Η διδαχή τού Χριστού
Στην Εκκλησία σήμερα, όπως και την αρχαία εποχή, η εδραίωση τής διδαχής τού Χριστού ή η διόρθωση των αποκλίσεων τής διδαχής είναι θέμα ουράνιας αποκαλύψεως.
Την βαθύτατη ευγνωμοσύνη μας και την αγάπη μας στην αδελφή Μπεκ, την αδελφή Όλρεντ και την αδελφή Τόμπσον και το συμβούλιο τής Ανακουφιστικής Εταιρείας.
Έχουμε δει προσφάτως ένα αυξανόμενο δημόσιο ενδιαφέρον για τα πιστεύω τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Αυτό είναι κάτι που το καλοδεχόμαστε, επειδή εξάλλου η θεμελιώδης αποστολή μας είναι να διδάσκουμε το Ευαγγέλιο τού Ιησού Χριστού, τη διδαχή Του, σε όλον τον κόσμο (βλέπε Κατά Ματθαίον 28:19–20, Δ&Δ 112:28). Όμως, πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπήρξε και ακόμη εξακολουθεί να υπάρχει κάποια σύγχυση σχετικά με τις διδαχές μας και πώς εδραιώνονται. Αυτό είναι το θέμα τού οποίου επιθυμώ να επιληφθώ σήμερα.
Ο Σωτήρας δίδαξε τη διδαχή Του στο μεσουράνημα των καιρών και οι Απόστολοί Του πάσχιζαν σθεναρώς να την διατηρήσουν ενάντια στον καταιγισμό ψευδών παραδόσεων και φιλοσοφίας. Οι επιστολές τής Καινής Διαθήκης αναφέρουν αναρίθμητα περιστατικά που δείχνουν ότι η σοβαρή και ευρέως διαδεδομένη αποστασία ήταν ήδη εν εξελίξει κατά τη διάρκεια τής διακονίας των Αποστόλων1.
Οι αιώνες που ακολούθησαν διαφωτίσθηκαν από περιστασιακές ακτίνες ευαγγελικού φωτός μέχρι τον 19 αιώνα, όπου η λαμπρή αυγή τής αποκαταστάσεως χάραξε στον κόσμο και το Ευαγγέλιο τού Χριστού, πλήρες και ολοκληρωμένο, ήταν και πάλι επί τής γης. Αυτή η ένδοξη ημέρα άρχισε, όταν «μία στήλη φωτός… λαμπρότερη από τη λάμψη του ήλιου» (Τζόζεφ Σμιθ--Ιστορία 1:16), ο Θεός Πατέρας και ο Αγαπητός Υιός Του, Ιησούς Χριστός, επισκέφθηκαν τον νεαρό Τζόζεφ Σμιθ και εκκίνησαν αυτό που θα γινόταν ουσιαστικώς μια πλημμύρα αποκαλύψεων που ήλθαν επίσης με ουράνια δύναμη και εξουσία.
Σε αυτές τις αποκαλύψεις, βρίσκουμε αυτό που θα μπορούσε να αποκληθεί η βασική διδαχή τής Εκκλησίας τού Ιησού Χριστού που εδραιώθηκε εκ νέου επάνω στη γη. Ο Ίδιος ο Ιησούς όρισε αυτήν τη διδαχή με τα λόγια αυτά καταγεγραμμένα στο Βιβλίο τού Μόρμον: Άλλη μία μαρτυρία για τον Ιησού Χριστό:
«Αυτή είναι η διδαχή μου, και είναι η διδαχή που ο Πατέρας μού έδωσε. Και δίνω μαρτυρία για τον Πατέρα, και ο Πατέρας δίνει μαρτυρία για μένα, και το Πνεύμα το Άγιο δίνει μαρτυρία για τον Πατέρα και για μένα, και εγώ δίνω μαρτυρία ότι ο Πατέρας προστάζει όλους τους ανθρώπους, παντού, να μετανοήσουν και να πιστέψουν σε μένα.
»Και όποιος πιστέψει σε μένα, και βαφτιστεί, αυτός θα σωθεί. Και αυτοί είναι εκείνοι που θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού.
»Και όποιος δεν πιστεύει σε μένα, και δε βαφτιστεί, θα είναι καταδικασμένος.
»… Και όποιος πιστεύει σε μένα πιστεύει επίσης στον Πατέρα. Και σε αυτόν θα δώσει μαρτυρία ο Πατέρας για μένα, γιατί θα τον επισκεφτεί με φωτιά και με το Πνεύμα το Άγιο…
»Αληθινά, αληθινά, σας λέω ότι αυτή είναι η διδαχή μου, και όποιος οικοδομεί επάνω στο βράχο μου, και οι πύλες της κόλασης δε θα υπερισχύσουν εναντίον τους» (Νεφί Γ΄ 11:32–35, 39).
Αυτό είναι το μήνυμά μας, ο βράχος επάνω στον οποίον οικοδομούμε, το θεμέλιο όλων των άλλων στην Εκκλησία. Όπως όλα που προέρχονται από τον Θεό, αυτή η διδαχή είναι καθαρή, είναι ξεκάθαρη, είναι ευνόητη -- ακόμη και για ένα παιδί. Με χαρούμενη καρδιά, προσκαλούμε τους πάντες να την λάβουν.
Στην Εκκλησία τού Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών: «Πιστεύουμε όλα όσα ο Θεός έχει αποκαλύψει, όλα όσα τώρα αποκαλύπτει, και πιστεύουμε ότι θα αποκαλύψει ακόμη και άλλα πολλά μεγάλα και σημαντικά πράγματα που αφορούν τη Βασιλεία του Θεού» (Άρθρα της Πίστης 1:9). Αυτό σημαίνει ότι ενώ υπάρχουν πολλά που ακόμη δεν γνωρίζουμε, οι αλήθειες και η διδαχή που έχουμε λάβει, έχουν έλθει και θα εξακολουθήσουν να έρχονται με ουράνια αποκάλυψη. Σε ορισμένες θρησκείες, θεολόγοι διεκδικούν ίση εξουσία διδασκαλίας με την εκκλησιαστική ιεραρχία και θέματα διδαχής μπορεί να γίνουν αγώνας ιδεών μεταξύ τους. Ορισμένοι βασίζονται στα οικουμενικά συμβούλια τής Μέσης Ανατολής και τα πιστεύω τους. Άλλοι δίδουν κύρια έμφαση στη συλλογιστική των μεταποστολικών θεολόγων ή στην ερμηνευτική τής Βίβλου και την κριτική ανάλυση αυτής. Εμείς εκτιμούμε τη λογιοσύνη που βελτιώνει την κατανόηση, αλλά στην Εκκλησία σήμερα, όπως και την αρχαία εποχή, η εδραίωση τής διδαχής τού Χριστού ή η διόρθωση των αποκλίσεων τής διδαχής είναι θέμα ουράνιας αποκαλύψεως προς αυτούς που ο Κύριος προικοδοτεί με αποστολική εξουσία2.
Το 1954, ο Πρόεδρος Ρούμπεν Κλαρκ ο νεότερος, τότε σύμβουλος στην Πρώτη Προεδρία, εξήγησε πώς γίνεται γνωστή η διδαχή στην Εκκλησία και τον προεξέχοντα ρόλο τού Προέδρου τής Εκκλησίας. Μιλώντας για μέλη τής Πρώτης Προεδρίας και τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων, δήλωσε: «Θα πρέπει να [έχουμε] υπ’ όψιν ότι ορισμένα Μέλη τής Γενικής Εξουσίας έλαβαν την ανάθεση μίας ειδικής κλήσεως. Κατέχουν μία ξεχωριστή δωρεά. Έχουν υποστηριχθεί ως προφήτες, βλέποντες και αποκαλυπτές, πράγμα που τους δίδει μία ειδική πνευματική προικοδότηση σε σχέση με τη διδασκαλία τους προς τους ανθρώπους. Έχουν το δικαίωμα, τη δύναμη και την εξουσία να διακηρύττουν νουν και θέλημα Θεού προς τον λαό του, εξαρτώμενοι από τη γενική δύναμη και εξουσία τού Προέδρου τής Εκκλησίας. Σε άλλα Μέλη τής Γενικής Εξουσίας δεν δίδεται αυτή η ειδική πνευματική προικοδότηση και εξουσία που καλύπτει τη διδασκαλία τους. Έχουν έναν επακόλουθο περιορισμό και ο επακόλουθος περιορισμός στη δύναμη και την εξουσία τους στη διδασκαλία ισχύει για κάθε άλλον κατέχοντα υπεύθυνη θέση και μέλος τής Εκκλησίας, διότι κανείς εξ αυτών δεν έχει προικοδοτηθεί πνευματικώς ως προφήτης, βλέπων και αποκαλυπτής. Επιπροσθέτως, όπως επεδείχθη μόλις, ο Πρόεδρος τής εκκλησίας έχει μία περαιτέρω και ειδική πνευματική προικοδότηση απ’ αυτήν την άποψη, διότι είναι ο Προφήτης, ο Βλέπων και ο Αποκαλυπτής για ολόκληρη την Εκκλησία» 3.
Πώς αποκαλύπτει ο Σωτήρας το θέλημα και τη διδαχή Του στους προφήτες, βλέποντες και αποκαλυπτές; Μπορεί να ενεργήσει δι’ αγγελιαφόρου ή αυτοπροσώπως. Μπορεί να μιλήσει με τη δική Του φωνή ή με τη φωνή τού Αγίου Πνεύματος -- μία επικοινωνία από το Πνεύμα στο πνεύμα που μπορεί να εκφρασθεί με λόγια ή συναισθήματα τα οποία διαβιβάζουν κατανόηση πέρα από τα λόγια (βλέπε Νεφί Α΄ 17:45, Δ&Δ 9:8). Μπορεί να επικοινωνήσει ο Ίδιος με τους υπηρέτες Του ατομικώς ή να ενεργήσει σε συμβούλιο (βλέπε Νεφί Γ΄ 27:1–8).
Παραθέτω δύο επεξηγήσεις από την Καινή Διαθήκη. Η πρώτη ήταν μία αποκάλυψη προς την κεφαλή τής Εκκλησίας. Στην αρχή τού βιβλίου των Πράξεων, βρίσκουμε ότι οι Απόστολοι τού Χριστού διακήρυτταν το ευαγγελικό μήνυμα μόνον στους Ιουδαίους, ακολουθώντας το υπόδειγμα από τη διακονία τού Ιησού (βλέπε Κατά Ματθαίον 15:24), αλλά τώρα, σύμφωνα με την επιλογή τού κατάλληλου χρόνου από τον Κύριο, είχε έλθει ο καιρός για αλλαγή. Στην Ιόππη, ο Πέτρος είχε ένα όνειρο στο οποίο είδε ποικίλα ζώα που κατέβηκαν στη γη από τον ουρανό σε «μεγάλο σεντόνι, που ήταν δεμένο από τις τέσσερις άκρες» (Πράξεις 10:11) και προστάχθηκε να «σφάξε[ι] και [να] φάε[ι]» (Πράξεις 10:13). Ο Πέτρος ήταν απρόθυμος, αφού τουλάχιστον κάποια από τα ζώα ήταν «ακάθαρτα» υπό τον νόμο τού Μωυσέως και ο Πέτρος ποτέ δεν είχε παραβεί την εντολή να φάει κάτι τέτοιο. Παρά ταύτα, η φωνή είπε στον Πέτρο στο όνειρό του: «Όσα ο Θεός καθάρισε, μη τα λες βέβηλα» (Πράξεις 10:15).
Το νόημα αυτού τού ονείρου έγινε ξεκάθαρο, όταν λίγο μετά αρκετοί άνδρες, απεσταλμένοι τού Ρωμαίου εκατόνταρχου Κορνηλίου έφθασαν στο κατάλυμα τού Πέτρου με αίτημα να πάει να διδάξει τον κύριό τους. Ο Κορνήλιος είχε συγκεντρώσει μία ευμεγέθη ομάδα συγγενών και φίλων, και βρίσκοντάς τους να αναμένουν με προσδοκία να λάβουν το μήνυμά του, ο Πέτρος είπε:
«Ο Θεός έδειξε σε μένα να μη λέω κανέναν άνθρωπο βέβηλον ή ακάθαρτον…
»…Γνωρίζω στ’ αλήθεια ότι, ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης‧
»αλλά, σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται, και εργάζεται δικαιοσύνη, είναι σ’ αυτόν δεκτός» (Πράξεις 10:28, 34–35. Βλέπε, επίσης, εδάφια 17–24).
«Ενώ ο Πέτρος ακόμα μιλούσε αυτά τα λόγια, το Άγιο Πνεύμα ήρθε επάνω σε όλους αυτούς που άκουγαν τον λόγο.
»Και [εκείνοι που συνόδευαν τον Πέτρο], εξεπλάγησαν… ότι η δωρεά του Αγίου Πνεύματος ξεχύθηκε κι επάνω στα έθνη.
»…Τότε, ο Πέτρος αποκρίθηκε:
»Μήπως μπορεί κανείς να εμποδίσει το νερό, ώστε να βαπτιστούν αυτοί, οι οποίοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα όπως κι εμείς;» (Πράξεις 10:44–47).
Με αυτήν την εμπειρία και αποκάλυψη προς τον Πέτρο, ο Κύριος τροποποίησε την πρακτική τής Εκκλησίας και απεκάλυψε μία πιο ολοκληρωμένη κατανόηση τής διδαχής προς τους μαθητές Του. Και τοιουτοτρόπως η κήρυξη τού Ευαγγελίου διευρύνθηκε και συμπεριέλαβε όλη την ανθρωπότητα.
Πιο μετά στο βιβλίο των Πράξεων, βρίσκουμε μία άλλη κάπως σχετική επεξήγηση, αυτήν τη φορά που δείχνει πώς η αποκάλυψη σε θέματα διδαχής μπορεί να έλθει σε ένα συμβούλιο. Μία αντιπαράθεση προέκυψε για το αν η περιτομή, η οποία απαιτείτο από τον νόμο τού Μωυσέως, θα έπρεπε να συνεχισθεί ως εντολή στο Ευαγγέλιο και την Εκκλησία τού Χριστού (βλέπε Πράξεις 15:1, 5). «Και συγκεντρώθηκαν οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι για να σκεφθούν… για τούτο το πράγμα» (Πράξεις 15:6). Το χρονικό μας για το συμβούλιο αυτό είναι ασφαλώς ελλιπές, αλλά μας έχει λεχθεί ότι ύστερα από «πολλή συζήτηση» (Πράξεις 15:7), ο Πέτρος, ο αρχαιότερος Απόστολος, σηκώθηκε και διακήρυξε τι τού είχε επιβεβαιώσει το Άγιο Πνεύμα. Υπενθύμισε στο συμβούλιο ότι όταν το Ευαγγέλιο άρχισε να κηρύττεται στους απερίτμητους Εθνικούς στον οίκο τού Κορνηλίου, έλαβαν το Άγιο Πνεύμα όπως και οι περιτετμημένοι Ιουδαίοι νεοφώτιστοι. Ο Θεός είπε: «δεν έκανε καμία διάκριση ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ αυτούς, καθαρίζοντας τις καρδιές τους διαμέσου της πίστης.
»Τώρα, λοιπόν, γιατί πειράζετε τον Θεό, επιβάλλοντας έναν ζυγό στον τράχηλο των μαθητών, που ούτε οι πατέρες μας ούτε εμείς δεν μπορέσαμε να βαστάξουμε;
»Αλλά, διαμέσου της χάρης του Κυρίου Ιησού Χριστού πιστεύουμε ότι θα σωθούμε, όπως ακριβώς κι εκείνοι» (Πράξεις 15:9–11. Βλέπε, επίσης, εδάφιο 8).
Αφού ο Παύλος, ο Βαρνάβας και ίσως άλλοι μίλησαν εις επίρρωσιν τής διακηρύξεως τού Πέτρου, ο Ιάκωβος πρότεινε να εφαρμοσθεί κατά γράμμα η απόφαση στην Εκκλησία και το συμβούλιο ήταν ενωμένο «με την ίδια γνώμη» (Πράξεις 15:25. Βλέπε, επίσης, εδάφια 12–23). Στην επιστολή που ανακοίνωνε την απόφασή τους, οι Απόστολοι είπαν: «Φάνηκε εύλογο στο Άγιο Πνεύμα και σε μας» (Πράξεις 15:28) ή με άλλα λόγια, αυτή η απόφαση ήλθε με ουράνια αποκάλυψη μέσω τού Αγίου Πνεύματος.
Τα ίδια αυτά πρότυπα ακολουθούνται σήμερα στην αποκατεστημένη Εκκλησία τού Ιησού Χριστού. Ο Πρόεδρος τής Εκκλησίας μπορεί να ανακοινώνει ή να ερμηνεύει διδαχές βασισμένες σε αποκάλυψη προς εκείνον (βλέπε, για παράδειγμα, Δ&Δ 138). Η εξήγηση των διδαχών μπορεί επίσης να προέλθει μέσω κοινού συμβουλίου τής Πρώτης Προεδρίας και τής Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων (βλέπε, για παράδειγμα, Επίσημη Διακήρυξη 2). Οι συζητήσεις συμβουλίου συχνά περιλαμβάνουν αναφορά στις βασικές γραφές, τις διδασκαλίες των ηγετών τής Εκκλησίας και ό,τι έχει γίνει κατά το παρελθόν υπό παρόμοιες συνθήκες. Όμως, στο τέλος, όπως και στην Εκκλησία τής Καινής Διαθήκης, στόχος δεν είναι απλώς η συναίνεση ανάμεσα στα μέλη τού συμβουλίου, αλλά η αποκάλυψη από τον Θεό. Είναι μια διαδικασία που ενέχει τόσο τη λογική όσο και την πίστη για τη λήψη τού νου και τού θελήματος τού Κυρίου4.
Ταυτοχρόνως, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι κάθε δήλωση που γίνεται από έναν ηγέτη τής Εκκλησίας, περασμένο ή τωρινό, δεν αποτελεί απαραιτήτως διδαχή. Είναι κοινώς κατανοητό στην Εκκλησία ότι μία δήλωση, η οποία έγινε από έναν ηγέτη σε μία μεμονωμένη περίσταση, συχνά αντιπροσωπεύει μία προσωπική, αν και καλώς μελετημένη, γνώμη, που δεν προοριζόταν να είναι επίσημη ή δεσμευτική για όλη την Εκκλησία. Ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ δίδαξε ότι «ένας προφήτης [είναι] προφήτης μόνον όταν ενεργεί έτσι»5. Ο Πρόεδρος Κλαρκ, τον οποίον παρέθεσα νωρίτερα, παρατήρησε:
«Μία απλή ιστορία που μου είπε ο πατέρας μου ως αγόρι δεικνύει αυτό το σημείο, δεν γνωρίζω με ποια εξουσία, αλλά επεξηγεί το σημείο. Η ιστορία του ήταν ότι κατά τον ενθουσιασμό για τον στρατό [τού Τζώνστον], ο αδελφός Μπρίγκαμ κήρυξε στους ανθρώπους σε μία πρωινή συγκέντρωση μία ομιλία γεμάτη απείθεια προς τον στρατό που πλησίαζε και δήλωσε την πρόθεσή του να εναντιωθεί και να τους απωθήσουν. Κατά τη συγκέντρωση τού απογεύματος, σηκώθηκε και είπε ότι ο Μπρίγκαμ Γιανγκ μιλούσε το πρωί, αλλά ο Κύριος επρόκειτο να μιλήσει τώρα. Κατόπιν εκφώνησε μία ομιλία, ο ρυθμός τής οποίας ήταν αντίθετος από εκείνον τής πρωινής ομιλίας…
»…Η Εκκλησία θα μάθει με τη μαρτυρία τού Αγίου Πνεύματος που έχει δοθεί στα μέλη, αν οι αδελφοί εκφράζοντας τις απόψεις τους εμπνέονται από το Άγιο Πνεύμα και, εν ευθέτω χρόνω αυτή η γνώση θα φανερωθεί»6.
Ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ επιβεβαίωσε τον κεντρικό ρόλο τού Σωτήρος στη διδαχή μας σε μία καθοριστική πρόταση: «Οι θεμελιώδεις αρχές τής θρησκείας μας είναι οι μαρτυρίες των Αποστόλων και Προφητών, οι οποίες αφορούν στον Ιησού Χριστό, ο οποίος πέθανε, ετάφη και την τρίτη ημέρα ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς. Και όλα όσα αφορούν στην θρησκεία μας είναι απλώς προσαρτήματα σε αυτήν»7. Η μαρτυρία τού Τζόζεφ Σμιθ για τον Ιησού είναι ότι ζει, γιατί Τον είδε: «στα δεξιά τού Θεού. Και [άκουσε] τη φωνή που επιμαρτυρούσε ότι είναι ο Μονογενής τού Πατέρα» (Δ&Δ 76:23. Βλέπε, επίσης, εδάφιο 22). Κάνω έκκληση σε όλους όσοι ακούν ή διαβάζουν αυτό το μήνυμα να επιζητήσουν μέσω προσευχής και μελέτης των γραφών την ίδια μαρτυρία για τον ουράνιο χαρακτήρα, την εξιλέωση και την ανάσταση τού Ιησού Χριστού. Αποδεχθείτε τη διδαχή Του, μετανοώντας, βαπτιζόμενοι, λαμβάνοντας τη δωρεά τού Αγίου Πνεύματος και κατόπιν καθ’ όλη τη διάρκεια τής ζωής σας ακολουθώντας τους νόμους και τις διαθήκες τού Ευαγγελίου τού Ιησού Χριστού.
Καθώς πλησιάζει ο εορτασμός μας για το Πάσχα, εκφράζω τη δική μου μαρτυρία ότι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν και είναι ο Υιός τού Θεού, ο ίδιος ο Μεσσίας τής αρχαίας προφητείας. Είναι ο Χριστός, εκείνος ο οποίος υπέφερε στη Γεθσημανή, πέθανε επάνω στον σταυρό, ετάφη και ο οποίος όντως ανέστη την τρίτη ημέρα. Είναι ο ανεστημένος Κύριος μέσω τού οποίου όλοι θα αναστηθούμε και διά τού οποίου όλοι όσοι επιθυμούν μπορούν να λυτρωθούν και να υπερυψωθούν στην επουράνια βασιλεία Του. Αυτή είναι η διδαχή μας, επιβεβαιώνοντας όλες τις προγενέστερες μαρτυρίες για τον Ιησού Χριστό και δεδηλωμένη εκ νέου για την εποχή μας. Στο όνομα τού Ιησού Χριστού, αμήν.