Κεφαλαιο 35
Λύτρωση για τους νεκρούς
«Ο μεγάλος Ιεχωβά… γνωρίζει την κατάσταση τόσο των ζωντανών, όσο και των νεκρών και έχει επαρκώς προνοήσει για τη λύτρωσή τους».
Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ
Στις αρχές της διακονίας του, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ είχε μία εμπειρία η οποία θα τον βοηθούσε να προετοιμαστεί για τον καιρό όπου θα αποκαλυπτόταν η διδαχή της σωτηρίας για τους νεκρούς. Τον Νοέμβριο του 1823, ο Άλβιν Σμιθ, το μεγαλύτερο παιδί της Λούση Μακ Σμιθ και του Τζόζεφ Σμιθ του πρεσβύτερου, ξαφνικά αρρώστησε βαριά και ήταν ετοιμοθάνατος. Ο Άλβιν ήταν 25 ετών, ένας δυνατός και ικανός νέος άνδρας, ο οποίος συνεισέφερε σε μεγάλο βαθμό με τη σκληρή δουλειά του στην οικονομική σταθερότητα της οικογένειας. Η μητέρα του τον περιέγραφε ως «ένα νέο με μοναδική καλοσύνη», του οποίου «η ευγένεια και η γενναιοδωρία» ευλογούσαν τους ανθρώπους γύρω του «κάθε στιγμή της ύπαρξής του»1.
Γνωρίζοντας ότι πέθαινε, ο Άλβιν κάλεσε τους αδελφούς και τις αδελφές του κοντά του και μίλησε στον καθέναν ξεχωριστά. Στον Τζόζεφ, ο οποίος ήταν σχεδόν 18 ετών και δεν είχε πάρει ακόμα τις χρυσές πλάκες, ο Άλβιν είπε: «Θέλω να είσαι ένα καλό αγόρι και να κάνεις ό,τι περνά από το χέρι σου για να λάβεις τα χρονικά. Να είσαι πιστός στο να λαμβάνεις οδηγίες και να τηρείς κάθε εντολή που σου δόθηκε. Ο αδελφός σου, Άλβιν, πρέπει να σε αφήσει τώρα, όμως θυμήσου το παράδειγμα που σου έδωσε και να είσαι ένα καλό παράδειγμα για τα παιδιά που είναι μικρότερα από εσένα»2.
Όταν πέθανε ο Άλβιν, η οικογένεια ζήτησε από έναν Πρεσβυτεριανό ιερέα στην Παλμύρα της Νέας Υόρκης να ιερουργήσει στην κηδεία του. Επειδή ο Άλβιν δεν υπήρξε μέλος του εκκλησιάσματος του ιερέα, ο κληρικός ισχυρίστηκε στο κήρυγμά του ότι ο Άλβιν δεν μπορούσε να σωθεί. Ο Ουίλιαμ Σμιθ, ο μικρότερος αδελφός του Τζόζεφ, θυμόταν: «[Ο ιερέας]… υπαινίχθηκε σαφώς ότι [ο Άλβιν] είχε πάει στην κόλαση, διότι ο Άλβιν δεν ήταν μέλος της εκκλησίας, όμως ήταν καλό παιδί – και του πατέρα μου δεν του άρεσαν αυτά τα λόγια»3.
Τον Ιανουάριο του 1836, πολλά χρόνια μετά το θάνατο του Άλβιν, ο Τζόζεφ Σμιθ είχε ένα όραμα για το σελέστιο βασίλειο, όπου είδε ότι ο Άλβιν, όπως και η μητέρα και ο πατέρας του, θα αποκτούσαν κληρονομία κάποια ημέρα σε αυτό το βασίλειο. Ο Τζόζεφ «απόρησ[ε] πώς ήταν και είχε αποκτήσει [ο Άλβιν] κληρονομία σε αυτό το βασίλειο, αφού ήξερ[ε] ότι έφυγε από ετούτη τη ζωή προτού να απλώσει ο Κύριος το χέρι του για να συνάξει τον Ισραήλ για δεύτερη φορά, και δεν είχε βαφτιστεί για την άφεση αμαρτιών» (Δ&Δ 137:6). Τότε ήρθε η φωνή του Κυρίου στον Τζόζεφ, διακηρύσσοντας:
«Όλοι όσοι πέθαναν χωρίς γνώση αυτού του ευαγγελίου, οι οποίοι θα το είχαν δεχτεί, αν τους είχε επιτραπεί να παραμείνουν, θα είναι κληρονόμοι του σελέστιου βασιλείου του Θεού. Επίσης, όλοι όσοι θα πεθάνουν απ’ εδώ κι εμπρός χωρίς γνώση γι’ αυτό, οι οποίοι θα το είχαν δεχτεί με όλη τους την καρδιά, θα είναι κληρονόμοι αυτού του βασιλείου. Γιατί εγώ, ο Κύριος, θα κρίνω όλους τους ανθρώπους σύμφωνα με τα έργα τους, σύμφωνα με την επιθυμία της καρδιάς τους» (Δ&Δ 137:7–9).
Στις 15 Αυγούστου 1840, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ κήρυξε σε μία κηδεία στη Ναβού και για πρώτη φορά δημοσίως δίδαξε τη διδαχή της σωτηρίας για τους νεκρούς. Σύμφωνα με τον Σάιμον Μπέικερ, ο οποίος ήταν παρών, ο Προφήτης άρχισε καταθέτοντας μαρτυρία ότι το «ευαγγέλιο που έφερε ο Ιησούς Χριστός ήταν χαρμόσυνα νέα μεγάλης αγαλλίασης». Διάβασε το μεγαλύτερο μέρος της επιστολής Προς Κορινθίους Α′, τμήμα 15 και εξήγησε ότι «ο Απόστολος μιλούσε σε ανθρώπους που καταλάβαιναν το βάπτισμα για τους νεκρούς, διότι υπήρχε η ανάλογη πρακτική ανάμεσά τους». Κατόπιν διακήρυξε ότι «οι άνθρωποι μπορούσαν τώρα να ενεργούν για τους φίλους τους που είχαν φύγει από αυτή τη ζωή και ότι το σχέδιο σωτηρίας ήταν υπολογισμένο να σώσει όλους όσοι ήταν πρόθυμοι να υπακούσουν στα απαιτούμενα του νόμου του Θεού»4.
Ένα μήνα μετά την ομιλία στην κηδεία, ο Προφήτης επισκέφθηκε τον πατέρα του, ο οποίος ήταν σοβαρά άρρωστος και ετοιμοθάνατος. Ο Προφήτης συζήτησε με τον πατέρα του τη διδαχή του βαπτίσματος για τους νεκρούς και οι σκέψεις του πατέρα Σμιθ στράφηκαν στον αγαπημένο γιο του, Άλβιν. Ο πατέρας Σμιθ ζήτησε να γίνει «αμέσως» το έργο για τον Άλβιν. Λεπτά προτού πεθάνει, δήλωσε ότι είδε τον Άλβιν5. Κατά τους τελευταίους μήνες του 1840, η οικογένεια Σμιθ χάρηκε αφάνταστα καθώς ο Χάυρουμ έλαβε τη διάταξη του βαπτίσματος για τον αδελφό του, Άλβιν.
Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ
Ο Θεός αγαπά όλα τα παιδιά Του και θα κρίνει όλους τους ανθρώπους σύμφωνα με το νόμο που έχουν λάβει.
«Τα μεγάλα σχέδια του Θεού αναφορικά με τη σωτηρία των ανθρώπων, πολύ λίγο γίνονται κατανοητά από τη γενεά στην οποία ζούμε και η οποία ισχυρίζεται ότι είναι σοφή και ευφυής. Ποικίλες και συγκρουόμενες είναι οι απόψεις των ανθρώπων σχετικά με το σχέδιο σωτηρίας, τα [απαιτούμενα] από τον Παντοδύναμο, τις αναγκαίες προετοιμασίες για τους ουρανούς, την κατάσταση και τη θέση των αποδημησάντων πνευμάτων, και την ευτυχία ή δυστυχία που είναι συνέπεια της πρακτικής της χρηστότητας και της ανομίας, ανάλογα με τις διαφορετικές απόψεις περί αρετής και κακίας…
»…Ενώ ένα τμήμα των ανθρώπων κρίνει και καταδικάζει ανελέητα το άλλο, ο Μέγας Γονέας του σύμπαντος ατενίζει ολόκληρη την ανθρώπινη οικογένεια με πατρική φροντίδα και πατρικό βλέμμα. Τους βλέπει ως απογόνους Του και χωρίς εκείνα τα εγωιστικά αισθήματα που επηρεάζουν τα τέκνα των ανθρώπων, κάνει ώστε να ‘ανατέλλει τον ήλιο του επάνω σε πονηρούς και αγαθούς, και βρέχει επάνω σε δικαίους και αδίκους’. [Κατά Ματθαίον 5:45.] Κρατά στα χέρια Του τα χαλινάρια της κρίσης· είναι ένας σοφός Νομοθέτης και θα κρίνει όλους τους ανθρώπους, όχι σύμφωνα με τις στενόμυαλες, εγωιστικές αντιλήψεις των ανθρώπων, αλλά ‘σύμφωνα με τις πράξεις που έχουν γίνει στο θνητό σας σώμα… κατά πόσο είναι αγαθά ή πονηρά’, είτε έχουν γίνει αυτές οι πράξεις στην Αγγλία, στην Αμερική, στην Ισπανία, την Τουρκία ή την Ινδία. Θα τους κρίνει ‘όχι σύμφωνα με αυτό που δεν έχουν, αλλά σύμφωνα με αυτό που έχουν’. Εκείνοι οι οποίοι έζησαν χωρίς νόμο, θα κριθούν χωρίς νόμο, και εκείνοι που έχουν νόμο, θα κριθούν βάσει αυτού του νόμου. Δεν πρέπει να αμφισβητούμε τη σοφία και τη διάνοια του Μεγάλου Ιεχωβά. Εκείνος θα αποδώσει κρίση ή ευσπλαχνία σε όλα τα έθνη, σύμφωνα με τη διαφορετική αξία τους, τα μέσα τους να λαμβάνουν διάνοια, τους νόμους υπό τους οποίους κυβερνώνται, τις ευκολίες που τους παρέχονται ώστε να λάβουν σωστή πληροφόρηση, και τα ανεξιχνίαστα σχέδιά Του αναφορικά με τους ανθρώπους. Και όταν θα φανερωθούν τα σχέδια του Θεού και θα τραβηχτεί η κουρτίνα του μέλλοντος, όλοι εμείς τελικά θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Κριτής όλης της γης έπραξε σωστά [βλέπε Γένεση 18:25]»6.
«Ο Θεός κρίνει τους ανθρώπους σύμφωνα με το πώς χρησιμοποιούν το φως το οποίο τους δίνει»7.
«Οι άνθρωποι θα θεωρηθούν υπόλογοι για αυτά που έχουν και όχι για αυτά που δεν έχουν. …Όλο το φως και η διάνοια που τους μεταδόθηκε από τον αγαθοεργό πλάστη τους, είτε είναι πολύ είτε λίγο, υπό αυτό θα κριθούν με δικαιοσύνη και… τους ζητείται να ενδώσουν σε υπακοή και να βελτιωθούν επάνω σε αυτό και μόνο αυτό που δόθηκε, διότι ο άνθρωπος δεν μπορεί επ’ άρτω μόνο να ζήσει, αλλά με κάθε λόγο ο οποίος προέρχεται από το στόμα του Θεού»8.
Ο Σωτήρας, Ιησούς Χριστός, προσφέρει την ευκαιρία για συγχώρηση και απελευθέρωση τόσο στους ζώντες, όσο και στους νεκρούς.
«Η κατάσταση των χριστιανικών εθνών μετά θάνατον, είναι ένα ζήτημα για το οποίο απαιτήθηκε όλη η σοφία και το ταλέντο του φιλοσόφου και του κληρικού, και είναι μια γνώμη την οποία γενικά λαμβάνουμε, ότι ο προορισμός του ανθρώπου σφραγίζεται αμετάκλητα με το θάνατό του, και ότι γίνεται είτε παντοτινά ευτυχής είτε παντοτινά δυστυχής. Πως αν ένας άνθρωπος πεθάνει χωρίς τη γνώση του Θεού, θα πρέπει να είναι αιώνια καταδικασμένος, χωρίς κανένα μετριασμό της τιμωρίας του, ανακούφιση από τον πόνο του ή την πιο μακρινή ελπίδα απελευθέρωσης καθώς θα κυλούν ατελείωτα οι αιώνες. Όσο βάσιμη κι αν είναι αυτή η αρχή, θα δούμε ότι είναι αντίθετη προς τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής, διότι ο Σωτήρας μάς λέει πως κάθε είδους αμαρτία και βλασφημία θα συγχωρηθεί στους ανθρώπους με την οποία θα βλασφημήσουν. Όμως η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος δεν θα συγχωρηθεί, ούτε σε τούτο τον κόσμο ούτε στο μέλλοντα κόσμο, δείχνοντας προφανώς ότι υπάρχουν αμαρτίες οι οποίες μπορεί να συγχωρηθούν στο μέλλοντα κόσμο, μολονότι η αμαρτία της βλασφημίας [κατά του Αγίου Πνεύματος] δεν μπορεί να συγχωρηθεί [βλέπε Κατά Ματθαίον 12:31–32, Κατά Μάρκον 3:28–29].
»Επίσης, ο Πέτρος, μιλώντας σχετικά με το Σωτήρα μας, λέει πως ‘αφού πορεύτηκε, κήρυξε και προς τα πνεύματα που ήσαν στη φυλακή, τα οποία κάποτε απείθησαν, όταν η μακροθυμία του Θεού, κάποτε, στις ημέρες του Νώε, τους πρόσμενε’ (Πέτρου Α′ 3:19, 20). Εδώ, λοιπόν, έχουμε μία αφήγηση για το Σωτήρα μας, ο οποίος κήρυττε στα πνεύματα που ήσαν στη φυλακή, στα πνεύματα τα οποία ήταν φυλακισμένα από τις ημέρες του Νώε· και τι κήρυξε σε αυτούς; Ότι επρόκειτο να παραμείνουν εκεί; Βεβαίως και όχι! Ας δοθεί μαρτυρία μέσω της δικής Του διακήρυξης. ‘Με έστειλε για να φέρνω τα χαρμόσυνα νέα στους φτωχούς, για να γιατρέψω τους συντετριμμένους στην καρδιά, για να κηρύξω ελευθερία στους αιχμαλώτους, και ανάβλεψη στους τυφλούς, να αποστείλω τους τσακισμένους ψυχικά σε ελευθερία’. (Κατά Λουκάν 4:18.) Ο Ησαΐας το είπε με αυτά τα λόγια: ‘για… να βγάλεις τους δεσμίους από τα δεσμά, αυτούς που κάθονται σε σκοτάδι από το σπίτι της φυλακής’. (Ησαΐας 42:7.) Από αυτό είναι φανερό ότι Εκείνος, όχι μόνον πήγε να κηρύξει σε αυτούς, αλλά να λυτρώσει ή να τους βγάλει από τον οίκο της φυλακής…
»Ο μεγάλος Ιεχωβά μελέτησε το σύνολο των συμβάντων που σχετίζονταν με τη γη, που αφορούσαν στο σχέδιο σωτηρίας προτού αυτό γίνει πράξη ή προτού ‘τα άστρα της αυγής [ψάλλουν] μαζί’ από χαρά [Ιώβ 38:7]. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ήσαν και είναι με Εκείνον ένα αιώνιο ‘παρόν’. Γνώριζε για την πτώση του Αδάμ, τις ανομίες των ανθρώπων της προκατακλυσμιαίας εποχής [εκείνων που έζησαν πριν από τον Κατακλυσμό], για το βάθος της ανομίας η οποία θα συνδεόταν με όλους τους ανθρώπους, τις αδυναμίες και τη δύναμή τους, την ισχύ και τη δόξα, τις αποστασίες, τις ηθικές παραβάσεις τους, τη χρηστότητα και την ανομία. Είχε αντιληφθεί την πτώση του ανθρώπου και τη λύτρωσή του. Γνώριζε το σχέδιο σωτηρίας και το τόνισε. Του ήταν γνωστή η κατάσταση όλων των εθνών και ο προορισμός τους. Διέταξε να γίνουν τα πάντα σύμφωνα με το δικό Του θέλημα. Γνωρίζει την κατάσταση τόσο των ζώντων, όσο και των νεκρών και έχει φροντίσει ευρέως για τη λύτρωσή τους, ανάλογα με τις ποικίλες περιστάσεις τους και τους νόμους του βασιλείου του Θεού, είτε σε τούτο τον κόσμο είτε στο μέλλοντα κόσμο»9.
Ο Θεός είναι τέλεια δίκαιος και ευσπλαχνικός προς όλους τους ανθρώπους, ζώντες ή νεκρούς.
«Η άποψη ότι ορισμένοι άνθρωποι διαμορφώνουν τη δικαιοσύνη, την κρίση και την ευσπλαχνία του Θεού, είναι πολύ ανόητη ώστε να την σκέφτεται ένας νοήμων άνθρωπος: για παράδειγμα, πολλοί από τους σωστούς κήρυκές μας συνηθίζουν να υποθέτουν πως εάν ένας άνθρωπος δεν έχει, όπως λένε, μεταστραφεί, αν πεθάνει σε εκείνη την κατάσταση, θα πρέπει να παραμείνει αιωνίως στην κόλαση χωρίς καμία ελπίδα. Θα πρέπει να δαπανήσει ατελείωτα χρόνια μαρτυρίου και ποτέ, ποτέ, ποτέ να μην τελειώνει το μαρτύριο· και, ωστόσο, λέγεται συχνά ότι αυτή η ατελείωτη δυστυχία έχει σαν αίτιο το απλούστερο ατύχημα [συμβάν]. Το κορδόνι ενός παπουτσιού που σπάει, το ρούχο αυτών οι οποίοι ιερουργούν, που σχίζεται ή η ιδιαίτερη τοποθεσία όπου ζει ένα άτομο, μπορεί να αποτελέσουν το μέσον, έμμεσα, της καταδίκης του ή της αιτίας που δεν θα σωθεί.
»Θα αναφέρω μια υποθετική περίπτωση, η οποία δεν είναι ασυνήθιστη: Δύο άνδρες, εξίσου άνομοι, που και οι δύο είχαν παραμελήσει τη θρησκεία, αρρωσταίνουν ταυτόχρονα. Ο ένας τους έχει την καλή τύχη να τον επισκεφθεί ένας ευσεβής άνθρωπος και μεταστρέφεται [στον Κύριο] λίγα λεπτά πριν πεθάνει. Ο άλλος φωνάζει να έρθουν τρεις διαφορετικοί ευσεβείς άνθρωποι, ένας ράφτης, ένας υποδηματοποιός και ένας γανωματής. Ο γανωματής έχει ένα χερούλι να κολλήσει σε ένα τηγάνι, ο ράφτης έχει να φτιάξει μια κουμπότρυπα σε ένα παλτό που βιαζόταν να τελειώσει και ο υποδηματοποιός έχει να βάλει ένα μπάλωμα στην μπότα κάποιου. Κανένας τους δεν προφταίνει να πάει έγκαιρα, ο άνθρωπος πεθαίνει και πηγαίνει στην κόλαση. Ο ένας τους υπερυψώνεται στους κόλπους του Αβραάμ, κάθεται στην παρουσία του Θεού και απολαμβάνει αιώνια, αδιάκοπη ευτυχία, ενώ ο άλλος, εξίσου καλός με αυτόν, βυθίζεται στην αιώνια καταδίκη, αλύτρωτη δυστυχία και απέλπιδα απόγνωση, διότι ένας άνθρωπος έπρεπε να μπαλώσει μια μπότα, να φτιαχτεί η κουμπότρυπα ενός παλτού ή να κολληθεί το χερούλι σε ένα τηγάνι.
»Τα σχέδια του Ιεχωβά δεν είναι τόσο άδικα, οι δηλώσεις της αγίας γραφής τόσο [απατηλές] ούτε το σχέδιο σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους τόσο ασύμβατο με την κοινή λογική. Σε τέτοιες διαδικασίες ο Θεός θα συνοφρυωνόταν αγανακτισμένος, οι άγγελοι θα έκρυβαν το πρόσωπό τους από ντροπή και κάθε ενάρετος, ευφυής άνθρωπος θα οπισθοχωρούσε με αποτροπιασμό.
»Εάν οι ανθρώπινοι νόμοι αποδίδουν σε κάθε άνθρωπο την ανταμοιβή του και τιμωρούν όλους τους παραβάτες κατά τις καταπατήσεις του νόμου από μέρους τους, βεβαίως ο Κύριος δεν θα είναι περισσότερο ανελέητος από τον άνθρωπο, διότι είναι ένας σοφός νομοθέτης, και οι νόμοι Του είναι περισσότερο δίκαιοι, τα θεσπίσματά Του περισσότερο δίκαια, και οι αποφάσεις Του περισσότερο τέλειες από εκείνες του ανθρώπου. Και όπως ο άνθρωπος κρίνει τον συνάνθρωπό του με το νόμο, και τον τιμωρεί ανάλογα με την ποινή του νόμου, το ίδιο και ο Θεός των ουρανών κρίνει ‘σύμφωνα με τις πράξεις που έχουν γίνει στο θνητό σας σώμα’. [Βλέπε Άλμα 5:15.] Το να πούμε ότι οι ειδωλολάτρες θα καταδικαστούν επειδή δεν πίστευαν στο Ευαγγέλιο, θα ήταν παράλογο, και το να πούμε ότι όλοι οι Ιουδαίοι που δεν πιστεύουν στον Ιησού θα καταδικαστούν, θα ήταν εξίσου ανόητο. Διότι ‘και πώς θα πιστέψουν σ’ εκείνον, για τον οποίο δεν άκουσαν; Και πώς θα ακούσουν, χωρίς να υπάρχει εκείνος που κηρύττει; Και πώς θα κηρύξουν, αν δεν αποσταλούν;’ [Βλέπε Προς Ρωμαίους 10:14–15]. Συνεπώς, ούτε ο Ιουδαίος ούτε ο ειδωλολάτρης μπορεί να είναι ένοχος απόρριψης των αντικρουόμενων απόψεων του σεκταρισμού ούτε απόρριψης οιασδήποτε μαρτυρίας, εκτός εκείνης που έχει σταλεί από τον Θεό, διότι όπως αυτός που κηρύττει δεν μπορεί να κηρύξει εκτός αν έχει αποσταλεί, έτσι αυτός που ακούει δεν μπορεί να πιστέψει [εκτός] κι αν ακούσει έναν ‘αποσταλθέντα’ κήρυκα, και δεν μπορεί να καταδικαστεί για αυτό που δεν έχει ακούσει, και όντας χωρίς νόμο, θα πρέπει να κριθεί χωρίς νόμο»10.
Αποτελεί καθήκον και προνόμιό μας να βαπτιστούμε και να επικυρωθούμε για εκείνους που έχουν πεθάνει χωρίς το ευαγγέλιο.
«Μιλώντας για τις ευλογίες αναφορικά με το Ευαγγέλιο και τις συνέπειες που συνδέονται με την ανυπακοή προς τα απαιτούμενα, μας γίνεται συχνά το ερώτημα, τι έχει γίνει με τους προγόνους μας. Θα είναι όλοι καταδικασμένοι διότι δεν υπάκουσαν στο Ευαγγέλιο, αφού δεν το άκουσαν ποτέ; Βεβαίως και όχι! Όμως θα κατέχουν το ίδιο προνόμιο που απολαμβάνουμε εμείς εδώ, μέσω της παντοτινής ιεροσύνης, η οποία δεν χορηγεί μόνο στη γη, αλλά και στους ουρανούς, και τις σοφές θεϊκές νομές του μεγάλου Ιεχωβά. Γι’ αυτό το λόγο, τα άτομα εκείνα που αναφέρθηκαν από τον Ησαΐα [βλέπε Ησαΐας 24:21–22] θα τα επισκεφθεί η Ιεροσύνη και θα βγουν από τη φυλακή τους, σύμφωνα με την ίδια αρχή με εκείνα τα οποία ήσαν ανυπάκουα κατά τις ημέρες του Νώε και τα οποία δέχθηκαν την επίσκεψη του Σωτήρα μας [ο οποίος κατείχε την αιώνια Μελχισεδική Ιεροσύνη] και τους κήρυξε ο Ίδιος το Ευαγγέλιο στη φυλακή. Και προς το σκοπό να δυνηθούν να εκπληρώσουν όλα τα [απαιτούμενα] από τον Θεό, ζώντες φίλοι βαπτίσθηκαν για τους νεκρούς φίλους τους, και κατ’ αυτόν τον τρόπο εκπλήρωσαν το απαιτούμενο από τον Θεό, το οποίο λέει: ‘Αν κάποιος δεν γεννηθεί από νερό και Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού’. [Κατά Ιωάννην 3:5.] Βαπτίσθηκαν, φυσικά, όχι για τον εαυτό τους, αλλά για τους νεκρούς τους. …Ο Παύλος, μιλώντας για τη διδαχή, λέει: ‘Επειδή, τι θα κάνουν αυτοί που βαπτίζονται υπέρ των νεκρών; Αν πραγματικά οι νεκροί δεν ανασταίνονται, γιατί και βαπτίζονται υπέρ των νεκρών;’ (Προς Κορινθίους Α′ 15:29)…
»Και τώρα, καθώς οι σπουδαίοι σκοποί του Θεού πλησιάζουν γρήγορα προς την εκπλήρωσή τους και τα όσα έχουν ειπωθεί στους προφήτες εκπληρώνονται, καθώς η βασιλεία του Θεού εδραιώνεται επάνω στη γη, και η αρχαία τάξη των πραγμάτων αποκαθίσταται, ο Κύριος έχει φανερώσει σε εμάς αυτό το καθήκον και προνόμιο, και έχουμε προσταχθεί να βαπτισθούμε για τους νεκρούς μας, εκπληρώνοντας έτσι τα λόγια του Αβδιού, όταν μιλούσε για τη δόξα των τελευταίων ημερών: ‘Και στο βουνό Σιών θα ανέβουν σωτήρες, για να κρίνουν το βουνό Ησαύ· και η βασιλεία θα είναι του Κυρίου’. [Βλέπε Αβδιού 1:21.] Η κατανόηση αυτών των πραγμάτων συμφιλιώνει τις Γραφές με την αλήθεια, δικαιώνει τις οδούς του Θεού με τον άνθρωπο, θέτει όλους τους ανθρώπους ενώπιον ίσων ευκαιριών και εναρμονίζεται με κάθε αρχή χρηστότητας, δικαιοσύνης και αλήθειας. Θα καταλήξουμε με τα λόγια του Πέτρου: ‘Επειδή, είναι αρκετός σε μας ο περασμένος καιρός του βίου, όταν πράξαμε το θέλημα των εθνών’. ‘Επειδή, γι’ αυτό κηρύχθηκε το ευαγγέλιο, και προς τους νεκρούς, για να κριθούν μεν σύμφωνα με τους ανθρώπους κατά τη σάρκα, να ζουν όμως σύμφωνα με τον Θεό κατά το πνεύμα’. [Πέτρου Α′ 4:3, 6.]»11.
Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία
Συλλογιστείτε τις ιδέες αυτές καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες vii–xiii.
-
Ξαναδιαβάστε τις σελίδες 437–39, σημειώνοντας πώς η διδαχή της σωτηρίας για τους νεκρούς επηρέασε τον Τζόζεφ Σμιθ και την οικογένειά του. Τι επίδραση είχε αυτή η διδαχή σε εσάς και την οικογένειά σας;
-
Στις σελίδες 439–42, επανεξετάστε τις διδασκαλίες του Προφήτη Τζόζεφ για τον Θεό Πατέρα και τον Ιησού Χριστό. Με ποιους τρόπους οι διδασκαλίες αυτές επηρεάζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας για τον Πατέρα μας στους Ουρανούς και το Σωτήρα; Με ποιους τρόπους οι διδασκαλίες αυτές σχετίζονται με τη σωτηρία για τους νεκρούς;
-
Διαβάστε τις διδασκαλίες του Προφήτη στις σελίδες 439–40 και 442–44. Πώς κρίνει ο Θεός τα τέκνα Του;
-
Ο Τζόζεφ Σμιθ είπε ότι το βάπτισμα για τους νεκρούς αποτελεί «καθήκον και προνόμιο» (σελίδα 444). Με ποιους τρόπους είναι αυτό το έργο ένα καθήκον; Τι εμπειρίες είχατε, όπου αισθανθήκατε ότι αποτελεί προνόμιο; Τι μπορείτε να κάνετε ώστε να προαγάγετε το έργο του Κυρίου για εκείνους που έχουν πεθάνεί; Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά τους να συμμετάσχουν σε αυτό το έργο;
-
Πώς δείχνει τη δικαιοσύνη του Θεού η διδαχή της σωτηρίας για τους νεκρούς; Πώς δείχνει την ευσπλαχνία Του; Αφού διαβάσετε αυτό το κεφάλαιο, πώς θα εξηγούσατε αυτή τη διδαχή σε κάποιον μιας άλλης πίστης;
Συσχετιζόμενες γραφές: Ησαΐας 49:8–9, 61:1–3, Κατά Ιωάννην 5:25, Δ&Δ 138:11–37