Κεφαλαιο 28
Ιεραποστολική υπηρέτηση: Μια άγια κλήση, ένα ένδοξο έργο
«Ύστερα από όλα όσα έχουν ειπωθεί, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο καθήκον είναι να κηρύττουμε το Ευαγγέλιο».
Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ
Κατά τη διάρκεια των λίγων τελευταίων ετών που ζούσαν οι Άγιοι στο Κίρτλαντ, πολλά μέλη, ακόμα και ορισμένοι ηγέτες της Εκκλησίας, αποστάτησαν. Η Εκκλησία έδειχνε να περνά μία περίοδο κρίσης. «Στην παρούσα κατάσταση», έγραφε ο Προφήτης, «ο Θεός μού αποκάλυψε ότι έπρεπε να γίνει κάτι νέο για τη σωτηρία της Εκκλησίας Του»1. Αυτό «το κάτι νέο» ήταν μία αποκάλυψη να στείλει ιεραπόστολους στην Αγγλία για να κηρύξουν το ευαγγέλιο.
Ο Χήμπερ Κίμπαλ, ένα μέλος της Απαρτίας των Δώδεκα, θυμόταν: «Την πρώτη περίπου ημέρα του Ιουνίου 1837, ο Προφήτης ήρθε σε εμένα, ενώ ήμουν καθισμένος… στο Ναό, στο Κίρτλαντ και μου ψιθύρισε: ‘Αδελφέ Χήμπερ, το Πνεύμα του Κυρίου μου ψιθύρισε, ας πάει ο δούλος μου Χήμπερ στην Αγγλία και ας κηρύξει το ευαγγέλιο μου και ας ανοίξει τη θύρα σωτηρίας σε εκείνο το έθνος’»2. Ο Πρεσβύτερος Κίμπαλ ήταν σφοδρά ανήσυχος στη σκέψη μιας τέτοιας αποστολής: «Αισθάνθηκα σαν ο πιο αδύναμος από τους υπηρέτες του Θεού. Ρώτησα τον Τζόζεφ τι θα έπρεπε να πω όταν θα έφθανα εκεί. Μου είπε να πάω στον Κύριο και Εκείνος θα με καθοδηγούσε και θα μιλούσε μέσω εμού, με το ίδιο πνεύμα με το οποίο [κατηύθυνε] εκείνον»3.
Ο Προφήτης έδωσε, επίσης, κλήσεις προς τους Όρσον Χάυντ, Ουίλαρντ Ρίτσαρντς και Τζόζεφ Φίλντινγκ στο Κίρτλαντ και στους Ισαάκ Ράσελ, Τζων Σνάιντερ και Τζων Γκούντσον στο Τορόντο του Καναδά. Οι αδελφοί αυτοί θα συνόδευαν τον Πρεσβύτερο Κίμπαλ στην ιεραποστολή του στην Αγγλία. Αφού συγκεντρώθηκαν στην πόλη της Νέας Υόρκης, απέπλευσαν με το πλοίο Garrick για τη Μεγάλη Βρετανία, την 1η Ιουλίου 1837. Αυτή η πρώτη ιεραποστολή εκτός Βορείου Αμερικής έφερε περίπου 2.000 νεοφώτιστους στην Εκκλησία, κατά το πρώτο έτος των ιεραποστόλων στην Αγγλία. Ο Πρεσβύτερος Κίμπαλ έγραψε χαρούμενος στον Προφήτη: «Δόξα τω Θεώ, Τζόζεφ, ο Κύριος είναι μαζί μας στα διάφορα έθνη!»4
Μια δεύτερη ιεραποστολή στη Βρετανία, η οποία περιελάμβανε τα περισσότερα μέλη των Δώδεκα υπό την ηγεσία του Μπρίγκαμ Γιανγκ, διευθυνόταν από τον Προφήτη, από τη Ναβού. Φεύγοντας το φθινόπωρο του 1839, οι Δώδεκα έφθασαν στην Αγγλία το 1840. Εκεί ξεκίνησαν ένα επίμοχθο έργο, το οποίο θα έφερνε περισσότερους από 6.000 νεοφώτιστους στην Εκκλησία, εκπληρώνοντας την υπόσχεση του Κυρίου ότι θα έκανε «κάτι νέο» για τη σωτηρία της Εκκλησίας Του.
Από τη Ναβού, ο Τζόζεφ Σμιθ εξακολούθησε να στέλνει ιεραποστόλους σε όλο τον κόσμο. Ο Πρεσβύτερος Όρσον Χάυντ αποβιβάστηκε στην Αγγλία το 1841 και αργότερα εξακολούθησε την ανατεθειμένη σε αυτόν αποστολή στην Ιερουσαλήμ. Έφερε μαζί του μία συστατική επιστολή από τον Τζόζεφ Σμιθ, όπου αναγνωριζόταν ότι «ο φέρων τη συστατική αυτή επιστολή είναι ένας πιστός και άξιος διάκονος του Ιησού Χριστού, ο οποίος θα είναι παράγοντας και αντιπρόσωπος μας σε ξένες χώρες, για… να συνδιαλέγεται με τους ιερείς, κυβερνήτες και Πρεσβύτερους των Ιουδαίων»5. Στις 24 Οκτωβρίου 1841, ο Πρεσβύτερος Χάυντ, γονάτισε στο Όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ και πρόσφερε παράκληση στον Επουράνιο Πατέρα να αφιερώσει και να καθαγιάσει τη γη «για τη συνάθροιση του διασκορπισμένου υπολείμματος του Ιούδα, κατά τις προρρήσεις των άγιων προφητών»6. Στη συνέχεια ο Πρεσβύτερος Χάυντ πήγε στη Γερμανία, όπου έθεσε τα πρώτα θεμέλια για την ανάπτυξη της Εκκλησίας εκεί.
Στις 11 Μαΐου του 1843, ο Προφήτης κάλεσε τους Πρεσβύτερους Άντισον Πρατ, Νώα Ρότζερς, Μπέντζαμιν Γκρούαρντ και Νόλτον Χανκς για ιεραποστολές στα νησιά του Νότιου Ειρηνικού. Ήταν η πρώτη ιεραποστολή της Εκκλησίας σε εκείνη την αχανή περιοχή. Ο Πρεσβύτερος Χανκς πέθανε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, όμως ο Πρεσβύτερος Πρατ έφθασε στα Νησιά Οστράλ, όπου δίδαξε το ευαγγέλιο στο νησί Τουμπουάι. Οι Πρεσβύτεροι Ρότζερς και Γκρούαρντ συνέχισαν μέχρι την Ταϊτή, όπου εκατοντάδες άνθρωποι βαπτίστηκαν ως αποτέλεσμα του μόχθου τους.
Υπό τη διεύθυνση του Τζόζεφ Σμιθ, οι Άγιοι προχωρούσαν για να εκπληρώσουν την προσταγή του Κυρίου: «Πηγαίνετε λοιπόν σε όλο τον κόσμο. Και σε οποιοδήποτε τόπο δεν μπορείτε εσείς να πάτε, να στείλετε, ώστε η μαρτυρία να μπορεί να πάει από εσάς σε όλο τον κόσμο, σε κάθε πλάσμα» (Δ&Δ 84:62).
Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ
Η ιεραποστολική υπηρέτηση είναι άγιο έργο. Η πίστη, η αρετή, η επιμέλεια και η αγάπη μας δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε αυτό το έργο.
«Ύστερα από όλα όσα έχουν ειπωθεί, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο καθήκον είναι να κηρύττουμε το Ευαγγέλιο»7.
Τον Δεκέμβριο του 1840, ο Τζόζεφ Σμιθ έγραψε σε μέλη της Απαρτίας των Δώδεκα και άλλους ηγέτες της ιεροσύνης, οι οποίοι υπηρετούσαν ιεραποστολές στη Μεγάλη Βρετανία: «Να είστε βέβαιοι, αγαπημένοι αδελφοί, πως δεν είμαι ένας αδιάφορος παρατηρητής των πραγμάτων που συμβαίνουν στο πρόσωπο ολόκληρης της γης· και ανάμεσα σε εκείνα τα κινήματα τα οποία βρίσκονται εν εξελίξει, κανένα δεν είναι μεγαλύτερης σπουδαιότητας από το ένδοξο έργο στο οποίο εντρυφείτε τώρα. Επομένως, αισθάνομαι κάποια ανησυχία για λογαριασμό σας, ότι μπορεί από την αρετή σας, την πίστη, την επιμέλεια και τη χριστιανική αγάπη, να εμπιστεύεστε τη φροντίδα του εαυτού σας ο ένας στον άλλο, στην Εκκλησία του Χριστού και στον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς· από τη χάρη των οποίων έχετε κληθεί σε μία τόσο άγια κλήση· και είστε εις θέσιν να επιτελέσετε τα σπουδαία και υπεύθυνα καθήκοντα τα οποία έχουν εναποτεθεί σε εσάς. Και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι από την πληροφόρηση που έχω λάβει, αισθάνομαι ικανοποιημένος διότι δεν υπήρξατε αδιάφοροι στο καθήκον σας· αλλά ότι η επιμέλεια και η πίστη σας υπήρξαν τέτοιες, όπως θα έπρεπε, ώστε να διασφαλίσουν σε εσάς τα χαμόγελα εκείνου του Θεού του οποίου είστε υπηρέτες και επίσης την καλή πρόθεση των Αγίων σε όλο τον κόσμο.
»Η εξάπλωση του Ευαγγελίου σε ολόκληρη την Αγγλία είναι οπωσδήποτε ευχάριστη. Η προσήλωση δε σε αυτό, δεν μπορεί παρά να παρέχει συναισθήματα όχι συνηθισμένα στην καρδιά εκείνων οι οποίοι μόχθησαν και υπέμειναν κακουχίες για αυτό [το ευαγγέλιο] και οι οποίοι υπήρξαν οι ακλόνητοι υποστηρικτές και ένθερμοι συνήγοροι κατά τα πρώτα χρόνια, ενώ τους περιέβαλλαν περιστάσεις ιδιαίτερα δυσμενείς και απειλείτο η καταστροφή του από παντού – σαν ευγε- νές ιστιοφόρο [πλοίο], το οποίο αντιμετώπισε γενναία την καταιγίδα χωρίς να τρωθεί, ανοίγει τα πανιά του στο αεράκι και μεγαλόπρεπα ανοίγει δρόμο μέσα από τα υποτασσόμενα κύματα, περισσότερο συνειδητοποιημένο από ποτέ για τη δύναμη της ξυλοδεσιάς του και την εμπειρία και ικανότητα του καπετάνιου, κυβερνήτη και πληρώματος…
»Η αγάπη είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Θεότητας και θα πρέπει να εκδηλωθεί από εκείνους οι οποίοι φιλοδοξούν να είναι γιοι του Θεού. Ένας άνδρας γεμάτος με την αγάπη του Θεού, δεν αρκείται στο να ευλογεί μόνο την οικογένειά του, αλλά εκτείνεται σε όλο τον κόσμο, ανυπομονώντας να ευλογήσει όλους τους ανθρώπους. Αυτό ήταν το συναίσθημά σας και σας έκανε να παραμερίσετε τις ευχαριστήσεις του σπιτικού, ώστε να μπορέσετε να γίνετε ευλογία για τους άλλους, οι οποίοι είναι υποψήφιοι αθανασίας, όμως ξένοι προς την αλήθεια. Και επειδή πράξατε κατά τον τρόπο αυτό, προσεύχομαι ώστε οι πλέον καλύτερες ευλογίες να σταθούν επάνω σας»8.
Διδάσκουμε τις απλές αλήθειες του ευαγγελίου με ταπεινότητα και πραότητα και αποφεύγουμε τη διαφωνία με άλλους σχετικά με τα πιστεύω τους.
«Ω σεις πρεσβύτεροι του Ισραήλ, ακούστε τη φωνή μου· και όταν σταλείτε στον κόσμο για να κηρύξετε, πείτε εκείνα τα οποία σταλθήκατε να πείτε. Κηρύξτε και φωνάξτε δυνατά: ‘Μετανοείτε, επειδή πλησίασε η βασιλεία των ουρανών. Μετανοείτε και πιστέψτε το ευαγγέλιο’. Διακηρύξτε τις πρώτες αρχές και μη μιλήσετε για τα μυστήρια, μήπως και κατανικηθείτε. …Κηρύξτε εκείνα που σας έχει πει ο Κύριος να κηρύξετε – μετάνοια και βάπτισμα για την άφεση των αμαρτιών»9.
«Μίλησα και εξήγησα σχετικά με το ανώφελο να κηρύττετε στον κόσμο για μεγάλες κρίσεις, αλλά μάλλον κηρύττετε το απλό Ευαγγέλιο»10.
«Οι πρεσβύτεροι [θα πρέπει] να πάνε μπροστά… με κάθε πραότητα, με νηφαλιότητα και να κηρύξουν τον Ιησού Χριστό και τη σταύρωσή Του. Να μην διαφωνούν με άλλους ως προς την πίστη τους ή τα συστήματα της θρησκείας, αλλά να ακολουθούν μια σταθερή πορεία. Αυτό σας το έδωσα εν είδει εντολής· και όλοι όσοι δεν την τηρήσουν, θα επιφέρουν καταδίωξη επάνω στο κεφάλι τους, ενώ εκείνοι που θα την τηρήσουν, θα είναι πάντοτε γεμάτοι με το Άγιο Πνεύμα. Αυτό το πρόφερα ως προφητεία»11.
«Εάν υπάρχουν πόρτες ανοιχτές για τους πρεσβύτερους να κηρύξουν τις πρώτες αρχές του ευαγγελίου, ας μη μείνουν σιωπηλοί. Μη χλευάζετε τις αιρέσεις· ούτε να μιλάτε εναντίον των δογμάτων τους. Όμως να κηρύττετε τον Χριστό και τη σταύρωσή του, την αγάπη στον Θεό και την αγάπη στον άνθρωπο… ως εκ τούτου, να μπορέσουμε να αφαιρέσουμε την προκατάληψη του κόσμου. Να είστε πράοι και ταπεινοί στην καρδιά και ο Κύριος Θεός των πατέρων μας θα είναι μαζί σας παντοτινά»12.
«Σημειώστε αυτό το Κλειδί, και να είστε συνετοί για χάρη του Χριστού και για χάρη της ψυχής σας. Δεν έχετε σταλεί για να διδαχθείτε, αλλά να διδάξετε. Ας είναι κάθε λόγος σας περιεκτικός σε χάρη. Να επαγρυπνείτε· να είστε νηφάλιοι. Είναι μία εποχή προειδοποίησης και όχι πολλών λόγων. Να ενεργείτε έντιμα ενώπιον Θεού και ανθρώπων. …Να είστε έντιμοι, ανοιχτοί και ειλικρινείς σε όλες τις [συναλλαγές σας] με τους ανθρώπους. [Βλέπε Δ&Δ 43:15; 63:58.]»13.
Προτού αναχωρήσει για μία ιεραποστολή το 1835, ο Τζωρτζ Σμιθ, επισκέφθηκε τον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ, ο οποίος ήταν ξάδελφος του. Ο Τζωρτζ Σμιθ κατέγραψε: «Κάλεσα για να δω τον εξάδελφο Τζόζεφ. Μου έδωσε ένα Βιβλίο του Μόρμον, μου έσφιξε το χέρι και είπε: ‘Να κηρύττεις σύντομους λόγους, να κάνεις σύντομες προσευχές και να δίνεις τα κη-ρύγματά σου με καρδιά γεμάτη προσευχή’»14.
Διδάσκουμε το ευαγγέλιο κατά την καθοδήγηση του Πνεύματος.
«Όλοι θα πρέπει να κηρύξουν το Ευαγγέλιο με τη δύναμη και την επίδραση του Αγίου Πνεύματος· και κανένας άνδρας δεν μπορεί να κηρύξει το ευαγγέλιο χωρίς το Άγιο Πνεύμα»15.
«Όπως είπε ο Παύλος, ότι έπρεπε να γίνει τα πάντα σε όλους, για να μπορέσει να σώσει μερικούς [βλέπε Προς Κορινθίους Α′ 9:22], έτσι πρέπει οι πρεσβύτεροι των τελευταίων ημερών να πράξουν· και όντες σταλμένοι να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και να προειδοποιήσουν τον κόσμο για τις επερχόμενες κρίσεις, είμαστε βέβαιοι πως όταν διδάσκουν κατά την καθοδήγηση του Πνεύματος, σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του Ιησού Χριστού, θα κηρύττουν την αλήθεια και θα ευημερούν χωρίς παράπονα. Επομένως, δεν έχουμε νέα εντολή να δώσουμε, παρά να νουθετήσουμε τους πρεσβύτερους και τα μέλη να ζουν με κάθε λόγο ο οποίος εκφέρεται από το στόμα του Θεού [βλέπε Κατά Ματθαίον 4:4], μην και αποτύχουν να λάβουν τη δόξα η οποία κρατείται για τους πιστούς»16.
Ο Προφήτης μίλησε σε μία συνέλευση, η οποία έλαβε χώρα τον Οκτώβριο του 1839: «Ο Πρόεδρος [Τζόζεφ Σμιθ] προχώρησε δίνοντας οδηγίες στους πρεσβύτερους σχετικά με την κήρυξη του Ευαγγελίου και τόνισε σε αυτούς την ανάγκη να έχουν το Πνεύμα, ώστε να μπορούν να κηρύττουν με το Άγιο Πνεύμα το οποίο έχει σταλεί από τους ουρανούς. Να είναι προσεκτικοί όταν μιλούν για αυτά τα θέματα τα οποία δεν επισημαίνονται στο λόγο του Θεού, πράγμα το οποίο θα οδηγούσε σε εικασίες και διαμάχη»17.
Στις 14 Μαΐου 1840, ο Τζόζεφ Σμιθ έγραφε από τη Ναβού στους Πρεσβύτερους Όρσον Χάυντ και Τζων Πέιτζ οι οποίοι έφευγαν για μία ιεραποστολή στους Αγίους Τόπους: «Μην αποθαρρύνεστε λόγω της σπουδαιότητας του έργου. Μόνο να είστε ταπεινοί και πιστοί και μετά μπορείτε να πείτε: ‘Ποιος είσαι εσύ, το μεγάλο βουνό, μπροστά στον Ζοροβάβελ;’ [Βλέπε Ζαχαρίας 4:7.] Εκείνος ο οποίος διασκόρπισε τον Ισραήλ, έχει υποσχεθεί να τους συναθροίσει· γι’ αυτό στο βαθμό κατά τον οποίο θα είστε χρήσιμοι ως όργανον σε τούτο το σπουδαίο έργο, Εκείνος θα σας προικίζει με δύναμη, σοφία, ισχύ και διάνοια, και κάθε προτέρημα απαραίτητο· ενώ ο νους σας θα εκτείνεται όλο και περισσότερο, έως ότου μπορέσετε να συμπεριλάβετε τη γη και τους ουρανούς, να εκταθείτε στην αιωνιότητα και να θεωρήσετε τα ισχυρά έργα του Ιεχωβά σε όλη την ποικιλότητα και δόξα τους»18.
Επιζητούμε ευκαιρίες για να διδάξουμε το ευαγγέλιο και να δώσουμε μαρτυρία για την αλήθεια του.
Το φθινόπωρο του 1832, ο Τζόζεφ Σμιθ ταξίδεψε με τον επίσκοπο Νιούελ Ουίτνυ από το Κίρτλαντ του Οχάιο προς τις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 13 Οκτωβρίου, ο Προφήτης έγραψε στην Έμμα Σμιθ από την πόλη της Νέας Υόρκης: «Όταν συλλογίζομαι αυτή τη μεγάλη πόλη σαν τη Νινευή, όπου δεν διακρίνουν το δεξί από το αριστερό χέρι τους, ναι, περισσότερες από διακόσιες χιλιάδες ψυχές, τα σπλάχνα μου είναι γεμάτα συμπόνια για αυτούς και είμαι αποφασισμένος να υψώσω τη φωνή μου σε τούτη την πόλη και να αφήσω τα αποτελέσματα στον Θεό, ο οποίος κρατά τα πάντα στα χέρια του και δεν θα αφήσει να πέσει κάτω απαρατήρητη ούτε μία τρίχα από τα μαλλιά μας…
»Είχα κάποιες συνομιλίες με μερικούς, οι οποίες ικανοποίησαν και με έναν ευειδή νεαρό κύριο από το Τζέρσεϊ, η όψη του οποίου ήταν πολύ σοβαρή. Ήρθε και κάθισε πλάι μου και άρχισε να συζητά μαζί μου για τη χολέρα και έμαθα ότι είχε προσβληθεί και φθάσει πολύ κοντά στο θάνατο. Είπε ότι ο Κύριος του είχε χαρίσει τη ζωή για κάποιο σοφό λόγο. Επωφελήθηκα της περιστάσεως και άνοιξα μακρά συζήτηση μαζί του. Προφανώς δέχθηκε τη διδασκαλία μου με μεγάλη ευχαρίστηση και του έγινα πολύ συμπαθής. Μιλούσαμε έως αργά το βράδυ και συμφωνήσαμε να αποτελειώσουμε τη συζήτηση την επομένη. Όμως κάποιες υποθέσεις που έπρεπε να επιληφθώ, με απασχόλησαν μέχρι την ώρα που το πλοίο θα έφευγε και έπρεπε να αναχωρήσω. Ήρθε και με αποχαιρέτισε και χωρίσαμε με μεγάλη απροθυμία»19.
Η σύζυγος του Νιούελ Ουίτνυ, Ελίζαμπεθ Ανν, θυμόταν το ταξίδι του συζύγου της το 1832 στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες με τον Τζόζεφ Σμιθ: «Ο σύζυγος μου ταξίδεψε με τον Τζόζεφ τον Προφήτη σε πολλές από τις πόλεις στα Ανατολικά, δίνοντας τη μαρτυρία τους και συγκεντρώνοντας πόρους για την οικοδόμηση ενός Ναού στο Κίρτλαντ και επίσης για την αγορά εκτάσεων στο Μισσούρι. …Είπε στο σύζυγο μου: ‘Αν μας απορρίψουν, θα έχουν τη μαρτυρία μας, διότι θα την γράψουμε και θα την αφήσουμε επάνω στα σκαλιά της πόρτας και στα περβάζια’»20.
Το 1834, ο Τζόζεφ Σμιθ κήρυξε σε ένα σχολικό οίκημα, στο Πόντιακ του Μίσιγκαν. Ο Έντουαρντ Στίβενσον ήταν παρών και θυμόταν την εμπειρία: «Σε εκείνες τις εγκαταστάσεις του σχολείου ήταν όπου δύο Μορμόνοι Πρεσβύτεροι παρουσίασαν το αποκατεστημένο Ευαγγέλιο, κατά το έτος 1833· και το 1834, ο Τζόζεφ Σμιθ ο Προφήτης κήρυξε με τόση δύναμη, που δεν είχαμε ποτέ ξανά δει μπροστά μας σε τούτον το δέκατο ένατο αιώνα. …Μπορώ να θυμηθώ πολύ καλά πολλά από τα λόγια του Προφήτη όταν ήταν μικρό αγόρι, καθώς προφέρθηκαν με απλότητα, όμως με μία δύναμη ακαταμάχητη για όλους τους παρόντες…
»Με υψωμένα χέρια, είπε: Είμαι μάρτυρας ότι υπάρχει ένας Θεός, διότι Τον είδα στο φως της ημέρας, ενώ προσευχόμουν σε ένα γαλήνιο δάσος, την άνοιξη του 1820’. Στη συνέχεια έδωσε μαρτυρία ότι ο Θεός, ο Αιώνιος Πατέρας, δείχνοντας ένα ξεχωριστό άτομο, όμοιο με Εκείνον, είπε: Αυτός είναι ο Υιός μου ο Αγαπητός. Αυτόν να ακούςΓ Ω, πόσο τα λόγια αυτά μου έφεραν ρίγη συγκίνησης σε σώμα και νου, και με γέμισαν χαρά ανείπωτη, να δω κάποιον ο οποίος, σαν τον απόστολο Παύλο της παλαιάς εποχής, μπορούσε με θάρρος να δώσει μαρτυρία ότι υπήρξε στην παρουσία του Ιησού Χριστού!…
»…Ακολούθησαν διαδοχικές συγκεντρώσεις όπου μαζί με τον Προφήτη, πράγμα πολύ ενδιαφέρον, ήταν οι τρεις μάρτυρες του Βιβλίου του Μόρμον. Κατά την επίσκεψή του στον κλάδο αυτό, ο Προφήτης κατέθεσε μαρτυρία ότι του δόθηκε εντολή να οργανώσει μία Εκκλησία κατά το πρότυπο της Εκκλησίας την οποία οργάνωσε ο Ιησούς, με Δώδεκα Αποστόλους, Εβδομήκοντα, Πρεσβύτερους, δωρεές και ευλογίες, με σημεία που ακολούθησαν, όπως βρέθηκαν καταγεγραμμένα στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Μάρκου. …’Ως υπηρέτης του Θεού’, είπε ο Τζόζεφ, ‘σας υπόσχομαι, στο βαθμό στον οποίο θα μετανοήσετε και θα βαπτιστείτε για την άφεση των αμαρτιών σας, θα λάβετε το Άγιο Πνεύμα’»21.
Ενώ τον είχαν πάρει διά της βίας από το Φαρ Ουέστ του Μισσούρι, τον Νοέμβριο του 1838, και ήταν φυλακισμένος στο Ρίτσμοντ του Μισσούρι, ο Προφήτης δίδαξε ξανά το ευαγγέλιο: «Μας επισκέφθηκαν κάποιες κυρίες και κύριοι. Μία από τις γυναίκες πλησίασε και με πολλή σοβαρότητα ρώτησε την ομάδα των στρατιωτών ποιος από τους φυλακισμένους ήταν ο Κύριος τον οποίο λάτρευαν οι ‘Μορμόνοι’. Ένας από τους φρουρούς έδειξε εμένα με ένα πλατύ χαμόγελο και είπε: ‘Αυτός είναι’. Μετά η γυναίκα στράφηκε σε εμένα και ρώτησε αν πρέσβευα ότι ήμουν ο Κύριος και Σωτήρας. Αποκρίθηκα ότι πρέσβευα ότι δεν είμαι παρά ένας άνθρωπος και ένας διάκονος της σωτηρίας, απεσταλμένος από τον Ιησού Χριστό, για να κηρύξω το Ευαγγέλιο.
»Τόσο πολύ εξέπληξε αυτή η απάντηση τη γυναίκα, ώστε άρχισε να ρωτά για τη διδαχή μας και κήρυξα μία ομιλία τόσο σε αυτήν, όσο και στις γυναίκες που ήταν μαζί της, όπως και στους απορημένους στρατιώτες, οι οποίοι άκουγαν με κατανυκτική σχεδόν προσοχή, καθώς έθετα τη διδαχή της πίστης στον Ιησού Χριστό και τη μετάνοια και το βάπτισμα για άφεση των αμαρτιών, με την υπόσχεση του Αγίου Πνεύματος, όπως καταγράφηκε στο δεύτερο κεφάλαιο στις Πράξεις των Αποστόλων [βλέπε Πράξεις 2:38-39].
»Η γυναίκα έμεινε ικανοποιημένη και δόξασε τον Θεό μπροστά στους στρατιώτες και έφυγε, προσευχόμενη ότι ο Θεός θα μας προστάτευε και θα μας ελευθέρωνε»22.
Ο Νταν Τζόουνς θυμόταν ότι το απόγευμα πριν από το μαρτυρικό θάνατο του Προφήτη στη φυλακή Κάρθατζ συνέβησαν τα ακόλουθα: «Ο Τζόζεφ έδωσε ισχυρή μαρτυρία στους φρουρούς για την ουράνια αυθεντικότητα του Βιβλίου του Μόρμον, την αποκατάσταση του Ευαγγελίου, τους αγγέλους που παραστέκουν και ότι η βασιλεία του Θεού είχε ξανά εδραιωθεί στη γη προς χάριν εκείνων για τους οποίους ήταν φυλακισμένος στη φυλακή αυτή και όχι επειδή είχε παραβιάσει οποιονδήποτε νόμο Θεού ή ανθρώπου»23.
Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία
Συλλογιστείτε αυτές τις ιδέες καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες νii-xiii.
-
Επανεξετάστε τις σελίδες 355-58, σημειώνοντας τις ιεραποστολικές προσπάθειες, οι οποίες είχαν οργανωθεί υπό τη διεύθυνση του Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ. Επηρεαστήκατε με κάποιο τρόπο μέσω του έργου εκείνων των πρώτων ιεραποστόλων; Αν ναι, πώς;
-
Διαβάστε την πρώτη παράγραφο στη σελίδα 359 και σκεφθείτε γιατί η αγάπη μάς επηρεάζει κατά τον τρόπο που περιγράφει ο Προφήτης. Ποια είναι μερικά άλλα χαρακτηριστικά που χρειαζόμαστε, ώστε να είμαστε αποτελεσματικοί ιεραπόστολοι; (Για παραδείγματα, βλέπε σελίδες 358-59.)
-
Επανεξετάστε τα λόγια του Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ σχετικά με το ποιοι ιεραπόστολοι θα πρέπει να διδάξουν και πώς θα έπρεπε να διδάξουν (σελίδες 359-62). Γιατί θα πρέπει να κηρύττουμε τις «πρώτες αρχές» του ευαγγελίου; Ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες της διαφωνίας με τους άλλους επί θεμάτων θρησκείας; Τι νομίζετε ότι σημαίνει «να περιβάλλουμε κάθε λόγο με χάρη», όταν κηρύττουμε το ευαγγέλιο;
-
Διαβάστε ολόκληρη τη δεύτερη παράγραφο στη σελίδα 361. Με ποιους τρόπους καθοδήγησε τις προσπάθειές σας το Άγιο Πνεύμα για να διαδώσετε το ευαγγέλιο; Γιατί δεν μπορούμε να κηρύξουμε το ευαγγέλιο χωρίς το Άγιο Πνεύμα;
-
Επανεξετάστε τις εμπειρίες του Τζόζεφ Σμιθ που αναφέρονται ξανά στις σελίδες 362-65. Τι μπορούμε να μάθουμε σχετικά με τη διάδοση του ευαγγελίου από τις εμπειρίες αυτές;
-
Με ποιους τρόπους μπορούμε να επιζητούμε ενεργά ευκαιρίες να διαδίδουμε το ευαγγέλιο; Με ποιους τρόπους μπορούμε να προετοιμαστούμε για αυτές τις ευκαιρίες; Πώς μπορούμε να συμπεριλάβουμε την οικογένειά μας στο ιεραποστολικό έργο;
Συσχετιζόμενες γραφές: Κατά Ματθαίον 28:19-20, Νεφί Β′ 2:8, Άλμα 26:26-37, Δ&Δ 4:1-7, 31:3-5