Δεν είμαστε όλοι ζητιάνοι;
Πλούσιοι ή φτωχοί, πρέπει να «κάνουμε ό,τι μπορούμε», όταν έχουν ανάγκη οι άλλοι.
Τι υπέροχο νέο στοιχείο παρουσιάζεται στο πλαίσιο της γενικής μας συνέλευσης. Bien hecho, Εδουάρδο.
Σε αυτήν που θα ήταν η πιο καταπληκτική στιγμή της επίγειας διακονίας Του, ο Ιησούς σηκώθηκε στη συναγωγή της πόλης κατοικίας Του, στη Ναζαρέτ, και διάβασε αυτά τα λόγια που προφήτευσε ο Ησαΐας και είναι καταγεγραμμένα στο Ευαγγέλιο του Λουκά: «Πνεύμα Κυρίου είναι επάνω μου· γι’ αυτό με έχρισε· με έστειλε για να φέρνω τα χαρμόσυνα νέα στους φτωχούς, για να γιατρέψω τούς συντετριμμένους στην καρδιά, για να κηρύξω ελευθερία στους αιχμαλώτους και… να αποστείλω τούς ψυχικά τσακισμένους σε ελευθερία»1.
Έτσι, ο Σωτήρας έκανε την πρώτη δημόσια ανακοίνωση για τη μεσσιανική Του διακονία. Όμως αυτό το εδάφιο κατέστησε επίσης ξεκάθαρο ότι καθ’ οδόν προς την υπέρτατη εξιλεωτική θυσία και ανάστασή Του, το πρώτο και κύριο μεσσιανικό καθήκον του Ιησού θα ήταν να ευλογήσει τους φτωχούς, συμπεριλαμβανομένων των φτωχών τω πνεύματι.
Από την αρχή της διακονίας Του, ο Ιησούς αγαπούσε τους εξαθλιωμένους και τους δυσπραγούντες με έναν εξαιρετικό τρόπο. Γεννήθηκε στο σπίτι από δύο από αυτούς και μεγάλωσε ανάμεσα σε περισσότερους από αυτούς. Δεν γνωρίζουμε όλες τις λεπτομέρειες της εγκόσμιας ζωής Του, αλλά είπε κάποτε: «Οι αλεπούδες έχουν φωλιές, και τα πουλιά… κατοικίες· όμως, ο Υιός τού ανθρώπου δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι του»2. Προφανώς, ο Δημιουργός των ουρανών και της γης «και όλα όσα περιέχουν»3 ήταν, τουλάχιστον στην ενήλικη ζωή Του, άστεγος.
Σε όλη την ιστορία, η φτώχια εθεωρείτο μία από τις μεγαλύτερες και πιο διαδεδομένες δυσκολίες της ανθρωπότητος. Το προφανές τίμημά της είναι συνήθως σωματικό, αλλά η πνευματική και συναισθηματική ζημία που μπορεί να προκαλέσει, μπορεί να είναι ακόμη πιο εξασθενητική. Όπως και να ’χουν τα πράγματα, η πιο επίμονη κλήση προς το καθήκον που μας έδωσε ο μέγας Λυτρωτής είναι να συμπράξουμε μαζί Του και να σηκώσουμε τα φορτία από τους ανθρώπους. Ως Ιεχωβά, είπε ότι θα δίκαζε τον οίκο του Ισραήλ σκληρά, επειδή «οι αρπαγές από τον [έχοντα ανάγκη] είναι μέσα στα σπίτια σας».
Αναφώνησε: «Γιατί καταδυναστεύετε τον λαό μου, και καταθλίβετε τα πρόσωπα των φτωχών;»4
Ο συγγραφέας των Παροιμιών θα έκανε το ζήτημα πάρα πολύ ξεκάθαρο: «Αυτός που καταθλίβει τον φτωχό, ονειδίζει τον Δημιουργό του» και «όποιος κλείνει τα αφτιά του στην κραυγή τού φτωχού, θα φωνάξει κι αυτός, και δεν θα εισακουστεί»5.
Στην εποχή μας, η αποκατεστημένη Εκκλησία του Ιησού Χριστού δεν είχε δει ακόμη την πρώτη της επέτειο, όταν ο Κύριος προσέταξε τα μέλη να «κοιτάνε τους φτωχούς και αυτούς που έχουν ανάγκη, και να χορηγούν προς ανακούφισή τους ώστε να μην υποφέρουν»6. Προσέξτε το επιτακτικό ύφος στην περικοπή «ώστε να μην υποφέρουν». Ο Θεός μιλά κατ’ αυτόν τον τρόπο, όταν είναι πολύ σοβαρός για κάτι.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την τεράστια δυσκολία να υπερνικήσει την ανισότητα στον κόσμο, τι μπορεί να κάνει ένας άνδρας ή μία γυναίκα; Ο Ίδιος ο Διδάσκαλος προσέφερε μία απάντηση. Πριν από την προδοσία και τη σταύρωσή Του, όταν η Μαρία έχρισε το κεφάλι του Ιησού με ένα ακριβό μύρο ενταφιασμού, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτήν την υπερβολή και «οργίζονταν εναντίον της»7.
Ο Ιησούς είπε:
«Γιατί την ενοχλείτε; Καλό έργο έκανε σε μένα…
»Αυτή ό,τι μπορούσε, το έκανε»8.
«Αυτή ό,τι μπορούσε, το έκανε!» Τι περιεκτικό υπόδειγμα! Ένας δημοσιογράφος κάποτε αμφισβήτησε την αδελφή Τερέζα της Καλκούτας για το απελπισμένο έργο της να σώσει τους απόρους σε εκείνη την πόλη. Είπε ότι από στατιστικής απόψεως, εκείνη δεν επετύγχανε απολύτως τίποτε. Αυτή η αξιοσημείωτη μικρή γυναίκα ανταπήντησε ότι το έργο της ήταν σχετικά με την αγάπη όχι με τη στατιστική. Παρά τον συγκλονιστικό αριθμό ατόμων που δεν μπορούσε να βοηθήσει, είπε ότι μπορούσε να τηρεί την εντολή να αγαπά τον Θεό και τον πλησίον, υπηρετώντας τα άτομα εντός των δυνατοτήτων της με όποιες πηγές είχε. «Αυτό που κάνουμε δεν είναι τίποτε παρά μία σταγόνα στον ωκεανό» έλεγε σε μία άλλη περίσταση. «Αλλά αν δεν το κάναμε, ο ωκεανός θα ήταν κατά μία σταγόνα λιγότερος [απ’ ό,τι είναι]»9. Με σοβαρότητα, ο δημοσιογράφος κατέληξε ότι η χριστιανοσύνη προφανώς δεν είναι μία στατιστική προσπάθεια. Συμπέρανε ότι αν υπήρχε περισσότερη χαρά στους ουρανούς για έναν αμαρτωλό που μετανοεί παρά για τους ενενήντα εννέα που δεν χρειάζονται μετάνοια, τότε προφανώς ο Θεός δεν ανησυχεί υπερβολικά για ποσοστά10.
Επομένως, πώς θα μπορούσαμε «να κάνουμε ό,τι μπορούμε;»
Πρώτα απ’ όλα, μπορούμε, όπως δίδαξε ο βασιλέας Βενιαμίν, να πάψουμε να παρακρατούμε τη βοήθειά μας, επειδή θεωρούμε ότι οι φτωχοί έχουν φέρει τη δυστυχία τους επάνω τους. Ίσως ορισμένοι να είχαν δημιουργήσει τις δικές τους δυσκολίες, αλλά εμείς οι υπόλοιποι δεν κάνουμε ακριβώς το ίδιο; Γι’ αυτό δεν ρωτά αυτός ο συμπονετικός κυβερνήτης: «Δεν είμαστε όλοι ζητιάνοι;»11 Δεν αναφωνούμε όλοι για βοήθεια και ελπίδα και απαντήσεις στις προσευχές μας; Δεν εκλιπαρούμε όλοι για συγχώρηση για λάθη που έχουμε κάνει και για προβλήματα που έχουμε προκαλέσει; Δεν ικετεύουμε όλοι ώστε η χάρη να αντισταθμίσει για τις αδυναμίες μας, ώστε το έλεος να θριαμβεύσει επί της δικαιοσύνης τουλάχιστον στην περίπτωσή μας; Δεν προκαλεί έκπληξη που ο βασιλέας Βενιαμίν λέει ότι αποκτούμε άφεση των αμαρτιών μας, παρακαλώντας τον Θεό, ο οποίος ανταποκρίνεται με συμπόνια, αλλά διατηρούμε άφεση των αμαρτιών μας, ανταποκρινόμενοι με συμπόνια στους φτωχούς που μας παρακαλούν12.
Εκτός από τη λήψη ευσπλαχνικής δράσης για λογαριασμό τους, θα πρέπει επίσης να προσευχόμαστε για όσους έχουν ανάγκη. Μία ομάδα Ζωραμιτών, τους οποίους άλλα μέλη της θρησκείας τους τούς θεωρούσαν «βρόμικους» και «παρακατιανούς» --αυτές είναι λέξεις από τις γραφές-- εξεδιώχθησαν από τους οίκους προσευχής τους «επειδή οι ενδυμασίες τους ήταν χοντροκομμένες». Ήσαν, λέει ο Μόρμον, «φτωχοί ως προς τα εγκόσμια, και επίσης… φτωχοί στην καρδιά»13 -- δύο καταστάσεις που σχεδόν πάντοτε συμβαδίζουν. Οι ιεραποστολικοί συνάδελφοι, ο Άλμα και ο Αμουλέκ, επιχειρηματολογούν προς τους ντυμένους με φθαρμένα ρούχα ανθρώπους που είχαν απορριφθεί αδίκως, ότι όποια προνόμια και αν τους στέρησαν, πάντοτε μπορούν να προσεύχονται -- στους αγρούς και στα σπίτια τους, στην οικογένειά τους και στην καρδιά τους14.
Αλλά τότε, σε αυτήν την ίδια ομάδα που τους είχαν διώξει, ο Αμουλέκ λέει: «Αφού [προσευχηθείτε] αν [εσείς] διώξετε αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη, και αυτούς που είναι γυμνοί, και δεν επισκέπτεστε τους ασθενείς και ταλαιπωρημένους, και δεν παραχωρείτε από τα υπάρχοντά σας, αν [εσείς] έχετε, σε εκείνους που βρίσκονται σε ανάγκη -- σας λέω… η προσευχή σας είναι μάταιη, και δε σας ωφελεί σε τίποτα, και είστε σαν υποκριτές που αρνούνται την πίστη»15. Τι εκπληκτική υπενθύμιση ότι πλούσιοι ή φτωχοί, πρέπει «να κάνουμε ό,τι μπορούμε», όταν οι άλλοι έχουν ανάγκη.
Λοιπόν, απλώς ώστε να μην κατηγορηθώ ότι προτείνω υπερβολικά αλλά μη πρακτικά παγκόσμια προγράμματα (για να βοηθηθούν οι φτωχοί) που μας βοηθούν να αισθανόμαστε καλά για τον εαυτό μας ή ότι δηλώνω πως η πράξη επαιτείας στον δρόμο είναι μια δουλειά που αξίζει, σας διαβεβαιώ ότι ο σεβασμός μου για αρχές φιλοπονίας, φειδούς, αυτοδυναμίας και φιλοδοξίας είναι τόσο δυνατός όσο εκείνος οιουδήποτε ανδρός ή γυναικός που είναι ζωντανοί. Αναμένεται από εμάς να βοηθήσουμε τον εαυτό μας, προτού επιζητήσουμε βοήθεια από άλλους. Επιπροσθέτως, δεν ξέρω ακριβώς πώς καθένας από εσάς θα πρέπει να εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς όσους δεν βοηθούν ή δεν μπορούν πάντοτε να βοηθούν τον εαυτό τους. Όμως γνωρίζω ότι ο Θεός γνωρίζει και θα σας βοηθήσει και θα σας καθοδηγήσει σε συμπονετικές πράξεις της ιδιότητος του μαθητού, αν ευσυνειδήτως θέλετε, προσεύχεστε και αναζητείτε τρόπους για να τηρείτε την εντολή που μας έχει δώσει ξανά και ξανά.
Θα ανακαλύψετε ότι κάνω λόγο εδώ για δύσκολες κοινωνικές ανάγκες που υπερβαίνουν πολύ τα μέλη της Εκκλησίας. Ευτυχώς ο τρόπος του Κυρίου να βοηθούμε τους δικούς μας είναι ευκολότερος: όλοι όσοι είναι σωματικώς ικανοί, πρέπει να τηρούν τον νόμο της νηστείας. Ο Ησαΐας έγραψε:
«Η νηστεία που εγώ διάλεξα, δεν είναι τούτη;…
Δεν είναι το να μοιράζεις το ψωμί σου σ’ αυτόν που πεινάει, και να βάζεις μέσα στο σπίτι σου τους άστεγους φτωχούς; Όταν βλέπεις τον γυμνό, να τον ντύνεις…; το να διαλύεις βαριά φορτία, και το να αφήνεις ελεύθερους τους καταδυναστευμένους…;»16
Δίδω μαρτυρία για τα θαύματα, τόσο πνευματικά όσο και εγκόσμια, που έρχονται σε όσους ζουν τον νόμο της νηστείας. Δίδω μαρτυρία για τα θαύματα που έχουν έλθει σε εμένα. Πράγματι, όπως κατέγραψε ο Ησαΐας, έχω προσευχηθεί όταν νήστευα περισσότερο από μία φορά και αληθώς ο Θεός έχει απαντήσει: «Δες, να ’μαι, εγώ»17. Φυλάξτε αυτό το ιερό προνόμιο τουλάχιστον μηνιαίως και ας είστε τόσο γενναιόδωροι στην προσφορά νηστείας και σε άλλες ανθρωπιστικές, εκπαιδευτικές και ιεραποστολικές συνεισφορές, όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες ζωής. Υπόσχομαι ότι ο Θεός θα σας είναι γενναιόδωρος και όσοι βρουν αρωγή από το χέρι σας, θα καλούν το όνομά σας ευλογημένο για πάντα. Περισσότερα από τρία τέταρτα του εκατομμυρίου μέλη της Εκκλησίας βοηθήθηκαν πέρυσι μέσα από προσφορές νηστείας τις οποίες διαχειρίσθηκαν αφοσιωμένοι επίσκοποι και πρόεδροι Ανακουφιστικής Εταιρείας. Αυτοί είναι πολλοί ευγνώμονες Άγιοι των Τελευταίων Ημερών.
Αδελφοί και αδελφές, μία τέτοια ομιλία απαιτεί να αναγνωρίσω ειλικρινά τις ακοπίαστες, αδικαιολόγητες, ατελείωτες ευλογίες στη ζωή μου, τόσο εγκόσμιες όσο και πνευματικές. Σαν εσάς, έπρεπε να ανησυχώ για οικονομικά σε περιστάσεις, αλλά ποτέ δεν υπήρξα φτωχός ούτε καν γνωρίζω τι αίσθηση έχει η φτώχια. Επιπροσθέτως, δεν γνωρίζω όλους τους λόγους που οι συνθήκες της γεννήσεως, της υγείας, των εκπαιδευτικών και οικονομικών ευκαιριών ποικίλλουν τόσο ευρέως εδώ στη θνητότητα, αλλά όταν βλέπω την ανάγκη ανάμεσα σε τόσους πολλούς, δεν γνωρίζω ότι «αν δεν ήταν το έλεος του Θεού, θα μπορούσα να είμαι στην ίδια κατάσταση»18. Γνωρίζω επίσης ότι μολονότι μπορεί να μην είμαι φύλακας του αδελφού μου, είμαι αδελφός του αδελφού μου και «επειδή μου έχουν δοθεί πολλά, πρέπει να δώσω και εγώ»19.
Από την άποψη αυτή, τιμώ προσωπικώς τον Πρόεδρο Τόμας Σπένσερ Μόνσον. Έχω ευλογηθεί από τη συναναστροφή με αυτόν τον άνδρα επί 47 χρόνια τώρα και η εικόνα του που θα φυλάσσω έως ότου πεθάνω είναι να πετά προς το σπίτι από την τότε οικονομικώς κατεστραμμένη Ανατολική Γερμανία με τις παντόφλες του, διότι είχε δώσει όχι μόνον το δεύτερο κοστούμι και τα επιπλέον πουκάμισά του αλλά τα ίδια του τα παπούτσια από τα πόδια του. «Πόσο ωραία είναι επάνω στα βουνά [και να σέρνεται σε ένα σταθμό αερογραμμών] τα πόδια εκείνου που ευαγγελίζεται, εκείνου που κηρύττει ειρήνη!»20 Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο που ξέρω, ο Πρόεδρος Μόνσον πάντοτε «έκανε τα πάντα που μπορούσε» για τη χήρα και το ορφανό, για τον φτωχό και τον καταδυναστευόμενο.
Σε μία αποκάλυψη του 1831 στον Προφήτη Τζόζεφ Σμιθ, ο Κύριος είπε ότι οι φτωχοί θα έβλεπαν μία ημέρα τη βασιλεία του Θεού να έρχεται για να τους ελευθερώσει «με δύναμη και μεγάλη δόξα»21. Είθε να βοηθήσουμε στην εκπλήρωση αυτής της προφητείας, ερχόμενοι με τη δύναμη και τη δόξα της ιδιότητός μας ως μελών της αληθινής Εκκλησίας του Ιησού Χριστού για να κάνουμε ό,τι μπορούμε, προκειμένου να ελευθερώσουμε οποιουσδήποτε μπορούμε από τη φτώχια που τους κρατά δεμένους και καταστρέφει τόσα πολλά από τα όνειρά τους, προσεύχομαι στο φιλεύσπλαχνο όνομα του Ιησού Χριστού, αμήν.