνον ήταν που λάβαμε το Βιβλίο του Μόρμον· και από Εκείνον είναι που παραμένουμε μέχρι αυτή την ημέρα· και από Εκείνον θα παραμείνουμε, εάν είναι για τη δόξα μας· και στο Μεγαλοδύναμο όνομά Του είμαστε αποφασισμένοι να υπομείνουμε δοκιμασίες, σαν καλοί στρατιώτες μέχρι τέλους.
»…Θα μάθετε όταν διαβάσετε αυτό, και αν δεν το μάθετε, πιθανόν να το μάθετε, ότι οι τοίχοι και τα δεσμά, οι πόρτες και οι μεντεσέδες που τρίζουν, και οι φοβισμένοι φρουροί και δεσμοφύλακες… είναι από τη φύση τους υπολογισμένοι ώστε να κάνουν την ψυχή ενός έντιμου ανθρώπου να αισθάνεται δυνατότερη από τις δυνάμεις της κόλασης.
»…Είμαστε οι αδελφοί σας και αυτοί που υποφέρουν μαζί σας, και φυλακισμένοι του Ιησού Χριστού για χάρη του Ευαγγελίου και για την ελπίδα της δόξας, η οποία είναι σε εμάς»8.
Ο Σωτήρας καταλαβαίνει όλα τα βάσανά μας και θα είναι μαζί μας για πάντα.
Ο Κύριος παρηγόρησε τον Προφήτη με τα έξης Λόγια: «Τα πέρατα της γης θα ζητούν να μάθουν για το όνομά σου, και ανόητοι άνθρωποι θα σε περιγελούν, και η κόλαση θα μαίνεται εναντίον σου. Ενώ οι καθαροί στην καρδιά, και οι συνετοί και οι ευγενείς και οι ενάρετοι, θα ζητούν συμβουλή και εξουσία και ευλογίες διαρκώς από τα χέρια σου. Και ο λαός σου δεν θα στραφεί ποτέ εναντίον σου από τις μαρτυρίες των προδοτών. Και παρόλο ότι η επιρροή τους θα σε ρίξει σε βάσανα και σε φυλακές και κρατητήρια, θα σου έχουν μεγάλο σεβασμό. Και μόνο για μια μικρή στιγμή, και η φωνή σου θα είναι ανάμεσα στους εχθρούς σου πιο φοβερή από το αγριεμένο λιοντάρι, εξαιτίας της χρηστότητάς σου, και ο Θεός σου θα στέκεται δίπλα σου στον αιώνα του αιώνα.
»Αν έχεις κληθεί να περάσεις βάσανα, αν βρίσκεσαι σε κινδύνους ανάμεσα σε ληστές, αν βρίσκεσαι σε κινδύνους στην ξηρά ή στη θάλασσα. Αν σε κατηγορούν με κάθε είδους ψευδείς κατηγορίες, αν οι εχθροί σου θα πέσουν επάνω σου, αν θα σε αποσπάσουν από τη συντροφιά του πατέρα σου και της μητέρας και των αδελφών σου, και αν με τραβηγμένο ξίφος οι εχθροί σου θα σε αποσπάσουν από την αγκαλιά της γυναίκας σου και των παιδιών σου, και ο μεγαλύτερος γιος σου, παρόλο που είναι μόλις έξι χρονών, πιαστεί από τα ρούχα σου, και πει, πατέρα μου, πατέρα μου, γιατί δεν μπορείς να μείνεις μαζί μας; Αχ, πατέρα μου, τι θα σε κάνουν οι άνθρωποι; Κι αν τότε τον τραβήξουν από σένα με το σπαθί, και σε σύρουν στη φυλακή, και οι εχθροί σου παραμονεύουν τριγύρω σου όπως οι λύκοι για το αίμα του αρνιού. Και αν θα σε ρίξουν στο λάκκο ή στα χέρια δολοφόνων, και σε καταδικάσουν σε θάνατο, αν θα σε ρίξουν στο βυθό, αν τα άγρια κύματα συνωμοτούν εναντίον σου, αν οι ορμητικοί άνεμοι γίνουν εχθροί σου, αν οι ουρανοί σκοτεινιάσουν, και όλα τα στοιχεία της φύσης συνεργαστούν για να σου φράξουν το δρόμο, και πάνω απ’ όλα, αν οι ίδιες οι σιαγόνες της κόλασης ανοίξουν διάπλατα το στόμα για σένα, να ξέρεις, γιε μου, ότι όλα αυτά θα σου δώσουν πείρα, και θα είναι για το καλό σου.
»Ο Υιός του Ανθρώπου τα υπέστη όλα αυτά. Είσαι εσύ ανώτερος απ’ αυτόν;
»Επομένως, μείνε σταθερός, και η ιεροσύνη θα παραμείνει μαζί σου. Γιατί τα όριά τους έχουν οριστεί, δεν μπορούν να περάσουν. Οι ημέρες σου είναι γνωστές, και τα χρόνια σου δεν θα λιγοστέψουν. Επομένως, μη φοβάσαι για το τι μπορεί ο άνθρωπος να κάνει, γιατί ο Θεός θα είναι μαζί σου στον αιώνα του αιώνα»9. [Οι παράγραφοι αυτού του τμήματος βρίσκονται, επίσης, στο Δ&Δ 122:1–9.]
Η σιγαλή σαν αύρα φωνή ψιθυρίζει λόγια παρηγοριάς στην ψυχή μας, μέσα στη θλίψη και την απελπισία.
Λίγο αφότου αφέθηκε να δραπετεύσει ο Προφήτης από τους δεσμοφύλακές του στο Μισσούρι, θυμήθηκε τα συναισθηματά του κατά τη διάρκεια της φυλάκισης του: «Κατά την εποχή που βρισκόμουν στα χέρια των εχθρών μου, πρέπει να πω ότι μολονότι αισθανόμουν μεγάλη αγωνία αναφορικά με την οικογένεια και τους φίλους μου, στους οποίους είχαν συμπεριφερθεί τόσο απάνθρωπα και είχαν κακοποιήσει… ωστόσο, σχετικά με εμένα, ένιωθα απόλυτα ήρεμος και είχα παραδοθεί στο θέλημα του Επουράνιου Πατέρα μου. Γνώριζα για την αθωότητά μου, όπως και για αυτή των Αγίων, και ότι δεν είχαμε κάνει τίποτα ώστε να αξίζουμε τέτοια συμπεριφορά από τα χέρια των καταπιεστών μας. Επομένως, μπορούσα να κοιτάζω προς εκείνον τον Θεό, ο οποίος έχει τη ζωή όλων των ανθρώπων στα χέρια Του και ο οποίος πολλές φορές με είχε σώσει από τις πύλες του θανάτου, προς απελευθέρωση· και παρόλο που κάθε οδός διαφυγής φαινόταν εντελώς κλειστή και ο θάνατος με ατένιζε κατά πρόσωπο, και ο αφανισμός μου ήταν αποφασισμένος, όσο μπορούσε να ξέρει ο άνθρωπος, ωστόσο, από την πρώτη είσοδο μου στο στρατόπεδο, αισθάνθηκα μια βεβαιότητα ότι εγώ, μαζί με τους αδελφούς μου και τις οικογένειές μας, θα ελευθερωνόμασταν.
»Ναι, εκείνη η σιγαλή σαν αύρα φωνή, η οποία τόσο συχνά ψιθύριζε λόγια παρηγοριάς στην ψυχή μου, μέσα στη θλίψη και την απελπισία μου, μου προσέφερε χαρά και μου υποσχόταν απελευθέρωση, πράγμα που μου έδινε μεγάλη ανακούφιση. Και παρόλο που οι απολίτιστοι μαίνονταν και ο λαός φαντάστηκε μάταια, ωστόσο ο Κύριος των Δυνάμεων, ο Θεός του Ιακώβ ήταν το καταφύγιο μου. Και όταν κραύγασα προς Εκείνον κατά την ημέρα της δοκιμασίας, Εκείνος με απελευθέρωσε [βλέπε Ψαλμοί 46:7; 50:15]· πράγμα για το οποίο ζητώ από την ψυχή μου και από όλο τον εαυτό μου, να ευλογώ και να δοξάζω το άγιο όνομά Του. Γιατί αν και ‘σε όλα θλιβόμ[ουν], όμως χωρίς να στενοχωρούμ[αι]· αν και βρισκόμ[ουν] σε αδιέξοδο, όμως χωρίς να απελπ[ίζομαι]· αν και διωκ[όμουν], όμως χωρίς να είμ[αι] εγκαταλελειμμέν[ος]· αν και καταβαλλόμ[ουν], όμως χωρίς να [χάνομαι]’. [Βλέπε Προς Κορινθίους Β′ 4:8–9.]»10
Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία
Συλλογιστείτε τις ιδέες αυτές καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες vii–xiii.
-
Επανεξετάστε την περιγραφή της φυλακής στο Λίμπερτυ του Μισσούρι (σελίδες 389–92). Καθώς μελετάτε και συζητάτε αυτό το κεφάλαιο, σκεφθείτε τις συνθήκες ζωής του Προφήτη, όταν έγραφε τα λόγια που αναφέρθηκαν στο κεφάλαιο αυτό. Επανεξετάστε την πέμπτη παράγραφο στη σελίδα 394. Πώς αποτελεί παράδειγμα αυτής της αλήθειας η αφήγηση του Προφήτη στη φυλακή Λίμπερτυ;
-
Μελετήστε την τέταρτη παράγραφο στη σελίδα 392. Πώς μερικές φορές οι δύσκολες περιστάσεις «αφυπνίζουν το πνεύμα μας προς μία ιερή ενθύμηση»; Με ποιους τρόπους οι δοκιμασίες και η καταδίωξη «δένουν τις καρδιές μας» με τα μέλη της οικογένειας και φίλους; Τι εμπειρίες είχατε που σχετίζονται με αυτές τις αλήθειες;
-
Ο Τζόζεφ Σμιθ διακήρυξε ότι τίποτα δεν θα μπορούσε να απομακρύνει τον ίδιο και τους αδελφούς του από την αγάπη του Θεού (σελίδα 392). Ποιες είναι οι σκέψεις ή τα συναισθήματά σας, καθώς συλλογίζεστε αυτή τη δήλωση; Με ποιους τρόπους μπορούμε να απομακρυνθούμε από την αγάπη του Θεού; Ποια είναι μερικά από τα πράγματα που θα πρέπει να κάνουμε για να παραμένουμε στην αγάπη του Θεού;
-
Διαβάστε την τρίτη παράγραφο στη σελίδα 394. Τι μπορούμε να κάνουμε για να λάβουμε την ειρήνη που μας προσφέρει ο Κύριος; Τι αποκομίζετε από τη διαβεβαίωση του Κυρίου ότι οι αντιξοότητες και τα βάσανα του Τζόζεφ Σμιθ δεν θα είναι «παρά μόνο για μια μικρή στιγμή»;
-
Ξαναδιαβάστε τις διαβεβαιώσεις του Τζόζεφ Σμιθ προς τους Αγίους, ότι οι εχθροί της Εκκλησίας δεν θα μπορούσαν να κάνουν τίποτα ώστε να εμποδίσουν τη δύναμη του Θεού (σελίδες 394–96). Γιατί μερικές φορές ξεχνάμε αυτή την αλήθεια; Τι μπορούμε να κάνουμε για να τη θυμόμαστε;
-
Μελετήστε τα λόγια του Κυρίου στον Προφήτη, στις σελίδες 396–97. Πώς θα μπορούσε να αλλάξει η ζωή μας, όταν θυμόμαστε ότι οι δοκιμασίες μπορούν να μας δώσουν εμπειρία και να είναι για το καλό μας; Τι σημαίνει για εσάς να γνωρίζετε ότι ο Σωτήρας κατέβηκε κάτω από τα πάντα; Τι νομίζετε ότι σημαίνει «μείνε σταθερός»;
-
Διαβάστε την τελευταία παράγραφο του κεφαλαίου (σελίδες 397–98). Σκεφθείτε πότε σας παρηγόρησε το Άγιο Πνεύμα σε εποχή δυσκολίας. Είχατε τέτοιες εμπειρίες για τις οποίες θα ήταν καλό να μιλήσετε στους άλλους;
Συσχετιζόμενες γραφές: Προς Φιλιππησίους 3:8–9, Μωσία 23:21–24, Άλμα 7:11, 36:3