Η ανάσταση του Ιησού Χριστού
Ο Ιησούς από την Ναζαρέτ είναι ο ανεστημένος Λυτρωτής και καταθέτω μαρτυρία για όλα όσα ακολουθούν από το γεγονός της αναστάσεώς Του.
Μία συνταρακτική αίσθηση ήττας και απόγνωσης περιέβαλε τους μαθητές Του καθώς ο Ιησούς υπέφερε και πέθανε επάνω στον σταυρό και το σώμα Του ετέθη άψυχο στο μνήμα. Παρά τα όσα είχε πει επανειλημμένως ο Σωτήρας για τον θάνατο και την επακόλουθη εκ νέου έγερσή Του, δεν είχαν καταλάβει εκείνοι. Το σκοτεινό απόγευμα της σταυρώσεώς Του, ωστόσο, ακολούθησε σύντομα το χαρμόσυνο πρωινό της αναστάσεώς Του. Όμως εκείνη η χαρά ήλθε μόνον καθώς οι μαθητές έγιναν αυτόπτες μάρτυρες της αναστάσεως, διότι ακόμη και η δήλωση των αγγέλων ότι Εκείνος είχε αναστηθεί, ήταν στην αρχή ακατανόητη -- ήταν κάτι τόσο τελείως άνευ προηγουμένου.
Η Μαρία η Μαγδαληνή και λίγες άλλες πιστές γυναίκες πήγαν νωρίς στο μνήμα του Σωτήρος εκείνο το κυριακάτικο πρωινό, φέρνοντας μύρα και έλαια για να ολοκληρώσουν το μύρωμα, το οποίο άρχισε όταν το σώμα του Κυρίου ετέθη βιαστικά στον τάφο, πριν από το Σάββατο που πλησίαζε. Αυτό το πρωινό των πρωινών, ήλθαν αντιμέτωπες με έναν ανοικτό τάφο, με την πέτρα που [τον] κάλυπτε να έχει κυλίσει μακριά, και δύο αγγέλους, οι οποίοι διακήρυξαν:
«Τι αναζητάτε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς;
»Δεν είναι εδώ, αλλά αναστήθηκε. Θυμηθείτε πώς σας είχε μιλήσει, ενώ βρισκόταν ακόμα στη Γαλιλαία,
»λέγοντας, ότι: Ο Υιός τού ανθρώπου πρέπει να παραδοθεί σε χέρια αμαρτωλών ανθρώπων, και να σταυρωθεί, και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί»1.
«Ελάτε, δείτε τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος ο Κύριος·
»και πηγαίνετε γρήγορα, και πείτε στους μαθητές του ότι, αναστήθηκε από τους νεκρούς»2.
Όπως την κάλεσαν να κάνει οι άγγελοι, η Μαρία Μαγδαληνή κοίταξε μέσα στο μνήμα, αλλά φαίνεται ότι όλα όσα κατεγράφησαν στο μυαλό της, ήταν ότι το σώμα του Κυρίου έλειπε. Έσπευσε να το αναφέρει στους Αποστόλους και, βρίσκοντας τον Πέτρο και τον Ιωάννη, τους είπε: «Σήκωσαν τον Κύριο από το μνήμα, και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν»3. Ο Πέτρος και ο Ιωάννης έτρεξαν στο μέρος και επαλήθευσαν ότι όντως το μνήμα ήταν άδειο, βλέποντας «τα σάβανα καταγής… και το σουδάριο, που ήταν επάνω στο κεφάλι του… τυλιγμένο χωριστά σε ένα μέρος»4. Ο Ιωάννης προφανώς ήταν ο πρώτος που κατανόησε το μεγαλοπρεπές μήνυμα της αναστάσεως. Γράφει ότι «είδε, και πίστεψε», ενώ οι άλλοι σε εκείνο το σημείο «δεν καταλάβαιναν ακόμα τη γραφή, ότι [ο Ιησούς] πρέπει να αναστηθεί από τους νεκρούς»5.
Ο Πέτρος και ο Ιωάννης έφυγαν, αλλά η Μαρία παρέμεινε πίσω ακόμη να θρηνεί. Εντωμεταξύ, οι άγγελοι είχαν επιστρέψει και τρυφερά την ρώτησαν: «Γυναίκα, γιατί κλαις; Λέει σ’ αυτούς: Επειδή, σήκωσαν τον Κύριό μου, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν»6. Εκείνη τη στιγμή ο ανεστημένος Σωτήρας, που τώρα στεκόταν πίσω της, της μίλησε: «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς; Εκείνη, νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός, λέει σ’ αυτόν: Κύριε, αν εσύ τον σήκωσες, πες μου, πού τον έβαλες, κι εγώ θα τον σηκώσω»7.
Ο Πρεσβύτερος Τζέιμς Τάλματζ έγραψε: «Ήταν ο Ιησούς στον οποίον εκείνη μίλησε, ο αγαπημένος της Κύριος, αν και εκείνη δεν το ήξερε. Ένας λόγος από τα ζωντανά χείλη Του άλλαξε τη θλίψη της γεμάτη αγωνία σε εκστατική χαρά. “Ο Ιησούς λέει σ’ αυτήν: Μαρία”. Η φωνή, ο τόνος, η τρυφερή προφορά που είχε ακούσει και αγαπήσει τις προηγούμενες ημέρες, την ανύψωσαν από τα βάθη απόγνωσης στα οποία είχε βυθιστεί. Γύρισε και είδε τον Κύριο. Σε παραλήρημα χαράς, άπλωσε τα χέρια της για να Τον αγκαλιάσει, εκστομίζοντας μόνον την αγαπητή και σεβάσμια λέξη “Ραββουνί” που σημαίνει, αγαπημένε μου Διδάσκαλε»8.
Και έτσι, αυτή η ευλογημένη γυναίκα έγινε η πρώτη θνητή που είδε τον ανεστημένο Κύριο και του μίλησε. Αργότερα, την ίδια ημέρα Εκείνος εμφανίσθηκε στον Πέτρο στην Ιερουσαλήμ ή κοντά9, σε δύο μαθητές στον δρόμο προς Εμμαούς10, και το βράδυ σε 10 από τους Αποστόλους και άλλους, εμφανιζόμενος ξαφνικά ανάμεσά τους, λέγοντας: «Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, ότι εγώ ο ίδιος είμαι· ψηλαφήστε με και δείτε· επειδή, ένα πνεύμα δεν έχει σάρκα και κόκαλα, όπως βλέπετε εμένα ότι έχω»11. Μετά για να τους πείσει περαιτέρω «και ενώ αυτοί, από τη χαρά, ακόμα απιστούσαν και θαύμαζαν»12, έφαγε ψημένο ψάρι και κηρύθρα από μέλι μπροστά τους13. Αργότερα, τους έδωσε οδηγίες: «Θα είστε μάρτυρες για μένα και στην Ιερουσαλήμ και σε ολόκληρη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια, και μέχρι το τελευταίο άκρο τής γης»14.
Πέραν αυτών των επιβεβαιωμένων μαρτύρων στην Ιερουσαλήμ, έχουμε την ασύγκριτη διακονία του ανεστημένου Κυρίου στους αρχαίους κατοίκους του δυτικού ημισφαιρίου. Στη γη της Αφθονίας, κατήλθε εξ ουρανών και προσκάλεσε το συγκεντρωμένο πλήθος, περίπου 2.500, να έλθουν εμπρός ένας-ένας έως ότου όλοι είχαν πάει, πιέζοντας τα χέρια τους στην πλευρά Του και νιώθοντας τα αποτυπώματα των καρφιών στα χέρια και τα πόδια Του15.
«Αφού λοιπόν είχαν όλοι προχωρήσει και είχαν μόνοι τους πιστοποιήσει, φώναξαν όλοι μαζί, λέγοντας:
»Ωσαννά! Ευλογημένο το όνομα τού Υψίστου Θεού! Και έπεσαν κάτω στα πόδια του Ιησού, και τον προσκύνησαν»16.
Η ανάσταση του Χριστού δείχνει ότι η ύπαρξή Του είναι ανεξάρτητη και παντοτινή. «Όπως ο Πατέρας έχει μέσα του ζωή, έτσι έδωσε και στον Υιό να έχει μέσα του ζωή»17. Ο Ιησούς είπε:
«Γι’ αυτό ο Πατέρας με αγαπάει, επειδή εγώ βάζω την ψυχή μου, για να την πάρω ξανά.
»Κανένας δεν την αφαιρεί από μένα, αλλ’ εγώ τη βάζω από μόνος μου· εξουσία έχω να τη βάλω, και εξουσία έχω να την πάρω ξανά»18.
Ο Σωτήρας δεν εξαρτάται από τροφή ή νερό ή οξυγόνο ή κάποια άλλα ουσία, δύναμη ή άτομο για ζωή. Τόσο ως Ιεχωβά όσο και ως Μεσσίας, είναι ο μέγας Ων, ο αυθύπαρκτος Θεός19. Είναι απλώς και θα είναι για πάντα.
Διά της εξιλέωσης και της ανάστασής Του, ο Ιησούς Χριστός έχει υπερνικήσει όλες τις εκφάνσεις της Πτώσης. Ο σωματικός θάνατος θα είναι παροδικός και ακόμη και ο πνευματικός θάνατος έχει τέλος, στο ότι όλοι πηγαίνουν πίσω στην παρουσία του Θεού, τουλάχιστον παροδικώς, για να κριθούν. Μπορούμε να έχουμε τελική εμπιστοσύνη και πεποίθηση στη δύναμή Του να υπερνικήσει όλα τα άλλα και να μας δώσει παντοτινή ζωή.
«Επειδή, βέβαια, διαμέσου ανθρώπου ήρθε ο θάνατος, έτσι και διαμέσου ανθρώπου η ανάσταση των νεκρών.
»Επειδή, όπως όλοι πεθαίνουν, έτσι και όλοι θα ζωοποιηθούν αν συνδέονται με τον Χριστό»20.
Με τα λόγια του Πρεσβυτέρου Νιλ Μάξουελ: «Η νίκη του Χριστού επί του θανάτου έδωσε τέλος στη δύσκολη θέση του ανθρώπου. Τώρα υπάρχουν μόνον προσωπικές δύσκολες θέσεις και από αυτές μπορούμε επίσης να διασωθούμε, ακολουθώντας τις διδασκαλίες εκείνου, ο οποίος μας διέσωσε από τη γενική εξαφάνιση»21.
Έχοντας ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της δικαιοσύνης, ο Χριστός τώρα εισέρχεται στη θέση της δικαιοσύνης ή θα μπορούσαμε να πούμε ότι Εκείνος είναι η δικαιοσύνη, όπως Εκείνος είναι η αγάπη22. Ομοίως, εκτός του ότι είναι τέλειος, δίκαιος Θεός, είναι τέλειος, ελεήμων Θεός23. Συνεπώς, ο Σωτήρας κάνει τα πάντα σωστά. Καμία αδικία στη θνητότητα δεν είναι μόνιμη, ούτε ο θάνατος, επειδή Εκείνος αποκαθιστά τη ζωή ξανά. Κανένας τραυματισμός, αναπηρία, προδοσία ή κακομεταχείριση δεν μένει χωρίς αποζημίωση στο τέλος, χάριν της τελικής Του δικαιοσύνης και ευσπλαχνίας.
Καθ’ όμοιο τρόπο, είμαστε όλοι υπόλογοι σε Εκείνον για τη ζωή μας, τις επιλογές μας και τις πράξεις μας, ακόμη και τις σκέψεις μας. Επειδή μας λύτρωσε από την Πτώση, η ζωή μας είναι στην πραγματικότητα δική Του. Διεκήρυξε:
«Ιδέστε, σας έδωσα το ευαγγέλιό μου, και τούτο είναι το ευαγγέλιο που σας έδωσα -- ότι ήλθα στον κόσμο για να κάνω το θέλημα τού Πατέρα μου, επειδή ο Πατέρας μου με έστειλε.
Και ο Πατέρας μου με έστειλε για να μπορέσω να υψωθώ επάνω στο σταυρό. Και ύστερα, μετά την ύψωσή μου επάνω στο σταυρό, να μπορέσω να τραβήξω όλους τους ανθρώπους προς εμένα, ώστε όπως εγώ υψώθηκα από ανθρώπους έτσι ακριβώς να υψωθούν οι άνθρωποι από τον Πατέρα, για να σταθούν εμπρός μου, ώστε να κριθούν για τα έργα τους, είτε είναι αγαθά είτε είναι πονηρά»24.
Σκεφθείτε μια στιγμή τη σπουδαιότητα της αναστάσεως στην επίλυση μια για πάντα της αληθινής ταυτότητας του Ιησού από τη Ναζαρέτ και των μεγάλων φιλοσοφικών συναγωνισμών και ερωτημάτων της ζωής. Αν ο Ιησούς όντως στην κυριολεξία ανέστη, έπεται απαραιτήτως ότι είναι θείο ον. Κανένας απλός θνητός δεν έχει τη δύναμη μέσα του να έλθει ξανά στη ζωή, αφού πεθάνει. Επειδή ανέστη, ο Ιησούς δεν μπορεί να ήταν μόνον ξυλουργός, διδάσκαλος, ραββίνος ή προφήτης. Επειδή ανέστη, ο Ιησούς έπρεπε να είναι Θεός, δηλαδή ο Μονογενής Υιός του Πατέρα.
Συνεπώς, ό,τι δίδαξε είναι αληθινό. Ο Θεός δεν μπορεί να ψεύδεται25.
Συνεπώς, ήταν ο Δημιουργός της γης, όπως είπε26.
Συνεπώς, ουρανοί και κόλαση είναι αληθινά, όπως δίδαξε Εκείνος27.
Συνεπώς, υπάρχει κόσμος πνευμάτων τον οποίον επισκέφθηκε μετά τον θάνατό Του28.
Συνεπώς, θα έλθει ξανά, όπως είπαν οι άγγελοι29 και «θα βασιλεύσει αυτοπροσώπως επάνω στη γη»30.
Συνεπώς, υπάρχει ανάσταση και τελική κρίση για όλους31.
Δοθείσης της πραγματικότητας της αναστάσεως του Χριστού, αμφιβολίες για την παντοδυναμία, πανσοφία και καλοσύνη του Θεού Πατέρα --ο οποίος έδωσε τον Μονογενή Του Υιό για τη λύτρωση του κόσμου-- είναι ανεδαφικές. Αμφιβολίες για το νόημα και τον σκοπό της ζωής είναι αθεμελίωτες. Ο Ιησούς Χριστός είναι στην πραγματικότητα το μόνο όνομα ή η μόνη οδός διά της οποίας μπορεί να έλθει η σωτηρία στην ανθρωπότητα. Η χάρη του Χριστού είναι αληθινή, διαθέτοντας τόσο συγχώρηση όσο και καθαρμό στον μεταμελημένο αμαρτωλό. Η πίστη αληθώς είναι περισσότερο από φαντασία ή ψυχολογική επινόηση. Υπάρχει τελική και παγκόσμια αλήθεια και υπάρχουν αντικειμενικά και αμετάβλητα ηθικά πρότυπα όπως διδάσκονται από Εκείνον.
Δοθείσης της πραγματικότητας της αναστάσεως του Χριστού, η μετάνοια για οιανδήποτε παραβίαση του νόμου και των εντολών Του είναι τόσο δυνατό, όσο και επιτακτικό ζήτημα. Τα θαύματα του Σωτήρος ήταν αληθινά, όπως είναι η υπόσχεσή Του στους μαθητές Του ότι θα μπορούσαν να κάνουν τα ίδια, ακόμη και μεγαλύτερα έργα32. Η ιεροσύνη Του είναι απαραιτήτως μία αληθινή δύναμη που «χορηγεί το ευαγγέλιο και κρατεί το κλειδί των διακονιών τής βασιλείας, το κλειδί τής γνώσεως τού Θεού. Γι’ αυτό, κατά τις διατάξεις της, η δύναμη της θειότητας φανερώνεται»33. Δοθείσης της πραγματικότητας της αναστάσεως του Χριστού, ο θάνατος δεν είναι το τέλος μας και μολονότι «ύστερα από το δέρμα [μας], αυτό το σώμα θα φθαρεί, πάλι με τη σάρκα [μας] θα δ[ούμε] τον Θεό»34.
Ο Πρόεδρος Τόμας Μόνσον κάνει λόγο για έναν Ρόμπερτ Μπλάτσφορντ, ο οποίος, πριν από 100 χρόνια «στο βιβλίο του, God and My Neighbor [ο Θεός και ο γείτονάς μου], επετέθη με σθένος σε κοινώς αποδεκτά χριστιανικά πιστεύω, όπως ο Θεός, ο Χριστός, η προσευχή και η αθανασία. Υποστήριξε με τόλμη: “Ισχυρίζομαι ότι έχω αποδείξει τα πάντα που σκόπευα να αποδείξω τόσο πλήρως και αποφασιστικά, που κανείς χριστιανός, όσο σπουδαίος ή ικανός μπορεί να είναι, δεν μπορεί να ανταπαντήσει στα επιχειρήματά μου ούτε να τα κλονίσει”. Περιεβλήθη από ένα τείχος σκεπτικισμού. Τότε συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Το τείχος του ξαφνικά κατέρρευσε. …Σιγά, άρχισε να επιστρέφει στην πίστη που είχε περιφρονήσει και γελοιοποιήσει. Τι είχε προκαλέσει αυτήν την βαθεία αλλαγή στην δική του θεώρηση των πραγμάτων; Η σύζυγός του [είχε] αποβιώσει. Με καρδιά συντετριμμένη, πήγε στο δωμάτιο όπου εκείτο το θνητό σώμα της. Κοίταξε πάλι το πρόσωπο που αγαπούσε τόσο πολύ. Εξερχόμενος, είπε σε έναν φίλο. “Είναι εκείνη και όμως δεν είναι Όλα άλλαξαν. Κάτι που υπήρχε εκεί προηγουμένως, τώρα δεν υπάρχει. Δεν είναι η ίδια. Τι άλλο θα μπορούσε να έχει φύγει από την ψυχή;”»35
Πέθανε στην πραγματικότητα και εγέρθηκε εκ νέου ο Κύριος; Ναι. «Οι θεμελιώδεις αρχές της θρησκείας μας είναι η μαρτυρία των Αποστόλων και των Προφητών, σχετικά με τον Ιησού Χριστό, ότι πέθανε, ενταφιάστηκε και ανεστήθη την τρίτη ημέρα και ανελήφθη στους ουρανούς· και όλα τα άλλα πράγματα που αφορούν στη θρησκεία μας είναι μόνο δευτερευούσης σημασίας σε αυτή»36.
Καθώς η προφητευθείσα γέννηση του Ιησού πλησίαζε, υπήρχαν εκείνοι ανάμεσα στους αρχαίους Νεφίτες και Λαμανίτες που πίστευαν, αν και οι πλείστοι αμφέβαλλαν. Στον κατάλληλο χρόνο, έφθασε το σημείο της γεννήσεώς Του --μία ημέρα και μία νύκτα και μία ημέρα χωρίς σκότος-- και όλοι ήξεραν37. Ακόμη και σήμερα, ορισμένοι πιστεύουν στην κυριολεκτική ανάσταση του Χριστού και πολλοί αμφιβάλλουν ή δυσπιστούν. Όμως, ορισμένοι γνωρίζουν. Στον κατάλληλο χρόνο, όλοι θα δουν και θα γνωρίσουν. Πράγματι, «κάθε γόνατο θα κλίνει, και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει ενώπιόν του»38.
Μέχρι τότε, πιστεύω τους πολλούς μάρτυρες της αναστάσεως του Σωτήρος, των οποίων οι εμπειρίες και οι μαρτυρίες βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη -- του Πέτρου και των συντρόφων του από τους Δώδεκα και της αγαπητής, αγνής Μαρίας από τα Μάγδαλα, ανάμεσα σε άλλες. Πιστεύω τις μαρτυρίες που βρίσκονται στο Βιβλίο του Μόρμον -- του Νεφί του Αποστόλου μαζί με το μη κατονομαζόμενο πλήθος στη γη Αφθονία, ανάμεσα στις άλλες. Και πιστεύω τη μαρτυρία του Τζόζεφ Σμιθ και του Σίδνεϋ Ρίνγκτον, οι οποίοι, ύστερα από πολλές άλλες μαρτυρίες, διακήρυξαν τη μεγάλη μαρτυρία αυτής της τελευταίας θεϊκής νομής «ότι ζει! Γιατί τον είδαμε»39. Υπό τη ματιά του οφθαλμού του που τα πάνθ’ ορά, ίσταμαι ως μάρτυς ότι ο Ιησούς από την Ναζαρέτ είναι ο ανεστημένος Λυτρωτής και καταθέτω μαρτυρία για όλα όσα ακολουθούν από το γεγονός της αναστάσεώς Του. Είθε να λάβετε την πεποίθηση και παρηγοριά αυτής της ίδιας μαρτυρίας, προσεύχομαι στο όνομα του Ιησού Χριστού, αμήν.